Η πρωταγωνίστρια της σειράς «Άγριες μέλισσες» Μαρία Κίτσου, παρότι έχει πίσω της μία επιτυχημένη καριέρα στο θέατρο, έγινε λόγω της επιτυχίας το πρόσωπο των ημερών. Η ηθοποιός βρήκε λίγο χρόνο στην άκρη του χωριού των «Άγριων μελισσών» και αφού ολοκλήρωσε τη διαδικασία των ενσταντανέ που αποπειράθηκαν να αποτυπώσουν την αναγεννησιακή ομορφιά της μίλησε στο περιοδικό «Gala» και στην Αφροδίτη Γραμμέλη για τα παιδικά της χρόνια.
Έχετε κάποια έντονη παιδική ανάμνηση στην οποία επιστρέφετε για να νιώσετε χαρά;
Θυμάμαι όταν είμαστε πολύ μικροί με τον αδελφό μου, περίπου πέντε χρονών, και κάθε Παρασκευή βλέπαμε το θρίλερ «Παρασκευή και 13».
Ακούγεται σαν Οικογένεια Ανταμς αυτό…
Κάπως. (γέλια) Μας άρεσαν πολύ τα θρίλερ. Βλέπαμε Φρέντι Κρούγκερ, «Εξορκιστή»… Είμαι ακόμη πολύ θριλεράκιας. Όποτε έχω χρόνο και μπορώ βλέπω τα πάντα. Τα κυνηγάω σαν τρελή.
Είσαστε μεγάλη οικογένεια;
Έχω έναν αδελφό, ο οποίος βρίσκεται στην Αμερική αυτή την εποχή και τελειώνει το διδακτορικό του.
Γενικά, η παιδική σας ηλικία ήταν όμορφη; Περάσατε καλά;
Πέρασα απ’ όλα. Δεν ήταν τα ειδυλλιακά παιδικά χρόνια. Νομίζω όμως ότι μέσα από αυτό βγήκα πολύ πιο δυνατή. Αναγκάστηκα να ωριμάσω πολύ πιο σύντομα. Δεν χάρηκα πολύ ως παιδί, αν και, αν με ρωτήσετε, μέσα μου ακόμη και τώρα νιώθω πολύ παιδί. Δεν ήμουν τόσο ανέμελη όσο θα ήθελα.
Αυτό σας εμπόδισε από το να κυνηγήσετε αυτό που επιθυμούσατε;
Όχι. Πάντα κυνηγούσα όλα όσα ήθελα.
Μήπως αναζητούσατε στήριγμα μέσα από αυτή τη διαδικασία;
Ξέρετε, τελικά ισχύει πως θα γίνεις αυτό που είναι να γίνεις στη ζωή. Γεννιέσαι. Μετά έρχονται όλα τα άλλα και βρωμίζουν αυτή την πορεία και τη διαδικασία και αυτό που πραγματικά θες. Έχω περάσει απ’ όλα αυτά τα στάδια. Στήριγμα συναισθηματικό από φίλους έψαχνα, αλλά ήμουν και παιδί που πάντα ήθελε να τα καταφέρνει μόνο του. Πάντα ζητούσα βοήθεια όταν τη χρειαζόμουν. Δεν ήμουν από τα παιδιά που τα κρατούσαν όλα μέσα τους γιατί ήξερα ότι ο δυνατός είναι αυτός που ζητάει βοήθεια για να επιβιώσει. Αντίθετα, ο αδύναμος είναι αυτός που δεν ζητά βοήθεια. Ήμουν κοινωνικό παιδί και πάλευα όσο μπορούσα.