Ο κόσμος πάντα γοητεύεται από τα βασιλικά gossip και από κάθε είδους λεπτομέρεια που αποδομεί το βασιλικό glam. Ένα νέο βιβλίο, κάνει αυτό ακριβώς, βγάζοντας στη φόρα πράγματα που η Βρετανική βασιλική οικογένεια θα ήθελε να μείνουν θαμμμένα για πάντα…
«Kensington Palace: An Intimate Memoir From Queen Mary to Meghan Markle». Αυτός είναι ο τίτλος τον οποίο ο Βρετανός συγγραφέας Τομ Κουίν έδωσε στο βιβλίο του, το οποίο είναι μια αδιάκριτη ματιά στα άδυτα του βρετανικού βασιλείου. Ο Κουίν επιδόθηκε σε μία καταγραφή συνεντεύξεων με πρόσωπα που εργάστηκαν κατά καιρούς στο παλάτι καταφέρνοντας να σκαλίσει τη μνήμη του καθενός και να βγάλει στη φορά τα άπλυτα της βασιλικής οικογένειας. Είναι γνωστό εξάλλου ότι ο καλύτερος τρόπος για να μάθεις τον πραγματικό χαρακτήρα ενός ανθρώπου είναι να περάσεις μια ώρα συζητώντας με όσους δούλεψαν γι αυτόν.
Ομηρικοί καβγάδες, παράνομοι εραστές, εκρηκτικοί έρωτες και λυσσαλέες αντιπαλότητες αποτέλεσαν αντικείμενο της πένας του, η οποία κατέγραψε τρανταχτές αλήθειες με μία και μοναδική εξαίρεση: τα αληθινά ονόματα όσων μίλησαν. Γνώριζαν άλλωστε ότι όσα αφηγήθηκαν μονό ντροπή θα μπορούσαν να προσδώσουν στη κατά φαντασίαν άσπιλη φήμη των μελών του βασιλείου: «Στο Παλάτι του Κένσινγκτον όλοι γνωρίζαμε τα πάντα γι’ αυτή την οικογένεια, μία εφιαλτική στην πραγματικότητα οικογένεια δυσλειτουργικών ανθρώπων. Συνεχώς βλέπαμε νεαρούς εραστές ή ηλικιωμένους συγγενείς να τρέχουν ημίγυμνοι από δω κι από κει. Σ’ αυτό το παλάτι κανείς δεν έμαθε πως όσα περισσότερα κάνεις μπροστά στο προσωπικό σου τόσα περισσότερα θα έχει κάποια στιγμή να διηγηθεί για σένα», λέει σε κάποιο σημείο μια παλιά εργαζόμενη με το ψευδώνυμο Γουίνφρεντ, προϊδεάζοντας τον αναγνώστη για όσα οι υπηρέτες αποφάσισαν να αποκαλύψουν για τα πρώην βασιλικά αφεντικά…
Η αλκοολική Μαργαρίτα
Η αδελφή της βασίλισσας Ελισάβετ, πριγκίπισσα Μαργαρίτα και ο φωτογράφος Άντονι Ρόμπερτ Άρμστρονγκ Τζόουνς, μετέπειτα λόρδος του Σνόουντεν, δεν ήταν γεννημένοι ο ένας για τον άλλον. Λίγους μήνες μετά το γάμο τους, τον Μάιο του 1960, ήρθε στον κόσμο η εξώγαμη κόρη του Σνόουντεν, Πόλι, ενώ η Μαργαρίτα δεν είχε ξεπεράσει κι ούτε επρόκειτο να ξεπεράσει ποτέ τον έρωτά της για τον, κατά 16 χρόνια μεγαλύτερο της, σμηναγό Πίτερ Τάουνσεντ.
Ο εκρηκτικός γάμος τους, που έληξε το 1978, προσέφερε πικάντικη τροφή στα δημοσιεύματα της εποχής, τον αναπαρέστησαν στην τηλεοπτική σειρά του Netflix «The Crown» και σήμερα ζωντανεύει ξανά στις σελίδες του βιβλίου του Τομ Κουίν μέσα από τις μνήμες ενός υπηρέτη με το ψευδώνυμο Ρον: «Οι σκληροί καβγάδες τους ακούγονταν σε όλο το παλάτι. Η πριγκίπισσα Μαργαρίτα ούρλιαζε χρησιμοποιώντας ακατάληπτες βρισιές και δεν έδινε δεκάρα αν τα παράθυρα και οι πόρτες του παλατιού ήταν ορθάνοιχτα κι όλοι μπορούσαν να την ακούσουν. Οι περισσότεροι από τους καβγάδες τους αφορούσαν έναν μεταξύ τους ανταγωνισμό για το ποιος θα κοιμόταν με τον καλύτερο εραστή. Κάθε φορά που η Μαργαρίτα έκανε σεξ με κάποιον άλλον άνδρα, το έλεγε κατάμουτρα στον Σνόουντεν, κι εκείνος περνούσε στην αντεπίθεση με τον ίδιο τρόπο».
Κάποτε, εκείνη κοιμήθηκε με έναν από τους φίλους του και στη συνέχεια εκείνος κοιμήθηκε σκόπιμα με τον ίδιο άνδρα. Έτσι, όταν η Μαργαρίτα τού είπε «κοιμήθηκα με τον τάδε φίλο σου», ο Σνόουντεν της ανταπέδωσε τα πυρά λέγοντάς της: «Ακριβώς το ίδιο πράγμα και με τον ίδιο άνθρωπο έκανα κι εγώ!».Τις περισσότερες φορές το στέμμα του νικητή κατέληγε στον Σνόουντεν, καθώς η Μαργαρίτα ζοριζόταν πολύ κάθε φορά που εκείνος της έλεγε πως κοιμήθηκε με κάποιον άνδρα…
Μετά το διαζύγιο, η Μαργαρίτα έκανε σχέση με τον, κατά 17 χρόνια νεότερό της, Ρόντι Λιουέλιν και το διαμέρισμά της αποτελούσε τόπο συνάντησης τον μποέμ φίλων του. Εκεί, μεθυσμένη από ψεύτικες κολακείες και άφθονο αλκοόλ -κάπνιζε 60 τσιγάρα την ημέρα και έπινε πολλά μπουκάλια τζιν- άρχισε να φαντασιώνεται ότι είναι μεγάλη τραγουδίστρια.
Το τραγικό ήταν ότι δεν μπορούσε να πιάσει ούτε μία νότα. Μια βραδιά ένας από τους προσκεκλημένους της σε κάποιο πάρτυ ήταν ο καλλιτέχνης Φράνσις Μπέικον. Όταν η Μαργαρίτα σηκώθηκε για να τραγουδήσει, εκείνος, έχοντας πιει πάρα πολύ, άρχισε να της φωνάζει: «Σταμάτα! Δεν μπορείς να τραγουδήσεις ούτε μία νότα!». Μια αμήχανη σιωπή απλώθηκε παντού και η Μαργαρίτα όρμησε έξω από το δωμάτιο με πρόσωπό κατακόκκινο από την οργή.
Η διχασμένη Νταϊάνα
Στο πέρασμα των χρόνων πολλοί είναι οι χαρακτηρισμοί που έχουν αποδοθεί στο Παλάτι του Κένσινγκτον, όπως «Βασιλικό θηριοτροφείο», «Μελίσσι τζαμπατζήδων», «Αποικία μυρμηγκιών» ακόμη και «Άσυλο φρενοβλαβών».
Πολλές είναι επίσης και οι ιστορίες εξωσυζυγικών σχέσεων, όπως για παράδειγμα εκείνη του Γεωργίου Β’, ο οποίος είχε εγκαταστήσει τόσο τη σύζυγο όσο και την ερωμένη του στο παλάτι, έχοντας μάλιστα βάλει τη δεύτερη να κοιμάται σε ένα δωμάτιο τόσο υγρό που, όπως λεγόταν, φύτρωναν μανιτάρια στους τοίχους.
Ωστόσο, καμία από τις ιστορίες αυτές δεν μπορεί να συγκριθεί με την απήχηση που είχε στον κόσμο το δράμα της πριγκίπισσας Νταϊάνα και, όπως αναφέρεται στο βιβλίο, το Παλάτι του Κένσινγκτον ήταν το απόλυτο σκηνικό του εφιάλτη που έζησε με τον Κάρολο και τις κατ’ εξακολούθηση μοιχείες του.
Όπως αποκαλύπτει μια υπηρέτρια της Νταϊάνα: «Τον καιρό που η πριγκίπισσα ζούσε στο Παλάτι του Κένσινγκτον προσπαθούσε να κρύβει το δράμα της. Οι προσπάθειές της ήταν ωστόσο άσκοπες. Από τις αρχές του γάμου της είχαμε δει και είχαμε καταλάβει τα πάντα. Υπάρχει ένας μύθος ότι ο γάμος αυτός δεν είχε καλή πορεία. Η πραγματικότητα είναι πως δεν είχε καν καλό ξεκίνημα. Στην κοινή τους ζωή δεν πέρασε ούτε λεπτό χωρίς καβγά. Οταν ο Κάρολος έφυγε από το Παλάτι του Κένσινγκτον, το 1992, η Νταϊάνα ένιωσε μεγάλη ανακούφιση. Απολάμβανε, σαν άτακτη μαθήτρια, να το σκάει από τους περιορισμούς του παλατιού με τρόπους που πολλές φορές τρομοκρατούσαν τους “δεσμοφύλακές” της, όπως αποκαλούσε η ίδια αστειευόμενη το προσωπικό ασφαλείας.
Πολλές φορές φορούσε σκούρα γυαλιά, άχρωμα ρούχα και περιπλανιόταν σαν κοινή θνητή μέσα στο πάρκο ή στην Kensington High Street πιάνοντας κουβέντα με άστεγους ή χαζεύοντας τους περαστικούς. Εκτός από το πάρκο, της άρεσε ο μικρός, ιδιωτικός, περιφραγμένος κήπος της, καθώς και ένα σημείο που δεν ήταν πάντα τόσο ιδιωτικό όσο πίστευε.
Σε όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Νταϊάνα έκανε συχνά ηλιοθεραπεία εντελώς γυμνή στο roof garden του παλατιού. Κάποιες φορές, ζαλισμένη από τη ζέστη, ξεχνούσε πού βρισκόταν και σηκωνόταν θεωρώντας ότι δεν θα την έβλεπε κανείς. Κάπως έτσι η Νταϊάνα βρέθηκε μια φορά ολόγυμνη απέναντι σε δύο οικοδόμους. Προτού προλάβει να αρπάξει τα ρούχα της, οι δυο άνδρες έκαναν βαθιά υπόκλιση, της γύρισαν την πλάτη και εξαφανίστηκαν».
Το Παλάτι του Κένσινγκτον αποτέλεσε επίσης το σκηνικό όπου διαδραματίστηκαν πολλοί από τους έρωτες της Νταϊάνα. Οι υπηρέτες της δεν θα ξεχάσουν ποτέ την εμμονή της με τον επιφανή γκαλερίστα Όλιβερ Χόαρ.
Όπως αναφέρει κάποιος από αυτούς: «Η Νταϊάνα έπαθε εμμονή με τον Χόαρ -σχεδόν σε βαθμό τρέλας. Περιπλανιόταν μεταμφιεσμένη στο Kensington αναζητώντας τηλεφωνικούς θαλάμους, απ’ όπου του έκανε εκατοντάδες κλήσεις. Η υπόθεση τελικά ξέφτισε και το πιο επώδυνο για εκείνη ήταν όταν έφτασε στο παλάτι ένα μικρό δέμα που περιείχε ένα όμορφο ζευγάρι μανικετόκουμπα του νεκρού πατέρα της, τα οποία η ίδια είχε δωρίσει κάποτε στον Χόαρ».
Σε ό,τι αφορά τον τελευταίο -και μοιραίο- έρωτα της ζωής της, Ντόντι Αλ Φαγέντ, οι υπηρέτες της τονίζουν ότι «ήταν υπερόπτης… Ένας playboy που είχε εμμονή με το status του. Μια φορά περπατούσε κορδωμένος, χαζεύοντας τον εαυτό του σε διάφορες κορνίζες που βρίσκονταν κατά μήκος ενός διαδρόμου, όταν κάποια στιγμή σκόνταψε και έπεσε κάτω. Το προσωπικό γελούσε για πολλές μέρες με αυτό το πάθημά του».
«Μας φερόταν πολύ απαξιωτικά, μας μείωνε, μας φώναζε, και η Νταϊάνα, που ήταν πολύ καλή μαζί μας, φρόντιζε να μας ζητάει συγγνώμη για εκείνον. Ήταν αυτές οι κινήσεις της που μας έκαναν να αισθανόμαστε τόσα πολλά για εκείνη».
Από τη γλυκιά Κέιτ στη δικτάτορα Μέγκαν
Η είδηση ότι η πρώην ηθοποιός και σύζυγος του πρίγκιπα Χάρι, Μέγκαν Μαρκλ, είναι ένας περίεργος και δύστροπος χαρακτήρας δεν είναι καινούρια. Άνθρωποι που συνεργάστηκαν μαζί της αποκάλυψαν πρόσφατα ότι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ήταν ιδιότροπη, ανασφαλής, κακομαθημένη, ψηλομύτα, αγενής, ντίβα, ενίοτε και κακιά και πως «μισούσε να μην την υπακούν όπως ακριβώς μισεί τις πατούσες της!».
Ανάλογη άποψη για τη δυστροπία της εκφράζεται και στο βιβλίο του Τομ Κουίν από το προσωπικό του Παλατιού του Κένσινγκτον, το οποίο η Αμερικανή δούκισσα του Σάσεξ φρόντιζε να προσβάλει για κάθε λόγο και με κάθε αφορμή.
Είναι Απρίλιος του 2018 όταν το κόστος ανακαίνισης της νέας κατοικίας του Χάρι και της Μέγκαν στο Παλάτι του Κένσινγκτον, το οποίο ξεπερνούσε τα 2,5 εκατ. λίρες «από τα χρήματα των φορολογούμενων», γίνεται πρωτοσέλιδο στο βρετανικό Τύπο.
Όμως για τη Μέγκαν το να ζει τόσο κοντά στον Γουίλιαμ και την Κέιτ δεν ήταν το καλύτερό της. Το διαμέρισμα παρέμεινε άδειο και αχρησιμοποίητο -μια ντροπή χρηματοδοτούμενη από το βρετανικό λαό, με το Χάρι και τη Μέγκαν να μετακομίζουν τον Νοέμβριο του ίδιου έτους στο Frogmore Cottage του Ουίνδσορ.
Όπως αναφέρει σήμερα κάποιο μέλος του προσωπικού: «Η Κέιτ είναι στην πραγματικότητα ένα από τα καλύτερα μέλη της βασιλικής οικογένειας και τα μυαλά της δεν έχουν πάρει αέρα. Οι εντάσεις ξεκίνησαν επειδή η Μέγκαν δεν μπορούσε να αποδεχτεί ότι δεν είναι παντρεμένη με τον επόμενο βασιλιά. Ο Χάρι αγαπούσε την ισόγεια κατοικία τους, η Μέγκαν όμως είχε πρόβλημα επειδή ήταν πολύ μικρή σε σύγκριση με το τεράστιο συγκρότημα διαμερισμάτων όπου ζουν η Κέιτ και ο Γουίλιαμ.
Η σχέση της με την Κέιτ δεν πήγε καλά, με αποτέλεσμα ο Γουίλιαμ και ο Χάρι να συναντιούνται συχνά χωρίς τις συζύγους τους προκειμένου να αποφύγουν τους καβγάδες και τις πέτρινες σιωπές τους. Στη συνέχεια η Μέγκαν συνειδητοποίησε ότι το να ζει στο Frogmore Cottage την έκανε να αισθάνεται σαν να βρίσκεται στις ρωσικές στέπες και κάπως έτσι επέμενε να φτιάξουν με τον Χάρι μια νέα ζωή στη Βόρεια Αμερική, όπως και έγινε».
Τι ήταν όμως αυτό που πυροδότησε τη μετακόμιση του Χάρι και της Μέγκαν στο Γουίνδσορ; «Η Κέιτ αναστατώθηκε όταν η Μέγκαν έβαλε τις φωνές σε ένα μέλος του δικού της προσωπικού -και αυτή ήταν η αρχή των συζητήσεων αναφορικά με την αποχώρησή τους από το Παλάτι του Κένσινγκτον», λέει ένας πρώην υπηρέτης και συνεχίζει:
«Όταν δεν είσαι συνηθισμένος να έχεις υπηρέτες, δεν ξέρεις πώς να τους φερθείς. Αυτό έπαθε και η Μέγκαν, η οποία είναι πολύ αυταρχική! Από τη μία, θέλει να είναι όπως η Νταϊάνα, η πριγκίπισσα των ανθρώπων, και από την άλλη απαιτεί από εκείνους να στέκονται προσοχή μπροστά της κάθε φορά που κουνάει το μικρό της δαχτυλάκι».
Μόνο τυχαίο δεν είναι άλλωστε ότι λίγες μόλις εβδομάδες μετά την άφιξή της στο παλάτι, το προσωπικό τής είχε αποδώσει τα διόλου κολακευτικά παρατσούκλια: «Me-Gain» (εγώ κερδίζω), «Duchess of Difficult» (Η Δούκισσα της Δυσκολίας), θέλοντας να τονίσει πόσο κακότροπη και εγωπαθής είναι η συμπεριφορά της δούκισσας του Σάσεξ, καθώς και «Di 2» και «Di Lite», καυτηριάζοντας την αγωνιώδη προσπάθειά της να μιμηθεί την Νταϊάνα.
Όταν, δε, μετακόμισε με το Χάρι στην Αμερική, οι βασιλικοί αυλικοί στο Κένσινγκτον – οι ίδιοι παραδοσιακοί Βρετανοί που δεν έβρισκαν σε εκείνη ούτε ίχνος αριστοκρατικού στυλ, ένιωσαν μόνο ένα πράγμα: Ανακούφιση.