Ο σφοδρός και πολυετής πόλεμος του πλέον αναγνωρίσιμου δημιουργού του αμερικανικού κινηματογράφου Γούντι Άλεν με την πρώην σύντροφό του, αλλοτινή του μούσα Μία Φάροου, αλλά και με το μοναδικό βιολογικό τους παιδί, ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Θυμίζουμε επί τροχάδην ότι το 1992 ο Γούντι Άλεν συνδέθηκε ερωτικά με τη Σουν Γι, θετή κόρη της τότε συντρόφου του Μία Φάροου. Η Φάροου κατηγόρησε τον Άλεν ότι παρενόχλησε σεξουαλικά την επτάχρονη θετή τους κόρη, Ντίλαν. Από τη δικαστική έρευνα δεν προέκυψαν ενοχοποιητικά στοιχεία, αλλά το κίνημα του #MeToo και κυρίως η επιμονή του ίδιου του γιου του και βραβευμένου με πούλιτζερ Ρόναν Φάροου, η υπόθεση επανέρχεται.
Λαϊκό δικαστήριο
Πρόκειται για ένα σκάνδαλο που στιγμάτισε τους πρωταγωνιστές του και σόκαρε τον πλανήτη. Αξιοσημείωτο, όμως, είναι ότι θυμίζει ένα διαρκές λαϊκό δικαστήριο που επιβιώνει ανά τις δεκαετίες που περνάνε.
Το νέο ντοκιμαντέρ του ΗΒΟ που κυκλοφορεί, επαναφέρει στο προσκήνιο τη διαρκή σύγκρουση, μέσω νέων συνεντεύξεων των πρωταγωνιστών, νέο οπτικό και ηχητικό υλικό, αρχειακό υλικό και ντοκουμέντα που βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας. «Άλλεν vs Φάροου», λοιπόν, ή όπως το χαρακτήρισαν πολλοί: «το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του Γούντι Άλεν».
Μια… μοντέρνα οικογένεια
Η δεκαετία του 1980 βρήκε τους Άλεν και Φάροου ζευγάρι στη ζωή και συνεργάτες. Η δημοφιλής ηθοποιός πρωταγωνίστησε σε 13 από τις ταινίες του, από το 1982 έως και το 1992. Η σχέση τους, όμως, ήταν αυτή που κέντρισε το ενδιαφέρον και γοήτευσε ως η επιτομή μίας μοντέρνας οικογένειας. Είχαν και οι δύο ήδη δύο γάμους στο ιστορικό τους. Τα πήγαιναν περίφημα με τους πρώην τους. Έμοιαζαν αγαπημένοι και αφοσιωμένοι, δίχως ποτέ να παντρευτούν ή ακόμα και να ζήσουν στο ίδιο σπίτι. Τα διαμερίσματά τους βρίσκονταν αντικρυστά, με το Σέντραλ Παρκ να τα χωρίζει. Φωτογραφίζονταν συχνά με τα θετά παιδιά της Φάροου, ενώ σύντομα υιοθέτησαν το δικό τους κοριτσάκι ονόματι Ντίλαν και απέκτησαν το μοναδικό βιολογικό τους παιδί Ρόναν Φάροου.
«Δεν ήταν απαιτητική, ήταν πιο ενημερωμένη από εμένα, πιο καλλιεργημένη, με την απαραίτητη λαγνεία, γοήτευε τους φίλους μου και, το κυριότερο, ζούσε ακριβώς στην άλλη πλευρά του Σέντραλ Παρκ, πράγμα που μείωνε σημαντικά τις μετακινήσεις με το αυτοκίνητο»,
έγραψε ο Άλεν στην πρόσφατη αυτοβιογραφία του για την σχέση τους. Όπως ο ίδιος περιγράφει, αυτό που κράτησε το ζευγάρι ενωμένο για 13 χρόνια ήταν «μια πολύ βολική και ευχάριστη ρύθμιση» σύμφωνα με την οποία ζούσαν σε ξεχωριστά διαμερίσματα στο Μανχάταν και εκείνος την επισκεπτόταν στο δικό της ή πήγαινε στο σπίτι της στο Κονέκτικατ τα Σαββατοκύριακα.
Αυτή η ειδυλλιακή, όσο και αντισυμβατική οικογενειακή δυναμική έγινε σμπαράλια. Η Φάροου ανακάλυψε γυμνές φωτογραφίες της θετής κόρη της Σουν-Γι Πρέβιν. Αυτές λίγο πολύ αποκάλυψαν τον κρυφό ερωτικό δεσμό της με τον κατά 35 χρόνια μεγαλύτερο της Άλεν.
Δικαστική μάχη
Μετά την αποκάλυψη του δεσμού, αλλά και την επισημοποίησή του με την μετακόμιση της Πρεβίν στο διαμέρισμα του Άλεν, δόθηκε μία σκληρή δικαστική διαμάχη μεταξύ του πρώην ζευγαριού για την κηδεμονία των παιδιών τους. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Αλεν κλήθηκε να απαντήσει για τη σχέση του με την Σουν-Γι. «Στην αρχή, δεν μου πέρασε καν η σκέψη ότι θα μαθευόταν. Νόμιζα ότι πρόκειται για μία σχέση που θα κρατούσαμε και οι δύο ιδιωτική. Οτι δεν έπεφτε λόγος σε κανέναν άλλον. Μετά τα πράγματα σοβάρεψαν μεταξύ μας και δεν ήταν εφικτό να μην το μάθουν τα παιδιά μου…», δήλωσε.
Όταν ο δικαστής τον ρώτησε «δεν ήταν αρκετά αποτρεπτικό για εσάς να ξέρουν τα παιδιά σας ότι κοιμάστε με την αδελφή τους;», ο Αλεν είχε απαντήσει: «Δεν το είδα ποτέ έτσι, και να με συγχωρείτε».
Σε μία ακόμα πιο σοκαριστική εξέλιξη της υπόθεσης η Φάροου υποστήριξε ότι ο Άλλεν είχε κακοποιήσει σεξουαλικά την θετή τους κόρη Ντίλαν. Ο σκηνοθέτης αρνήθηκε κάθε κατηγορία, υποστηρίζοντας ότι «ήταν μια πράξη εκδίκησης για τη σχέση του με την Πρεβέν».
Παράλληλα, αφήνει υπονοούμενα για την «αφύσικη εμμονή» της Μία Φάροου με τον βιολογικό γιο τους Ρόναν, τονίζοντας ότι η ηθοποιός κοιμόταν γυμνή στο κρεβάτι μαζί του μέχρι εκείνος έγινε 11 ετών. Ο Ρόναν δεν διατηρεί καμία σχέση με τον πατέρα του, ενώ αποτελεί τον σκληρότερο επικριτή του. Επίσης είναι γνωστό ότι πρωτοστάτησε ως επαγγελματίας δημοσιογράφος στο κίνημα #Μetoo με τις αποκαλύψεις του για τη συμπεριφορά του Γουάινσταϊν, που οδηγήθηκε τελικά στη φυλακή.
Σεξουαλική κακοποίηση
Το ντοκιμαντέρ αποτελείται από τέσσερα επεισόδια, τα οποία θα προβάλλονται κάθε Κυριακή. Φέρει την υπογραφή των έμπειρων κινηματογραφιστών Κίρμπι Ντικ και Έιμι Ζίερινγκ. Εστιάζεται στην αποκάλυψη της σχέσης του Άλεν με τη θετή κόρη της συντρόφου του Σουν-Γι, αλλά και στην κατηγορία για σεξουαλική κακοποίηση της άλλης θετής του κόρης Ντίλαν Φάροου.
Το πρώτο επεισόδιο των ντοκιμαντέρ αποτελεί τον πρόλογο. Εξιστορεί πώς συναντήθηκε το ζευγάρι και ξεκίνησε τον δεκαετή δεσμό τους. Την περίοδο εκείνη η Φάροου είχε ήδη επτά υιοθετημένα παιδιά. Παρ’ ότι εκείνη επιθυμούσε να αποκτήσουν το δικό τους βιολογικό, ο Άλεν αρνιόταν. Εκείνος ήταν που απέρριπτε και την ιδέα του γάμου. Την περίοδο εκείνη η Μία υιοθέτησε την Ντίλαν, η οποία κέρδισε αμέσως την αγάπη του Άλεν και ζήτησε ο ίδιος να την υιοθετήσουν και οι δυό. Μιλούν δημόσια για την περίοδο εκείνη φίλοι, συγγενείς, υπάλληλοι του ζευγαριού, μπεϊμπι σίτερς, αλλά και η ίδια η Μία, η κόρη της Ντίλαν και ο γιός του ζευγαριού Ρόναν.
Το δεύτερο επεισόδιο ασχολείται με την αποκάλυψη της σχέσης Άλεν και Πρεβίν. Οι σκηνοθέτες επιλέγουν να ακουστεί η άποψη μιας χούφτας κριτικών ταινιών και δημοσιογράφων, οι οποίοι αναλύουν πώς είδαν τις ταινίες του σκηνοθέτη, όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο. Αν και κατά πόσο επηρέασε την σχέση του με το πιστό κοινό του. Προβάλλεται, μάλιστα, το επιχείρημα ότι το καλλιτεχνικό έργο αντικατοπτρίζει τις εσωτερικές επιθυμίες του καλλιτέχνη. Πρόκειται για μία παρακινδυνευμένη διαπίστωση.
Τα δύο τελευταία επεισόδια είναι αφιερωμένα στις κατηγορίες για παιδοφιλία που έπληξαν την περσόνα του χαρισματικού, ταλαντούχου και νευρωτικού Άλεν. Αν και ο τελευταίος δεν συμμετέχει στο ντοκιμαντέρ, ακούγεται η θέση του. Οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ χρησιμοποιούν αρχειακά πλάνα του, είτε πρόκειται για τηλεοπτικές συνεντεύξεις, συνεντεύξεις τύπου ή άλλες δημόσιες εκδηλώσεις. Οι σκηνοθέτες περιλαμβάνουν και την φωνή του, είτε από ραδιοφωνικές εκπομπές, είτε από τηλεφωνικές κλήσεις που ηχογραφήθηκαν από την ίδια τη Μία.
Τέλος, δείχνουν τον ίδιο το σκηνοθέτη να διαβάζει σχετικά αποσπάσματα από την πρόσφατη αυτοβιογραφία του. «Ο κόσμος δεν μπορεί να ξέρει πόσο πραγματικά βαρετός άνθρωπος είμαι. Δεν δοκίμασα ποτέ ναρκωτικά, εδώ δεν μπορώ να πείσω τον εαυτό μου να πάρει δύο ασπιρίνες μαζί. Ζω μία ρουτινιάρικη ζωή που έχει το ίδιο καθημερινό μοτίβο: σηκώνομαι, δουλεύω, κάνω πρακτική στο κλαρινέτο, πάω βόλτα στο πάρκο και με ποια συγκεκριμένη διαδρομή…».
Η οργισμένη απάντηση του Γούντι Άλλεν
Ως άγρια και άδικη επίθεση εναντίον του χαρακτήρισε ο Γούντι Αλεν το νέο ντοκιμαντέρ του HBO, που ξαναφέρνει στο φως παλιές καταγγελίες εις βάρος του περί σεξουαλικής κακοποίησης. Ο 85χρονος σήμερα σκηνοθέτης και η 50χρονη σύζυγός του, Σουν Γι, υπογραμμίζουν σε δήλωσή τους στο Hollywood Reporter ότι «Allen v. Farrow» είναι γεμάτο με ψέματα, περνώντας ουσιαστικά στην αντεπίθεση λίγες μόνο ώρες μετά την προβολή του πρώτου από τα 4 επεισόδια.
Σύμφωνα με το Page Six, το ντοκιμαντέρ σκιαγραφεί μια μάλλον ενοχοποιητική εικόνα του βραβευμένου με Όσκαρ δημιουργού, βάζοντας στο μικροσκόπιο την καταγγελία της υιοθετημένης κόρης της Μία Φάροου, Ντίλαν, ότι είχε ασελγήσει πάνω της στη σοφίτα του οικογενειακού τους σπιτιού το 1992, όταν ήταν μόλις επτά ετών. Υπενθυμίζεται ότι η Μία Φάροου και ο Γούντι Άλεν ήταν ζευγάρι τα πρώτα χρόνια της ζωής της υιοθετημένης κόρης τους.
Στη σειρά ντοκιμαντέρ, η 35χρονη σήμερα Ντίλαν μιλάει για τη φερόμενη κακοποίησή της, και ένα βίντεο που βλέπει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας δείχνει το 7χρονο κορίτσι να περιγράφει στη μαμά της πώς ο Άλεν «την άγγιξε» εκείνο το καλοκαίρι του 1992, στην αγροικία όπου διέμενε η οικογένεια στο Κονέκτικατ.
Σύμφωνα με το Mediaite, στο επίμαχο κλιπ ακούγεται αρχικά η Μία να ρωτάει το κορίτσι τι συνέβη. Στη συνέχεια η μικρή Ντίλαν απαντά ότι πήγε μαζί με τον Άλεν στο δωμάτιο και άρχισε να της φωνάζει παράξενα πράγματα, προτού την πλησιάσει από πίσω και «αγγίξει τα απόκρυφά της». Όταν η μητέρα της της ζητά να δείξει το σημείο, εκείνη δείχνει τα γεννητικά της όργανα. «Όταν ήμουν στη σοφίτα μου είπε “μην κουνιέσαι, πρέπει να το κάνω αυτό. Όμως εγώ κούνησα τον ποπό μου για να δω τι έκανε και τότε μου είπε “μην κουνιέσαι, πρέπει να το κάνω αυτό. Αν μείνεις ακίνητη θα πάμε στο Παρίσι”», λέει το κοριτσάκι στο βίντεο.
Η Ντίλαν επιμένει μέχρι σήμερα ότι η σεξουαλική επίθεση εις βάρος της από τον τότε θετό πατέρα της συνέβη πραγματικά, και δεν ήταν μία σκευωρία της μητέρας της για να εκδικηθεί τον Άλεν μετά την αποκάλυψη της σχέσης του με την άλλη υιοθετημένη της κόρη (και μετέπειτα σύζυγό του) την Σουν-Γι Πρεβέν. Ο Άλεν από τη μεριά του επιμένει ότι η «μαρτυρία» του κοριτσιού δεν διαθέτει ίχνος αλήθειας, ότι ενορχηστρώθηκε από τη μητέρα της και ότι όλες οι κατηγορίες σε βάρος του πηγάζουν από το ασίγαστο πάθος της Φάροου για εκδίκηση.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσαν ο Άλεν και η σύζυγός του, υπογραμμίζεται ότι στο παρελθόν πολλές αρμόδιες υπηρεσίες εξέτασαν τους εν λόγω ισχυρισμούς και αποφάνθηκαν πως δεν υπήρξε κακοποίηση, παρά τα όσα έχει οδηγηθεί η Ντίλαν Φάροου να πιστεύει. Η Ντίλαν Φάροου πάντως μοιράζεται στο ντοκιμαντέρ την δική της αλήθεια: «Ένιωθα παγιδευμένη. Μου έλεγε πράγματα όπως “θα πάμε μαζί στο Παρίσι, θα παίξεις σε όλες μου τις ταινίες”. Και μετά μου επιτέθηκε σεξουαλικά. Θυμάμαι ότι είχα καρφώσει το βλέμμα στο τρενάκι του αδελφού μου. Και μετά… απλά σταμάτησε. Είχε τελειώσει. Στη συνέχεια κατεβήκαμε κάτω», αναφέρει στο ντοκιμαντέρ η κοπέλα σύμφωνα με το Page Six.
O 85χρονος σκηνοθέτης του «Νευρικού Εραστή» και η σύζυγός του κατηγορούν τους δημιουργούς του ντοκιμαντέρ του HBO ότι «δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την αλήθεια» και ότι ουσιαστικά προβάλλουν αποκλειστικά τις θέσεις των Φάροου (της πρώην συντρόφου του και του γιου τους, που έχει ταχθεί εναντίον του) και όσων τους στηρίζουν. To ζευγάρι τονίζει ότι οι δημιουργοί του «Allen v. Farrow» τους προσέγγισαν μόλις δυο μήνες πριν και τους έδωσαν λίγες μέρες για να απαντήσουν σε όσα τους καταλογίζονται, πράγμα που «φυσικά αρνήθηκαν να κάνουν».