Πωλητήριο στη βίλα Λυμπέρη στη Μύκονο έναντι είκοσι εκατομμυρίων ευρώ, έβαλε ο Δημήτρης Μαυρομμάτης, ο οποίος την είχε αποκτήσει διαθέτοντας δύο εκατομμύρια ευρώ.
Ο συλλέκτης έργων τέχνης Δημήτρης Μαυρομμάτης που διαθέτει τεράστια οικονομική επιφάνεια και η αείμνηστη αδελφή του, Λιάνα είχαν κάνει δικό τους το ακίνητο του εκδότη Αντώνη Λυμπέρη στα Χουλάκια της Μυκόνου.
Τότε, το 2016, ήταν ημιτελές. Δαπάνησαν δύο εκατομμύρια ευρώ για να το αποκτήσουν.
Στη συνέχεια, τα δύο αδέλφια προχώρησαν στην ανακαίνιση του κτιρίου, η οποία κόστισε τρία εκατομμύρια ευρώ. Πλέον, πρόκειται για μία άκρως εντυπωσιακή έπαυλη.
Στο μεταξύ, πληροφορίες αναφέρουν πως ο Μαυρομάτης έχει αποφασίσει να πουλήσει τη βίλα. Το αντίτιμο φαίνεται πως ορίστηκε στα είκοσι εκατομμύρια ευρώ, αν και κάποιες πηγές κάνουν λόγο για 25 εκατομμύρια ευρώ.
Αν και πρόκειται για πολύ μεγάλο ποσό, κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν ότι η βίλα που είναι χτισμένη σε οικόπεδο χιλίων τετραγωνικών μέτρων, αξίζει κάθε ευρώ.
Η κατοικία περιέχει πανέμορφα έπιπλα και εκπληκτικά ψηφιδωτά, ενώ τη διακόσμησή της ανέλαβε η Βέτα Τσουκαλά σε συνεργασία με διάσημους επαγγελματίες του χώρου από το εξωτερικό.
Λέγεται πως η είδηση της πώλησης της βίλας προκάλεσε το ενδιαφέρον πιθανών επενδυτών και δεν αποκλείεται να προκύψουν σύντομα εξελίξεις.
Ο Μαυρομμάτης βρίσκεται συνειδητά μακριά από τη δημοσιότητα και μοιράζει τη ζωή του μεταξύ Γενεύης, Μόντε Κάρλο, Παρισιού, Λονδίνου και Νέας Υόρκης. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι ξεχνάει την πατρίδα του. Ειδικά το καλοκαίρι απολαμβάνει τον ήλιο και τη θάλασσα, έχοντας ως αγαπημένο μέρος των διακοπών του τη Μύκονο.
Άνθρωποι που έχουν συναναστραφεί τον Μαυρομμάτη κάνουν λόγο για έναν παθιασμένο συλλέκτη.
Διαθέτοντας τεράστια περιουσία, την οποία κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει ακριβώς, γοητεύτηκε νεαρός ακόμα από την τέχνη, η οποία αποδείχθηκε ο μεγαλύτερος έρωτας της ζωής του. Πικάσο, Ματίς, Γουόρχολ, Μπασκιά, Μιρό, διαμάντια, πορσελάνες και αρ ντεκό έπιπλα, όπως το μπουντουάρ της Μαρίας Αντουανέτας από το παλάτι του Φοντενεμπλό, συνθέτουν μεγάλο μέρος της συλλογής του.
Ο κατά πολλούς μεγαλύτερος συλλέκτης αντικειμένων του 18ου αιώνα δεν αντιλήφθηκε ποτέ αυτό που αποκαλείται οικονομική κρίση. Όντας δε ένας από τους πλουσιότερους Έλληνες, δεν δίστασε να «ελαφρώσει» τον τραπεζικό του λογαριασμό κατά 20.260.295 ευρώ προκειμένου να κάνει δικό του έναν Πικάσο σε δημοπρασία του οίκου Christie’s πριν από λίγα χρόνια!
Απέκτησε τη δημιουργία του διάσημου Ισπανού ζωγράφου με τίτλο «Femme assise, robe bleue», που δείχνει την ερωμένη του Ντόρα Μάαρ να κάθεται σε καρέκλα και να προβάρει ένα ροζ καπέλο.
Το νέο δημοσιεύτηκε την επομένη στην εφημερίδα «London Daily News» έπειτα από επιλεκτική διαρροή, αφού ο ίδιος αποφεύγει -πλην ελαχίστων περιπτώσεων να μιλάει για τα αποκτήματά του.
Το συγκεκριμένο έργο είναι το τελευταίο απόκτημα της προσωπικής του συλλογής. Ο Πικάσο το τελείωσε το 1939 και μέχρι τη δημοπρασία των Christie’s είχε εκτεθεί μόλις μία φορά, το 1967, στο Fondation Beyeler.
Ο γιος του εύπορου επιχειρηματία από την Κωνσταντινούπολη έχει αποκτήσει το παρατσούκλι «Το μάτι» χάρη στο εξαιρετικό αισθητήριο που διαθέτει όταν αναζητάει τις σπανιότατες πορσελάνες Σεβρών, τις οποίες λάτρεψε από τότε που νεαρός ακόμα έκανε τις βόλτες του στα παλαιοπωλεία του Marche aux Puces στο Παρίσι.
Οι φίλοι του 55χρονου επιχειρηματία έχουν να λένε για τον ευαίσθητο χαρακτήρα του.
Έζησε από μικρός την πολυτέλεια στα διάφορα σπίτια της οικογένειας και άρχισε να θαυμάζει τα παλιά έπιπλα και αντικείμενα, εν αντιθέσει με τους γονείς του που δεν ήταν ποτέ συλλέκτες.
Ειδικά ο πατέρας του ήταν πρώτα απ’ όλα μπίζνεσμαν και, όπως απέδειξε η πορεία του, πολύ διορατικός, αφού με έδρα το Παρίσι είδε πολύ μακριά – και πιο συγκεκριμένα στην Αφρική.
Άρχισε λοιπόν να εμπορεύεται καφέ και κακάο από το Καμερούν και οι δουλειές πήγαιναν τόσο καλά που η επιχείρηση άνοιξε γραφεία στο Λονδίνο, στη Γενεύη και το Άμστερνταμ.
Πεθαίνοντας το 1977, άφησε πίσω του μια αυτοκρατορία, το βάρος της οποίας αδυνατούσε να σηκώσει ο 19χρονος τότε Δημήτρης, που είχε ήδη αρχίσει να «ερωτοτροπεί» με τις αντίκες.
Αποφάσισε να πουλήσει την οικογενειακή επιχείρηση. Σε αυτή του την κίνηση τον βοήθησαν οι σπουδές που έκανε τότε στις Οικονομικές Επιστήμες και τη Διοίκηση Επιχειρήσεων, χρειάστηκε όμως κάτι παραπάνω από ενάμιση χρόνο για να κλείσει το deal.
Όταν έπεσαν οι τελικές υπογραφές ήταν πλέον ένας νεαρός δισεκατομμυριούχος που άνοιξε το πρώτο του χρηματιστηριακό γραφείο στη Γενεύη το 1981, σε ηλικία 23 ετών.
Ακολούθησε το άνοιγμα κι άλλων γραφείων, όμως εν αντιθέσει με τον πατέρα του το πάθος του για τις πορσελάνες και τα αντικείμενα του 18ου αιώνα τον οδήγησε στην αναζήτηση σπανιότατων κομματιών, όπως το περίφημο μαύρο βάζο που δέσποζε στο εξώφυλλο του καταλόγου μιας δημοπρασίας.
Στην προσωπική του ζωή παραμένει ένας κλειστός άνθρωπος που χαίρεται να δέχεται φίλους στο σπίτι του στο Παρίσι για φαγητό και χαλαρή συζήτηση, αφού αποφεύγει τις κοσμικές συναθροίσεις.
Το διαμέρισμά του στην Avenue George – Mandel στο Παρίσι είναι ένας ναός της τέχνης με συγκλονιστική διακόσμηση, ενώ στον ίδιο δρόμο διαθέτει άλλο ένα όπου έχει τοποθετήσει εξαίρετα κομμάτια αφρικανικής τέχνης.
Διαθέτει επίσης σπίτια στη Γενεύη, στο Μονακό, στη Νέα Υόρκη και στις Μπαχάμες, ενώ ταξιδεύει συχνά με lear jet, ειδικά όταν ψάχνει έργα τέχνης.
Παραμένει ανύπαντρος εκ πεποιθήσεως και όπως έχει δηλώσει, αν δεν αποκτήσει παιδιά θα χαρίσει την περίφημη συλλογή του σε κάποιο μουσείο.
Ήταν πολύ δεμένος με την αδελφή του Λιάνα, η οποία τον συνόδευε σε grand events του διεθνούς jet set για λίγους και ισχυρούς. Εκείνη έφυγε από τη ζωή το 2019.