Ο Μομό, που εδώ είναι Σενεγαλέζος μουσουλμάνος, χωρίς καμία πολιτισμική συνείδηση, κλέβει και κάνει το βαποράκι στους δρόμους, βρίζει και αρχικά αρνείται την ένταξη σε οποιασδήποτε μορφής εστία, και η Μαντάμ Ροζά τον περιμαζεύει απρόθυμα, μετά από παρότρυνση ενός γιατρού, καλού φίλου της. Σταδιακά, η άνοια ξεθυμαίνει το μεταδοτικό μπρίο και τον καπάτσο δυναμισμό της, κρατά σε ομηρία την θαλερότητά της και της αφήνει ανέπαφες μερικές σκόρπιες αναμνήσεις, κυρίως του κήπου με τις κατακίτρινες μιμόζες, την ωραιότερη εικόνα της παιδικής της ηλικίας, που έχει κρατήσει αποτυπωμένη σε μια παλιά φωτογραφία, σαν φυλαχτό μιας ολόκληρης ζωής.
Χαμένη στις σκέψεις τρόμου από το Άουσβιτς, που ξυπνούν απροειδοποίητα, η Ρόζα της Σοφία Λόρεν είναι μια γυναίκα με θέρμη και πόζα, ιδανικός ρόλος για μια ηθοποιό που δεν έχει χάσει τη μοναδική επαφή που ανέκαθεν είχε με την κάμερα, ειδικά στα δακρύβρεχτα κοντινά, όταν ενθαρρύνει τον μικρό ή ζητά τη βοήθειά του για να μην ξεψυχήσει μόνη της σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου. Η σκηνή όπου ο Μομό τη φυγαδεύει σε αμαξίδιο στο λιμανάκι της Νάπολης που μόλις ξυπνάει, βρίσκει τη Λόρεν στην έδρα της, σε τρυφερότατο, χωρίς λόγια ιντερλούδιο, ενός έργου αθεράπευτα σεντιμεντάλ. Η Ρόζα δεν είναι σίγουρη τι ακριβώς αντικρίζει. Βλέπει το κόκκινο της θάλασσας και το μπλαβί του ουρανού σαν μια συγκεχυμένη μνήμη. Στα μάτια της Λόρεν καθρεφτίζεται η παιδική της ηλικία, το φιλόδοξο ξεκίνημά και η ταπεινή ρίζα που δεν ξέχασε ποτέ.
Η Ζωή Μπροστά σου γράφτηκε το 1975 από τον Ρομέν Γκαρί (με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Εμίλ Αζάρ, που αποκαλύφθηκε μετά την αυτοκτονία του το 1981) και περιγράφει τον συγκινητικό ψυχικό δεσμό ανάμεσα στη Μαντάμ Ροζά, μια γηραιά Εβραία, survivor του Ολοκαυτώματος, πρώην πόρνη, με τον ανήλικο Άραβα Μομό. Η εξαιρετικά επιτυχημένη κινηματογραφική διασκευή με τίτλο Μαντάμ Ροζά, που απέσπασε το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1978, ξεχωρίζει γιατί ο Ισραηλινός σκηνοθέτης Μοζέ Μισραΐ (ο οποίος έζησε και εργάστηκε επί μακρόν στη Γαλλία, πριν επιστρέψει στη γενέτειρα χώρα του) σκύβει με ευαισθησία πάνω στην αραβοϊσραηλινή συγγένεια κουλτούρας και ιστορίας, μέσα από τους δυο τόσο αντίθετους χαρακτήρες, αντανακλώντας έτσι τις δυο μεγάλες αγάπες του Μισραΐ, προσφέροντας επίσης έναν αξέχαστο ρόλο στη Σιμόν Σινιορέ. Την ίδια ιστορία επέλεξε για την επιστροφή της μετά από δεκαετή απουσία από τα πλατό η θρυλική Σοφία Λόρεν, και ίσως δεν θα το επιχειρούσε αν δεν τη φρόντιζε σκηνοθετικά ο γιός της, Εντοάρντο Πόντι – πρωτοσυνεργάστηκαν στο Between Strangers του 2002. Ο τίτλος επέστρεψε στο λογοτεχνικό του πρωτότυπο, η δράση μετατοπίζεται από τη γαλλική Μπελβίλ στη χαρακτηριστικά ιταλική, πολύ πιο φτωχική Νάπολη, οι πρωταγωνιστές διατηρούν τα ονόματά τους, το συναίσθημα βασιλεύει και περισσεύει, ωστόσο από το Η Ζωή Μπροστά σου, που προβάλλεται ήδη στο Netflix, απουσιάζει το πνευματικό κέντρο του έργου, ο πραγματικός σκοπός του, που δεν είναι άλλος από την σύνδεση του Μομό με τις ρίζες του, μέσω της δυνατής ιστορικής παρουσίας της γυναίκας που συνδέει το πεζοδρόμιο με τη φρίκη, με κοινό παρονομαστή την επιβίωση, πάση θυσία.