Billy Bo: Η εξομολόγηση λίγο πριν από το τέλος – «Μου έριξαν πέτρες, λάσπη, βέλη!»

Συντάκτης: Συντακτική ομάδα

6 Ιουλίου 2022 23:09

Λίγο πριν φύγει από τη ζωή, τον Ιούνιο του 1987, ο Billy Bo έκανε μία συγκλονιστική δημόσια εξομολόγηση και αναφέρθηκε στη ζωή του και στη μάχη του με το AIDS.

O σχεδιαστής Billy Bo υπήρξε το πιο γνωστό θύμα του AIDS στην Ελλάδα. Την εποχή εκείνη όλη η Αθήνα συζητούσε για εκείνον και την αρρώστια του. Είχαν κυκλοφορήσει, επίσης, φήμες ότι ήταν ήδη νεκρός.

Οι υπερβολές των ΜΜΕ τον οδήγησαν στην απόφαση να βγει και να μιλήσει ώστε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους.

Επέλεξε να δώσει συνέντευξη στη δημοσιογράφο Λένα Ζαννιδάκη, που εκτιμούσε. Ήταν μία συνέντευξη που έμεινε στην ιστορία!

«Παραμονές γιορτών χτύπησε αργά το βράδυ το τηλέφωνό μου. Μια φωνή χωρίς ‘ήχο’, χαμηλή, σχεδόν ψιθυριστή, μου ευχήθηκε υγεία και καλή χρονιά. Ήταν ο Μπίλι Μπο. ‘Θέλω να σας δω’ μου είπε, ‘θέλω να κουβεντιάσω μαζί σας, όποτε μπορείτε, όποτε θέλετε και αν θέλετε…’. Και πήγα», έγραφε στο τεύχος του «Tαχυδρόμου» του Ιανουαρίου του 1987 η δημοσιογράφος.

Και συνέχισε: «’Να προσπαθείς να αντλήσεις κουράγιο από το βλέμμα ενός γιατρού, να εκλιπαρείς από μέσα σου και φωναχτά τον κάποιο Θεό να σε λυτρώσει από τον εφιάλτη που ζεις και εκεί ανάμεσα στον ανελέητο πόνο, στην πικρή αλήθεια και σε κάποιες αμυδρές ελπίδες, να μαθαίνεις πως είσαι ήδη νεκρός’.

Μου μιλάει ο… νεκρός Μπίλι Μπο, καθισμένος απέναντί μου, καταπονημένος, πικραμένος και χωρίς γενειάδα, όπως έγραψε κάποια εφημερίδα. ‘Τι είδους πλάσματα είναι μερικοί από εσάς τους δημοσιογράφους. Έχουν καρδιά, αισθήματα;

Μετράνε τον πόνο, το έγκλημα, τη βία, την αρρώστια με την αράδα;

Κρεμάνε την επιτυχία τους σε μεγάλους παραπλανητικούς τίτλους και τους αρκεί μια φήμη για να γράψουν σίριαλ συχνά κακής ποιότητας: η διασταύρωση της είδησης, για να βγει κάπου η αλήθεια, δε θα έπρεπε να είναι πολυτέλεια.

Ένα κάποιο τηλεφώνημα, μια ασήμαντη κουβέντα με κάποιους που δηλώνουν πηγές δε νομίζω ότι είναι αρκετά για να βγει το θέμα.

Κι όταν πρόκειται για ντόπια άχρωμα κοσμικό-κοινωνικά γεγονότα ας γράψουν ό,τι θέλουν. Όταν όμως παίζεται η ζωή, η καριέρα ενός ατόμου και η επαγγελματική επιβίωση δεκάδων άλλων, δεν το χειρίζεσαι αβασάνιστα.

Δεν πετάς λάσπες για να εντυπωσιάσεις, δε γράφεις με βάση τις φήμες για να πουλήσεις κάποια φύλλα. Είναι πράξη ανέντιμη και αξιόποινη’.

Δεν είναι επιθετικός. Δεν έχει τη δύναμη να είναι. Τα λόγια βγαίνουν σα λυγμός. Τον αφήνω να εκτονωθεί.

‘Δεν πρέπει να ξεχνάς ότι οι δημοσιογράφοι στάθηκαν δίπλα σου όταν ξεκίνησες. Παίνεψαν το ταλέντο την εργατικότητά σου, σου αφιέρωσαν σελίδες, σε βοήθησαν να γίνεις γνωστός σε ένα μεγάλο κοινό’.

‘Δεν το ξέχασα, αλλά υπήρξαν αρκετοί που με πίκραναν τελευταία και με σχολίασαν δίχως επιφύλαξη και ντροπή. Αντί να σταθούν στο γεγονός ότι ένας Έλληνας μετά τον Λαλαούνη έστησε δικό του μαγαζί στην καρδιά της Νέας Υόρκης -Παρκ Άβενιου και 59 δρόμοι- στάθηκαν στο AIDS.

Είναι μια λέξη που προκαλεί πανικό, ο κόσμος είναι απληροφόρητος και το πυροτέχνημα έσκασε και έγινε φρικιαστικό και συγχρόνως καταστρεπτικό’.

‘Θέλεις να πεις πως είχε επιπτώσεις στη δουλειά σου αυτή ή φήμη ότι βγήκε για να σε βλάψει και από πού;’

‘Η φήμη κυκλοφόρησε τις παραμονές των εγκαινίων του καταστήματος στη Νέα Υόρκη. Οι γονείς, οι αδελφές μου έμειναν χωρίς πνοή, όταν οι δημοσιογράφοι τους χτύπησαν την πόρτα και χωρίς περιστροφές και έλεος τους ρώτησαν ”Τι έχετε να δηλώσετε για το θάνατο του Μπίλι Μπο;”

Από κει και πέρα μόνο το αγγελτήριο του θανάτου μου δε δημοσιεύτηκε.

Μήπως το ίδιο δεν έγινε και με τη Λαμπέτη;  Την έθαψαν πριν ακόμα πεθάνει. Εμένα οι διάφορες και πάντα επιθετικής πηγής φήμες με έφερναν άλλοτε στο Νοσοκομείο Παστέρ στο Παρίσι, άλλοτε στο Χιούστον πότε ταριχευμένο και πότε στο κρεματόριο και τη στάχτη μου σκορπισμένη στο Αιγαίο’.

‘Είσαι νέος ωραίος ταλαντούχος διάσημος και αγαπητός. Ο κόσμος ενδιαφέρθηκε για σένα, που είχες χαθεί από το τέλος Αυγούστου. Ούτε στην Αθήνα ούτε στη Μύκονο ούτε στη Νέα Υόρκη σε είδε κανείς. Έτσι άρχισαν να κυκλοφορούν κάποιες φήμες για αρρώστιες, που δε διέψευσες’.

‘Μπορούσα να είμαι στις Μπαχάμες και να κάνω διακοπές ή μπορεί να είχα λευχαιμία, πνευμονικό οίδημα, καρδιακή ανεπάρκεια. Προτίμησαν όμως το AIDS. Ήταν πιο εντυπωσιακή σαν αρρώστια , πιο καταστρεπτική από κάθε άλλη του καιρού μας και βρήκαν πως μου ταίριαζε γάντι’.

Αδυνατισμένος, χλωμός, ψυχικά κουρασμένος ευαισθητοποιημένος από τη σωματική ταλαιπωρία. Με εκείνο τα παιδικό του χαμόγελο, που μοιάζει με πικρό μορφασμό, προσπαθεί καθώς μιλάει να συγκρατήσει κάποιο δάκρυ που αργοκυλάει στα βαθουλωμένα μάγουλά του.

Αγναντεύει από τη βεράντα του τη θάλασσα που λατρεύει κι ακούει σιγανά ρεμπέτικα τραγούδια. Η φωνή του ακούγεται σαν ψίθυρος

‘Θέλω να με αφήσουν ήσυχο να σεβαστούν την κατάστασή μου. Πέρασα πολλά, πήγα στην κόλαση και γύρισα.

Πιστεύω πως ο Θεός δεν θα με αφήσει να χαθώ -πίστευα πάντα στο Θεό- εσείς το ξέρετε, σας το έχω ξαναπεί σε μια παλιά μας συνέντευξη.

Μετά από όσα πέρασα έκανα πολλές ανακατατάξεις στη ζωή μου, την είδα από άλλη σκοπιά, είδα τις ματαιότητές της, τις προσφορές τις μικροχαρές, τις οδύνες, τις πληγές της. Αν τα βάλεις σε μια ζυγαριά, τι βαραίνει άραγε περισσότερο; Αυτό που σου δίνει ή αυτό που σου παίρνει;’.

Κρατάει στο χέρι του ένα ποτήρι νερό, πίνει γουλιά-γουλιά βουλιαγμένος στο βελούδινο καναπέ. ‘Αυτό ήταν πάντοτε το ποτό μου, το καθαρό νερό’ μου λέει- τα μάτια του αστράφτουν από κάποιο πυρετό που τον σιγοκαίει.

‘Σας κάλεσα γιατί σας εκτιμώ, σας έχω εμπιστοσύνη, ό,τι γράφτηκε μέχρι τώρα ήταν εικασίες, ανεύθυνη πληροφόρηση. Γράψτε ότι ζω και ευχαριστώ όλους εκείνους που μου συμπαραστάθηκαν στις δύσκολες ώρες μου.

Υπάρχουν και άνθρωποι που δεν έχουν κίνητρο την κούφια περιέργεια, τη σκανδαλοθηρία ή την επαγγελματική αντιζηλία. Υπάρχουν άνθρωποι που ρωτάνε για μένα με πραγματικό ενδιαφέρον, που μου στέλνουν ευχές, ακόμη και άγνωστοι, μια εικονίτσα, κάποιο λουλούδι και δεκάδες γράμματα που με παρηγορούν ό,τι κι αν μου συμβαίνει.

Άνθρωποι που μπορεί να έχουν βαδίσει έναν Γολγοθά, που μπορεί να κράτησαν κι αυτοί ένα σταυρό βαρύ, αλλά δεν τους πήρε από πίσω ο όχλος να τους ρίξει πέτρες και να κάνει πιο δύσκολο το ανέβασμά τους. Επειδή με χαρακτήρισαν δημόσιο πρόσωπο μου έριξαν πέτρες, λάσπη και βέλη.

Το αμάρτημά μου ήταν βαρύ. Εγώ, ένα Πειραιωτάκι, ξεκίνησα από το μηδέν κι έφτασα εκεί που έφτασα.

Ήμουν περήφανος και φιλόδοξος, ο Θεός όμως μας θέλει ταπεινόφρονες.

Ίσως συγχώρεσε την υπεροψία μου, γι’ αυτό μ΄ αφήνει να ζω. Οι άνθρωποι είναι ανελέητοι και με θέλουν νεκρό’.

Δυο ώρες μαζί του ήταν η αληθινή δοκιμασία για μένα. Ένιωθα απέναντί μου τη σκιά του ωραιότερου παιδιού της Αθήνας που προσπαθούσε με λυγμική φωνή να αντλήσει κουράγιο από τον ίδιο τον εαυτό του».

Η δημοσίευση του άρθρου προκάλεσε σάλο. Η Ζαννιδάκη τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Προαγωγής Δημοσιογραφίας Αθανασίου Β. Μπότση για τη γενναιότητα και την ευπρέπεια με την οποία χειρίσθηκε το θέμα.

Όσο για τον Βilly Bo; Έφυγε από τη ζωή στις 13 Ιουνίου. Ήταν ίσως το πιο διάσημο θύμα του Aids στην Ελλάδα.