Αλέξανδρος Νικολαΐδης: Ο έρωτας με τη Δώρα Τσαμπάζη, τα δύο παιδιά και ο αποχαιρετισμός με Ελύτη
Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 43 ετών, υπήρξε ζευγάρι με τη Δώρα Τσαμπάζη και μαζί δημιούργησαν μία ευτυχισμένη οικογένεια καθώς απέκτησαν δύο παιδιά.
Η δημοσιογράφος Δώρα Τσαμπάζη αποχαιρέτισε τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη με απόσπασμα από το «Μονόγραμμα» του Οδυσσέα Ελύτη, το οποίο ανήρτησε στο Instagram.
«Ποιός μιλεί στα νερά και ποιός κλαίει – ακούς; Ποιός γυρεύει τον άλλο, ποιός φωνάζει – ακούς; Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς. Σ΄αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς» είναι το απόσπασμα που επέλεξε η Τσαμπάζη.
Ο δις αργυρός Ολυμπιονίκης και η σύζυγός του γνωρίστηκαν σε μπαρ στη Θεσσαλονίκη το 2012. Ο αθλητής είχε χωρίσει από την πρώην παίκτρια του βόλεϊ, του Παναθηναϊκού, Ρούξι Ντουμπρέσκου, με την οποία ήταν παντρεμένος.
«Μου άρεσε, την είδα έξω, την κυνήγησα και τα κατάφερα. Στην αρχή υπήρχε αυτό το παιχνίδι αλλά αυτά είναι σημαντικά όταν είσαι νεαρότερος», είχε πει ο Νικολαΐδης στην ΕΡΤ.
Παντρεύτηκαν το καλοκαίρι του 2016 στη Θεσσαλονίκη. Παρόντες συγγενείς και φίλοι, ενώ ακολούθησε μεγάλο πάρτι.
«’Τα ζευγάρια όσο μένουν μαζί μοιάζουν’, λένε, κι εμείς ίσως να είμαστε ακόμα ένα τέτοιο παράδειγμα. Στα σημαντικά της ζωής, στα κοινωνικά, στα ανθρώπινα, πάντα με τη σωστή πλευρά της ιστορίας», είχαν αναφέρει σε συνέντευξή τους.
Ο Νικολαϊδης και η Τσαμπάζη είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, την Ελεάννα που είναι πέντε και τον Γιώργο, ο οποίος είναι τρία χρόνια μικρότερος.
Στις αρχές του περασμένου Μαΐου, το ζευγάρι έδωσε την τελευταία του κοινή συνέντευξη στην εκπομπή της ΕΡΤ «Μαμά-δες» και τη Ζωή Κρονάκη.
Το καρκίνωμα NUT, από το οποίο έπασχε ο Νικολαΐδης, είναι σπάνια μορφή καρκίνου που μπορεί να αναπτυχθεί οπουδήποτε στο σώμα, αλλά συχνά εντοπίζεται σε κεφάλι, λαιμό ή πνεύμονες.
Σε ό,τι αφορά στον Έλληνα αθλητή, τόσο ο ίδιος όσο και ο θεράποντας ιατρός του Ιωάννης Μπουκοβίνας δεν είχαν αναφέρει πού εντοπιζόταν η νόσος στην περίπτωσή του, τηρώντας το ιατρικό απόρρητο.
Το καρκίνωμα NUT είναι αδιαφοροποίητος ή κακώς διαφοροποιημένος καρκίνος των πλακωδών κυττάρων, που σημαίνει ότι ο καρκίνος ξεκινά σε φυσιολογικά πλακώδη κύτταρα του σώματος. Τα πλακώδη κύτταρα καλύπτουν κανονικά τα κοίλα όργανα, όπως την αναπνευστική οδό.
Το καρκίνωμα NUT ορίζεται από συγκεκριμένη γενετική αλλαγή γνωστή ως ογκογονίδιο σύντηξης. Ένα ογκογονίδιο σύντηξης δημιουργείται με την ένωση τμημάτων δύο διαφορετικών γονιδίων μεταξύ τους. Στην περίπτωση του καρκινώματος NUT, το γονίδιο NUT συνδέεται με ένα άλλο γονίδιο (συνήθως BRD4, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις BRD3, NSD3 ή άλλα γονίδια). Αυτή η σύντηξη γονιδίων προκαλεί το σχηματισμό μη φυσιολογικά ενεργοποιημένων πρωτεϊνών NUT που οδηγούν σε ανώμαλη ανάπτυξη πλακωδών κυττάρων.
Ανακαλύφθηκε και χαρακτηρίστηκε για πρώτη φορά στη Βοστώνη στις αρχές της δεκαετίας του 2000 από επιστημονική ομάδα του Αντικαρκινικού Ινστιτούτου Dana Farber και είναι σπάνια διάγνωση, η ακριβής συχνότητα της οποίας είναι άγνωστη. Οι βελτιώσεις στη διαγνωστική τεχνολογία και η αυξημένη ευαισθητοποίηση για τη νόσο έχουν οδηγήσει σε ακριβέστερη αναγνώριση και αυξημένη συχνότητα διάγνωσης. Πάνω από τις μισές από τις γνωστές περιπτώσεις καρκινώματος NUT έχουν ανακαλυφθεί από το 2010 και έπειτα.
Προς το παρόν δεν φαίνεται να συνδέεται με περιβαλλοντικές εκθέσεις, όπως μόλυνση ή επαφή με χημική ουσία ή τοξίνη. Το καρκίνωμα NUT επίσης δεν είναι κληρονομικό, που σημαίνει ότι δεν μεταδίδεται στις οικογένειες. Η ανάπτυξη του καρκινώματος NUT φαίνεται να είναι ένα τυχαίο, απρόκλητο γεγονός.
Συχνά δεν έχει συμπτώματα στα αρχικά του στάδια.
Καθώς ο καρκίνος εξελίσσεται, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα όπως κόπωση και απώλεια βάρους. Ανάλογα με τη θέση του όγκου(ων) εντός του σώματος, μπορεί να εμφανιστούν και άλλα συμπτώματα. Αυτά περιλαμβάνουν ένα ανώδυνο εξόγκωμα, πόνο, επίμονο βήχα, δύσπνοια και ρινική συμφόρηση ή απόφραξη.
Η ακριβής διάγνωση του καρκινώματος NUT είναι το πρώτο βήμα για την ανάπτυξη ενός σχεδίου θεραπείας. Η διάγνωση του καρκινώματος NUT απαιτεί ειδικό και ευαίσθητο έλεγχο της βιοψίας του όγκου από παθολόγο. Αυτό περιλαμβάνει εξέταση για την πρωτεΐνη σύντηξης NUT χρησιμοποιώντας εξειδικευμένες τεχνικές που ονομάζονται δοκιμασία ανοσοϊστοχημείας (IHC) ή υβριδισμός in situ φθορισμού (FISH) ή/και γενετική αλληλουχία DNA που μπορεί να αναγνωρίσει το γονίδιο σύντηξης NUT.
Το καρκίνωμα NUT είναι συχνά ανθεκτικό στη θεραπεία. Ο διάμεσος χρόνος επιβίωσης από τη διάγνωση είναι περίπου έξι έως επτά μήνες.