Τον περασμένο Απρίλιο ο κόσμος της μόδας θρήνησε μια μεγάλη απώλεια. Ο Σέρτζιο Ρόσι πέθανε σε ηλικία 84 ετών από επιπλοκές του κορωνοϊού.
Ο Ρόσι νοσηλευόταν σε νοσοκομείο της Τσεζένα και η κατάσταση της υγείας του ξαφνικά επιδεινώθηκε. Ο διευθύνων σύμβουλος του brand, Ρικάρντο Σούτο -ο οποίος είναι στην εταιρεία από τον Απρίλιο του 2016- ανακοίνωσε την είδηση του θανάτου του Σέρτζι Ρόσι: «Ήταν μεγάλη χαρά που τον γνώρισα. Ήταν ο πνευματικός μας καθοδηγητής και εξακολουθεί να είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ», δήλωσε ο Σούτο.
«Είναι μιά τεράστια απώλεια για την κοινότητά μας», δήλωσε η δήμαρχος του Σαν Μάουρο Πάσκολι, Λουτσάνα Γκαρμπούλια, υπογραμμίζοντας ότι «ο μεγάλος αυτός επιχειρηματίας έδωσε δουλειά σε τόσους κατοίκους της γενέτειράς του, όπου το 1951 είχε πρωτανοίξει τη γραμμή παραγωγής του».
Στο βίντεο που ανάρτησε η δήμαρχος τόνισε πως «θλίβεται για τον τρόπο που μας άφησε» κι εκφράζει επίσης τη λύπη της που λόγω των μέτρων περιορισμού μετακίνησης που ισχύουν στην πόλη, «δεν μπορούμε να του αποδώσουμε τις τιμές» που του πρέπουν στην κηδεία του.
Τη δεκαετία του ’60 ο Σέρτζιο Ρόσι άρχισε να δημιουργεί τα πρώτα γυναικεία υποδήματα πολυτελείας, μαθαίνοντας την τέχνη του υποδηματοποιού από τον πατέρα του και στη συνέχεια άρχισε να τα εξάγει σε όλο τον κόσμο.
Τη δεκαετία του ’80, το brand Ρόσι συνεργάστηκε με τους οίκους Dolce & Gabbana και Versace, έγινε ένα από τα βασικά ονόματα της Εβδομάδας Μόδας του Μιλάνου και άρχισε να ανοίγει μπουτίκ σε όλο τον κόσμο.
Τα πρωτοποριακών σχεδίων υποδήματα του Ρόσι, όπως το περίφημο πέδιλο Opanca, ενέπνευσαν γενιές σχεδιαστών υποδημάτων, συμπεριλαμβανομένου του γιου του Τζιανβίτο Ρόσι ο οποίος συνεργάστηκε με τον πατέρα του έως ότου η επιχείρηση πωλήθηκε στον όμιλο Gucci (τώρα Kering) το 1999. Ο Τζιανβίτο Ρόσι συνέχισε την οικογενειακή κληρονομιά ξεκινώντας τη δική του επώνυμη μάρκα το 2007.
Τον Δεκέμβριο του 2015 το brand Sergio Rossi επέστρεψε στην Ιταλία καθώς αγοράστηκε από το επενδυτικό ταμείο του Αντρέα Μπονόμι.
«Αγαπούσε τις γυναίκες και κατάφερε να συλλάβει τη θηλυκότητα μιας γυναίκας με έναν μοναδικό τρόπο. Δεν ήταν ποτέ ακραίος, πάντα με καλό γούστο. Τα υποδήματά του ήταν πάντα ευκολοφόρετα και δεν ήταν ποτέ ικανοποιημένος μέχρι να είναι τέλεια. Δεν ήταν αξεσουάρ γι ‘αυτόν. Μου είπε μία φορά ότι ήθελε να δημιουργήσει την τέλεια προέκταση του ποδιού μιας γυναίκας», υπογράμμισε, αναφερόμενος στον Σέρτζιο Ρόσι, ο Ρικάρντο Σούτο.
Πάθος για τα παπούτσια
Ο γιος του, Τζιανβίτο, που κληρονόμησε από τον πατέρα του το ταλέντο του, έχει πλέον το δικό του brand παπουτσιών και λέει για τον πατέρα του: “Ο πατέρας μου ήταν πάντα ένας δυνατός άνθρωπος και έτσι παρέμεινε μέχρι το τέλος. Ο διεθνής χώρος της μόδας αλλά και οι συνεργάτες του θα τον θυμόμαστε για πολλούς λόγους. Ξεχώριζε για τον ισχυρό, χαρισματικό, θαρραλέο χαρακτήρα του. Ήταν ένας ηγέτης που ενέπνεε το σεβασμό των συνεργατών του. Το μακρύ ταξίδι της ζωής του ήταν απόλυτα επιτυχημένο και γεμάτο δημιουργία. Δημιούργησε μια δεύτερη οικογένεια στον κόσμο της μόδας. Από εκείνον άμαθα ότι δεν υπάρχουν όρια γι αυτούς που αγαπούν αυτό που κάνουν”.
Στην πασαρέλα με τον Βερσάτσε
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στο Σαν Μάουρο Πασκόλι στη βόρεια Ιταλία, ο Σέρτζιο Ρόσι κληρονομεί από τον πατέρα του ένα μικρό εργαστήριο υποδημάτων. Είναι δημιουργικός, χαρισματικός και μοναδικός σε αυτό που κάνει. Μια πενταετία αργότερα δημιουργεί τα πρώτα του σανδάλια, τα οποία πουλάει σε παραλίες στο Ρίμινι. Είναι η εποχή κατά την οποία η Ιταλία αποκτά παγκόσμια φήμη ως κέντρο του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και της μόδας.
Οι πρώτες του γόβες φέρουν ως σήμα κατατεθέν το όνομά του. Το λογότυπο θυμίζει το σχέδιο ενός παιδιού.
Στη δεκαετία του ’70, ο Τζιάνι Βερσάτσε εντυπωσιάζεται από τη δουλειά του και του ζητά να συνεργαστούν. Η συνεργασία τους ενθουσιάζει τον κόσμο της μόδας στο Μιλάνο. Ο Ρόσι έγινε πολύ γρήγορα γνωστός, όσο ανέβαινε ο Βερσάτσε το χρηματιστήριο αξιών της μόδας.
Η επιτυχία συνεχίστηκε και τις επόμενες δεκαετίες. Τα παπούτσια του, αν και πολύ ακριβά, πολύ σύντομα κέρδισαν μια θέση στην αγορά. Από το 1980ως το 1999 ο οίκος Ρόσι εγκαινιάζει δύο καταστήματα το χρόνο σε κάθε σημείο του πλανήτη. Είναι η εποχή που οι άνθρωποι της μόδας, αλλά και το κοινό υποδέχονται με θέρμη τη δουλειά του.
Για μια δεκαετία φτιάχνει παπούτσια και για τους οίκους Dolce Gabbana και το σχεδιαστή Azzedine Alaia. Πολύ εντυπωσιακές είναι και οι διαφημίσεις των παπουτσιών του, οι οποίες γίνονται διά χειρός του εμβληματικου φωτογράφου Χέλμουτ Νιούτον.
Οι διάσημες που τον προτιμούσαν
Τις σέξι γόβες του δημιουργού προτιμούσαν σταρ όπως η Σάρον Στόουν, η Νταϊάν Κρούγκερ, η Νικόλ Κίντμαν και η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, η Αν Χάθαγουέι και η Κέιτ Μπλάνσετ. Ο ίδιος έλεγε ότι αντιμετωπίζει το παπούτσι ως τη φυσική επέκταση του ποδιού μιας γυναίκας. Και τα κατάφερνε πάντα…
Ο Ρόσι ήταν ο βασικός ανταγωνιστής του Κριστιάν Λουμπουτέν, καθώς και οι δύο στόχευαν στην ίδια πελατεία, τις διάσημες που γίνονταν οι καλύτερες πρέσβειρες για τα παπούτσια του.
Ο Λουμπουτέν τον μισούσε και τον εκτιμούσε ταυτόχρονα πολύ, καθώς δεν μπορούσε να μην υποκλιθεί στο τεράστιο ταλέντο του.