O Αλέξης Κούγιας, ο οποίος εκπροσωπεί έντεκα οικογένειες από την τραγωδία των Τεμπών, παραχώρησε τηλεοπτική συνέντευξη.
Στην εκπομπή «MEGA Σαββατοκύριακο» μίλησε για την εθνική τραγωδία στα Τέμπη ο Αλέξης Κούγιας.
Μία εβδομάδα μετά το συμβάν, οι ευθύνες αλλά και τα αίτια για το δυστύχημα εξακολουθούν να αναζητούνται ενώ μεγαλώνει διαρκώς η οργή των πολιτών, οι οποίοι ζητούν την απονομή Δικαιοσύνης και να μην υπάρξει συγκάλυψη της υπόθεσης.
«Είναι αδιανόητο στη χώρα που δίδαξε πολιτισμό και δίδαξε την Δημοκρατία, να διερωτόμαστε το 2023 αν θα αποδοθεί Δικαιοσύνη. Αυτό δείχνει μία ήττα του πολιτικού συστήματος», σχολίασε ο ποινικολόγος.
Αρχικά, μίλησε για τη δικογραφία της υπόθεσης ο δικηγόρος κι είπε ότι δεν την έχει λάβει ακόμα. «Υπάρχει ένας δικηγόρος που μαθαίνει διευθύνσεις είτε δραστών είτε θυμάτων σε υποθέσεις που κεντρίζουν το ενδιαφέρον της κοινή γνώμης.
Πήγε αυτός (ο δικηγόρος) και πήρε ένα τραυματία και πήγε και πήρε την δικογραφία, που του έδωσαν με καλή πίστη, και έκανε την δικογραφία φέιγ βολάν», ανέφερε ο Κούγιας.
Πάνω σε αυτή την ενέργεια ο γνωστός ποινικολόγος ζήτησε από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας να ασκηθεί δίωξη και για αντίδραση δεν πήραν οι υπόλοιποι συνήγοροι υπεράσπισης των συγγενών των θυμάτων.
Ερωτηθείς για την κατάσταση των συγγενών των θυμάτων, ο Κούγιας απάντησε: «Δεν μιλάμε, δεν έχει κανένας το κουράγιο να μιλήσει. Είναι χαροκαμένοι συγγενείς έντεκα θυμάτων».
Τόνισε ότι εκτός από την περίπτωση των νέων ανθρώπων, υπάρχουν κι άνθρωποι πιο μεγάλοι σε ηλικία που άφησαν πίσω τους τις οικογένειές τους.
Για το ζήτημα της δικογραφίας επεξήγησε ότι αναμένεται να την λάβει μέσα στο σαββατοκύριακο με courrier.
Ο κατάλογος των υπόπτων διευρύνεται συνεχώς, καθώς πέραν του προφυλακισμένου σταθμάρχη, είναι αντιμέτωποι με τις ίδιες κατηγορίες οι άλλοι δύο σταθμάρχες της απογευματινής βάρδιας, αλλά και ο επιθεωρητής Λάρισας του ΟΣΕ.
«Θα πρέπει να αποφύγουμε κάθε δίκη προθέσεων. Αυτή τη στιγμή από το μυαλό των πολιτών περνούν διάφορες σκέψεις. Αυτήν την στιγμή ζητούν όλοι ‘να χυθεί αίμα’. Εκείνο που πρέπει να κάνουμε εμείς είναι να πούμε ότι υπάρχει Δικαιοσύνη την Ελλάδα. Θα κάνουμε τα πάντα σε συνεργασία με δημοσιογράφους, αλλά και δημόσιους λειτουργούς», σημείωσε.
Στη συνέχεια, στηλίτευσε το γεγονός ότι αλλάχθηκε με μπλάνκο η ώρα στο βιβλίο παράδοσης – παραλαβής των σταθμαρχών.
Συγκεκριμένα, ανέφερε: «Είναι η ακραία ασέβεια δημοσίου υπαλλήλου στο έργο της Δικαιοσύνης και τους στιγματίζει. Ποιος πάει να αλλάξει στοιχεία; Το κάνει αυτός που έχει συνείδηση ενόχου, είναι αυτός που φοβάται ότι θα τον καλέσουν αύριο, μεθαύριο να καλέσει να καταθέσει».
Επίσης, το γεγονός της αλλοίωσης στοιχείων επιφέρει ποινή προσωρινής κράτησης.
Αναφορικά με την περίπτωση να διευρυνθεί το κατηγορητήριο απάντησε: «Είναι βέβαιο. Το ίδιο έγινε στο Express Samina, το ίδιο έγινε και στο Μάτι και το ίδιο έγινε και στην υπόθεση της Μάνδρας, αυτό είναι ένα μήνυμα της Δικαιοσύνης».
Επίσης, τόνισε ότι η διαδικασία θα πρέπει να «περπατήσει» με γοργά βήματα, αλλά όχι «άρπα κόλλα».
Αναφορικά με την περίπτωση οι διώξεις να επεκταθούν και σε πολιτικά πρόσωπα ο Κούγιας εξήγησε: «Είναι ο χρόνος της απαξίωσης των πολιτικών, και σαν πρόσωπα και σαν χάραξη στρατηγικής, δυστυχώς. Φαίνεται ότι ο πρωθυπουργός έχει πολύ καλές προθέσεις και φαίνεται κι από το έγγραφο που έστειλε στον κ. Ντογιάκο αλλά δεν είναι μόνος του. Είναι βέβαιο, ότι θα δω τι έχει γίνει στον κρατικό μηχανισμό, στο υπουργείο Συγκοινωνιών».
Σε ερώτηση χρονικά πόσο πίσω θα ερευνηθεί το κατηγορητήριο της τραγωδίας στα Τέμπη, είπε: «Το κατηγορητήριο περιλαμβάνει τη διατάραξη ασφάλειας των συγκοινωνιών, το οποίο αδίκημα για πρώτη φορά δοκιμάστηκε νομολογιακά στην προηγούμενη υπόθεση των Τεμπών – με το σχολικό λεωφορείο- , δεν υπάρχει νομολογία άλλη παρόμοια στην ελληνική Δικαιοσύνη.
Έτσι, δύναται, σύμφωνα με τον νόμο, εφόσον αποδειχθεί η υπαιτιότητα να επιβληθεί από το δικαστήριο η ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Η παραγραφή έτσι μπορεί να φθάσει μέχρι τα 20 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι η έρευνα μπορεί να ξεκινήσει από το 2003».
Καταλήγοντας, ο Κούγιας διευκρίνισε: «Με τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, οι ευθύνες των υπόλοιπων προηγούμενων υπουργών Μεταφορών, έχουν πλέον παραγραφεί. Συνεπώς μένουν οι ευθύνες αυτής της διοικήσεως του υπουργείου Μεταφορών».