Στη λεζάντα του βίντεο έγραψε: «Ένα από τα πιο αγαπημένα μου κομμάτια σε κάθε σεζόν είναι που ξαναμπαίνω στην ντουλάπα της Emily! Μου αρέσει να σας βλέπω όλους να αναδημιουργείτε τα looks της».
Είναι η πιο λαοφιλής σειρά για εκείνους που αγαπούν τη μόδα. Είναι όμως και η πιο μισητή. Για το ίδιο ακριβώς κοινό. Το αγαπομίσος -λέξη αρκούντως περιγραφική της συναισθηματικής αντίφασης που νιώθει ένας μέσος fashionista για το «Emily in Paris»- είναι εκ των ων ουκ άνευ υλικό της επιτυχίας του. Περισσότερο από τη μάλλον τετριμμένη υπόθεσή του, τα καρτ-ποσταλικής κοπής πλάνα και βέβαια την ερμηνεία της πρωταγωνίστριας Λίλι Κόλινς, η οποία μεταξύ μας είναι παραπάνω από τίμια.
Αλλά αν κάτι μοιραία συζητιέται αμέσως μετά την κυκλοφορία κάθε σεζόν, δεν είναι ούτε το ερμηνευτικό ταλέντο της, ούτε η δεινότητα των συναδέλφων της, ούτε τα υπαρξιακά διλήμματα της ηρωίδας (βλ. να επιστρέψει στο Σικάγο ή να μείνει στο Παρίσι και να ρισκάρει για μία ακόμα φορά;). Ο απόηχος κάθε σεζόν αφορά όσα φοράει η Εμιλι, τα οποία αποκτούν διαστάσεις ιερού καταναλωτικού δισκοπότηρου και σημαίνουν την εκκίνηση ενός άτυπου κυνηγιού θησαυρού για τον εντοπισμό των ρούχων, των παπουτσιών και των αξεσουάρ στην αληθινή ζωή. Το αυτό επιβεβαιώθηκε και με την τρίτη σεζόν που διατέθηκε από το Netflix λίγες ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και πρόλαβε να ερεθίσει τα ενδυματολογικά ένστικτα πριν προλάβεις να πεις Αϊφελ.
Ενώ λοιπόν τα περιοδικά μόδας και οι όπου γης fashion editors δουλεύουν σε ρυθμούς ξωτικών του Αϊ-Βασίλη, δηλαδή διπλοβάρδιες, για να ξετρυπώσουν το πολύχρωμο πλεκτό Essentiel Antwerp (αξίας 355 ευρώ), τις καταπράσινες μπότες από δέρμα nappa (αξίας 1.295 ευρώ) της Maison Scorpios ή το πολύχρωμο νέον σακάκι Mira Mikati (αξίας 955 ευρώ), όλα τους φορεμένα υποδειγματικά από την Εμιλι, το debate γύρω από τις εμφανίσεις της ηρωίδας φουντώνει και θεριεύει.
Αλλοι συγχαίρουν και άλλοι ρίχνουν ανάθεμα στον άνθρωπο που ανέλαβε να σηκώσει το βαρύ φορτίο μιας σειράς που αποτίει σπονδή στο φαίνεσθαι, στην έξωθεν καλή μαρτυρία και βέβαια τη βιομηχανία της μόδας. Ποιος είναι αυτός; Η ενδυματολόγος και σχεδιάστρια κοστουμιών Μέριλιν Φιτούσι.
Ηταν μια δύσκολη δουλειά αυτή που ανέλαβε, αλλά κάποιος έπρεπε να την κάνει. Τον πήχη ανέβασε ακόμα ψηλότερα για την οικουμενικά διάσημη πια στυλίστρια η αποχώρηση της Πατρίσια Φιλντ από την υψηλή εποπτεία της εικόνας της σειράς. Ωστόσο η σκιά της Αμερικανίδας σχεδιάστριας πέφτει ακόμα βαριά ή, για να είμαστε επιεικέστεροι, το πνεύμα της καθοδηγεί τη μέχρι πέρυσι βοηθό της στο «Emily in Paris».
Η αλήθεια είναι πως η πρώην συνεργάτιδα, νυν διάδοχος της Φιλντ στο ενδυματολογικό πρόσταγμα της σειράς υπερέβαλε εαυτόν για να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να φέρει εις πέρας τα εκατοντάδες looks των ηρώων για τα δέκα ημίωρα επεισόδια. Μόνο για τη Λίλι Κόλινς χρειάστηκαν 43 διαφορετικά oufits, για τη σύνθεση των οποίων η Φιτούσι και η ομάδα της συγκέντρωσαν περί τα 40.000 διαφορετικά ρούχα, παπούτσια, κοσμήματα και αξεσουάρ.
Συνεργάστηκαν με οίκους μόδας, τρύπωσαν στα αρχεία σχεδιαστών, έλιωσαν τις σόλες τους πηγαίνοντας από μπουτίκ vintage ρούχων σε καταστήματα ρούχων από δεύτερο χέρι, ξεσκόνισαν στοίβες περιοδικών, κατέγραψαν τις ενδυματολογικές συνήθειες των Παριζιάνων και προσπάθησαν να αποφύγουν μια πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας που τελικά δεν θα ενδιέφερε και δεν θα συγκινούσε κανέναν.
Αλλωστε αν η Φιλντ άφησε μια παρακαταθήκη στην επαγγελματική επίγονό της, αυτή ήταν να μην επιτρέψει στον ρεαλισμό να καταστρέψει την ονειροπόληση, μια έννοια δηλαδή ταυτόσημη με τη φυσιογνωμία, την αισθητική και τελικά την επιτυχία της σειράς. Κι ας ορύονται διάφορα δημοσιεύματα πως η Εμιλι Κούπερ δεν θα μπορούσε με καμία κυβέρνηση να συντηρήσει τη ζωή της στο Παρίσι και την γκαρνταρόμπα της με έναν μισθό 45.000 ευρώ ετησίως. Αλλά, όπως λέει και το παλιό δημοσιογραφικό ρητό, ποτέ μην αφήνεις την αλήθεια να σου καταστρέψει μια ωραία ιστορία.
Μόνο για τις εμφανίσεις της Λίλι Κόλινς χρειάστηκαν 43 διαφορετικά oufits, για τη σύνθεση των οποίων η Φιτούσι και η ομάδα της συγκέντρωσαν γύρω στα 40.000 διαφορετικά ρούχα, παπούτσια, κοσμήματα και αξεσουάρ
Πίσω στην ντουλάπα της Εμιλι, το βασικό ζήτημα που είχε να αντιμετωπίσει η Φιτούσι -πέρα από τη συγκέντρωση χιλιάδων στυλιστικών συμπαρομαρτούντων, τα οποία όπως η ίδια λέει, όσα κι αν είναι σε πλήθος ποτέ δεν μοιάζουν αρκετά- ήταν η εξέλιξη. Η Αμερικανίδα Εμιλι στην τρίτη σεζόν της στο Παρίσι θα έπρεπε να μοιάζει περισσότερο ενταγμένη στο ενδυματολογικό αφήγημα της πόλης.
Σε καμία περίπτωση, όμως, να συμβιβαστεί με τους κώδικες των Παριζιάνων και να διακινδυνεύσει να προκαλέσει χασμουρητό και βαρεμάρα άμα τη εμφανίσει της. «Το έναυσμα για τη στυλιστική εξέλιξη της Εμιλι ήταν οι κότσοι των μαλλιών της Λίλι. Από τη στιγμή που τους είδα ξύπνησαν πολλές εικόνες στο μυαλό μου», λέει η Φιτούσι.
Τότε αποφάσισε να αντλήσει αναφορές από το νέο κύμα του γαλλικού κινηματογράφου, τις ταινίες του Γκοντάρ, το στυλ της Τζέιν Μπίρκιν, της Φρανσουάζ Αρντί αλλά και της Μπριζίτ Μπαρντό. Η Εμιλι έπρεπε -κατά την άποψή της- να εκπέμπει παριζιάνικο αέρα, αλλά κλείνοντας το μάτι ή μάλλον βγάζοντας τη γλώσσα στα ιερά και τα όσια του γαλλικού ενδυματολογικού κώδικα, όπως δηλαδή θα όφειλε μια γυναίκα γέννημα θρέμμα του Σικάγο. Χωρίς να θυσιάζει την αυθεντικότητα και την άγνοια κινδύνου της.
Αν λοιπόν στους δύο προηγούμενους κύκλους της σειράς η τηλεοπτική Αμερικανίδα στο Παρίσι σχολιάστηκε σε βαθμό επίκρισης για τις ψηλοτάκουνες γόβες με τις οποίες σουλάτσαρε στη γαλλική πρωτεύουσα, πράγμα που μια αυτόχθων της χώρας δεν θα επιχειρούσε με τίποτα, στον τρίτο γίνεται δακτυλοδεικτούμενη χάρη στις υπερμεγέθεις πλατφόρμες της.
Μόνο που αυτή τη φορά είναι για καλό. Τουλάχιστον στην περίπτωση των 16ποντων Superyaz διά χειρός Κριστιάν Λουμπουτέν, τα οποία όταν φόρεσε η ηρωίδα ήταν και τα μοναδικά στον κόσμο. Είναι το δίχως άλλο ανακουφιστική η είδηση πως πλέον είναι διαθέσιμα στο ηλεκτρονικό κατάστημα του Γάλλου ποιητή της υποδηματοποιίας.
Οτι το κόστος τους ανέρχεται σε 7.000 ευρώ είναι μια διαφορετική ιστορία – για κάποιους ίσως επουσιώδης λεπτομέρεια. Ναι, στην γκαρνταρόμπα της Εμιλι υπάρχουν εμβληματικές (και δυσθεώρητης αξίας) δημιουργίες των Dolce & Gabbana, του Ζαν Πολ Γκοτιέ και του Κριστιάν Λακρουά. Μάλιστα, η Φιτούσι έχει κάθε λόγο να καμώνεται το παγόνι -ήτοι να φουσκώνει από περηφάνια- αφού κατάφερε να εξασφαλίσει άδεια για να καταδυθεί στα αρχεία των δύο Γάλλων σχεδιαστών και να συλλέξει πολεμοφόδια για τη στυλιστική φαρέτρα της.
Εκείνο που πέτυχε η ενδυματολόγος ήταν να συνδυάσει τις δημιουργίες υψηλής ραπτικής με οικονομικότερα και πιο μαζικά κομμάτια, όπως το ήδη περιζήτητο μοβ τζάκετ από τη συνεργασία της H&M με την Αϊρις Απφελ (μόλις στα 400 ευρώ). Αλλά και με νέους σχεδιαστές που λογικά πρέπει να μακαρίζουν την καλή τους τύχη που η Φιτούσι βρέθηκε στο διάβα τους. Οπως ο Ελβετός Κέβιν Τζερμανιέ. Μάστορας των πλεκτών δημιουργιών, ο νεαρός σχεδιαστής θεωρείται το νέο τρομερό παιδί της σύγχρονης γαλλικής σκηνής της μόδας και προσεχώς μέσω της υπερτροφικής προβολής που λαμβάνει, νέο εξαγώγιμο προϊόν.
Βέβαια, πίσω από όλες τις επιλογές της ενδυματολόγου της σειράς, πίσω από τις εμφανίσεις που εξάπτουν τις τηλεθεάτριες, πίσω από απλώς την παρέλαση ρούχων, υποδημάτων, κοσμημάτων και αξεσουάρ υπάρχει ένα βαθύτερο μήνυμα. Ή τουλάχιστον αυτό εύχεται, ελπίζει και προσδοκά η γυναίκα που ντύνει τη σειρά. «Νομίζω ότι εκείνο που θα αρέσει φέτος στους τηλεθεατές είναι ότι δεν τα παρατάω ποτέ», λέει. «Οτι συνεχίζω να παλεύω για πράγματα στα οποία πιστεύω, ότι δεν συμβιβάζομαι παρά την κριτική από περιοδικά μόδας, sites, instagrammers. […]
Υπάρχει ένα δεύτερο επίπεδο, ένα μήνυμα ανεκτικότητας αλλά και εξέγερσης. Να είμαστε ο εαυτός μας, να υπερασπιζόμαστε τη μοναδικότητά μας, να είμαστε διαφορετικοί». Ακόμα κι αν καμιά φορά χρειάζεται να βάλουμε το χέρι (πολύ) βαθιά στην τσέπη γι’ αυτό. Ολα εδώ πληρώνονται.
Πηγή: Πρώτο Θέμα