Η θαμμένη δικογραφία με όλες τις λεπτομέρειες της πρώτης καταγεγραμμένης περίπτωσης που απασχόλησε τη Δικαιοσύνη και τον Δημήτρη Λιγνάδη πριν από 37 χρόνια, το 1984, έρχεται στο φως της δημοσιότητας μέσα από την εφημερίδα «Μπαμ στο ρεπορτάζ».
Όπως γράφει ο Στάθης Μπαλτάς, στις 3 Οκτωβρίου 1984 ένας δεκατετράχρονος μαθητής (ο Δ.Π.) πηγαίνει, τρέχοντας, σπίτι του και καταγγέλει στην μητέρα του ότι του επιτέθηκε σεξουαλικά ένας μεγαλύτερος άντρας, ηλικίας 20 ετών.
Λίγη ώρα αργότερα μάνα και γιος βρίσκονται στο Αστυνομικό Τμήμα στρεφόμενοι, μέσω έγκλισης, κατά ενός εικοσάχρονου φοιτητή φιλολογίας, σπουδαστή της δραματικής σχολής του εθνικού θεάτρου.
Λίγη ώρα αργότερα ο φερόμενος ως θύτης συλλαμβάνεται. Πρόκειται για το Δημήτρη Λιγνάδη! Τρία χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 24 Σεπτεμβρίου 1987 υπόθεση φτάνει στο ακροατήριο.
Στο εδώλιο κάθεται ο 23χρονος, τότε, Δημήτρης Λιγνάδης, ο οποίος κατηγορείται για το αδίκημα της αποπλάνησης παιδιού.
Ενώπιον των τακτικών δικαστών προσέρχεται η μητέρα του ανήλικου η οποία δηλώνει ότι ανακαλεί την έγκληση!
Το δικαστήριο, τηρώντας το νόμο, παύει οριστικά την διώξη. Ο νεαρός Λιγνάδης αφήνεται ελεύθερος, με λευκό ποινικό μητρώο. Τα επόμενα χρόνια η επαγγελματική του ανέλιξη και η σταδιοδρομία είναι ραγδαία.
Σήμερα, 37 χρόνια μετά το μακρινό 1984, ο προφυλακισμένος, πλέον, πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου βρίσκεται αντιμέτωπος και πάλι με τον εφιάλτη καταγγελιών όχι για αποπλάνηση, αλλά για βιασμό ανηλίκων. Ο… ξεχασμένος φάκελος του 1984 επανέρχεται στην επικαιρότητα.
Η συγκεκριμένη υπόθεση, η οποία μάλιστα μνημονεύθηκε και από το βούλευμα (υπ.αριθμ. 652/2021) του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, στο οποίο γίνεται λόγος ότι ο Λιγνάδης «επί σειρά ετών, τουλάχιστον από το 1984, οπότε χρονολογείται σήμανση του για δική μας σχετιζόμενο με την γενετήσια ελευθερία σε βάρος ανηλίκου και ως το 2015», δεν έχει ποινική, αλλά ιστορική σημασία.
Και αποδεικνύεται ιδιαίτερα διδακτική σε ό,τι αφορά τους τρόπους που φέρονται να χρησιμοποιούσε ο ηθοποιός προκειμένου να «αλιεύσει» τα φερόμενα θύματά του και να ικανοποιήσει τις γενετήσιες επιθυμίες του, αλλά και τον τρόπο που αντιμετώπιζε, τότε και τώρα, τις σοβαρές κατηγορίες.
Με πλήρη άρνηση και τον ισχυρισμό περί ασύστολων ψευδών από μέρους του μηνυτή, φτάνοντας στο σημείο για το περιστατικό του 1984 να ισχυριστεί ότι το φερόμενο ως θύμα μπέρδεψε τα φανταστικά περιστατικά με τα πραγματικά.
Η γνωριμία
Βάσει όσων είπε στους αστυνομικούς, αν ημέρα του συμβάντος, ο δεκατετράχρονος τότε νεαρός γνωρίστηκε με το Λιγνάδη στην πλατεία Αμερικής, εκεί όπου παρακολουθούσε τους φίλους του που έπαιζαν μπάλα.
Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι τον πλησίασε ένα άγνωστο παιδί, ηλικίας περίπου 20 ετών, που το είχε ξαναδεί κι άλλες φορές.
Ο φερόμενος ως θύτης του ανέφερε ότι ασχολείται με το ποδόσφαιρο και ότι αν θέλει, μπορεί να μεσολαβήσει για να τον γράψει σε ομάδα ποδοσφαίρου.
Κατόπιν φέρεται να του πρότεινε να πάει σπίτι του να τον γράψει. Το φερόμενο ως θύμα επισημαίνει ότι μαζί με τον εικοσάχρονο Λιγνάδη πήγαν σε ένα σπίτι στην οδό (…).
Εκεί λοιπόν στο διαμέρισμα ισχυρίζεται ότι του έγραψε τα στοιχεία σε ένα απλό χαρτί και του είπε ότι σπουδάζει ιατρός, ότι στη συνέχεια του ζήτησε να σηκώσει την μπλούζα και να του μετρήσει το στήθος αλλά και να βγάλει το παντελόνι.
«Είχα βγάλει και το σλιπάκι κατόπιν υποδείξεως. Μέχρι τότε πίστευα ότι ήταν απαραίτητα όλα αυτά για να γραφτώ σε μια ομάδα. Στη συνέχεια μου είπε να ξαπλώσω ανάσκελα στο κρεβάτι, όπως ήμουν γυμνός.
Το παντελόνι και το σορτς το είχα κατεβάσει στο τέλος των ποδιών μου, ενώ φορούσα τα παπούτσια μου. Όταν ξάπλωσα, έσβησε το φως και μου είπε να κλείσω τα μάτια. Ύστερα άρχισε να μου γλείφει το π… μου με τα χείλη του. Για 10 λεπτά περίπου.
Μετά μου είπε να καθίσω μπρούμυτα και να κάτσω στα γόνατα. Του είπα ότι πέρασε η ώρα και πρέπει να φύγω».
Μάλιστα, ο δεκατετράχρονος φέρεται να ισχυρίστηκε ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν είχε αντίρρηση στο να φύγει.
Σε άλλες καταθέσεις του όμως, μετέπειτα, επεσήμανε ότι δεν αντέδρασε κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επίθεσης επειδή φοβήθηκε μην τον χτυπήσει ή τον σκοτώσει.
Η μητέρα
Την ίδια ημέρα η μητέρα του δεκατετράχρονου περιέγραψε στις Αρχές ότι ο γιος της είχε έρθει ταραγμένος στο σπίτι, μετά το περιστατικό με το Λιγνάδη. Όταν την ρώτησε φοβισμένος αν είναι κακό «αν ένας άντρας πάρει το π… του άλλου στο στόμα» η μητέρα του ζητήσει να πει καθαρά τι συνέβη.
Προφανώς, η εξήγηση του νεαρού ότι συζητούσε το θέμα με τα παιδιά στην πλατεία δεν την είχε πείσει. Ο Δ.Π. εξιστόρησε το πως ένας εικοσάχρονος φοιτητής τον πλησιάσει την πλατεία Αμερικής και με τον ισχυρισμό ότι μπορεί να τον γράψει ποδοσφαιρική ομάδα, προέβη σε ασελγείς πράξεις εις βάρος του.
Αμέσως εκείνη ειδοποίησε την αστυνομία και πήγαν στο επίμαχο διαμέρισμα στο αδιέξοδο της οδού (…). Από την έρευνα της εφημερίδας, προκύπτει ότι στο σημείο βρήκαν τον Τάσο Λιγνάδη, πατέρα του ηθοποιού, καθώς το δωμάτιο με το γραφείο και το κρεβάτι αποδείχτηκε ότι ανήκε σε εκείνον!
Βάσει των στοιχείων που συγκέντρωσε η εφημερίδα «Μπαμ στο ρεπορτάζ», ο Δημήτρης Λιγνάδης συνελήφθη λίγη ώρα αργότερα. Στην πρώτη κατάθεση ενώπιον των αστυνομικών αρνήθηκε την κατηγορία.
Υποστήριξε ότι η εξιστόρηση του δεκατετράχρονου ήταν απολύτως ψευδής και φανταστική, ενώ επιχείρησε να δικαιολογήσει το γεγονός ότι τον πήγε σπίτι του πατέρα του επειδή ήθελε να κάνει την… ανάγκη του.