Ήταν Μάρτιος του 1996 όταν ο Γιάννης Βουράκης και η σύζυγός του Τζένη «απέδρασαν» από την Ελλάδα λόγω της άθλιας οικονομικής κατάστασης στην οποία είχαν περιέλθει.
Ο γνωστός κοσμηματοπώλης Γιάννης Βουράκης και η γυναίκα του έφτασαν στο σημείο να δανειστούν ακόμη και από τοκογλύφους. Αποφάσισαν να φύγουν νύχτα με προορισμό την Αϊτή αφήνοντας πίσω του ένα σωρό χρέη και βάζοντας… φέσι σε πολλούς ανθρώπους που περίμεναν μάταια να πάρουν τα χρήματά τους.
Ο επιχειρηματίας είχε υποπέσει σε πολλά και σημαντικά λάθη στην πορεία του, τα οποία τον οδήγησαν σε αδιέξοδο και τελικά στην αποχώρηση και «αυτοεξορία» από την πατρίδα του.
Μαζί με την αδελφή του Λιάνα και τον εξάδελφό του, Λεωνίδα συνέχιζαν την οικογενειακή παράδοση που δημιούργησε ο παππούς του, Ιωάννης. Ασχολούνταν με την πώληση κοσμημάτων και συγκαταλέγονταν στους κορυφαίους του χώρου, αξιοποιώντας και τη σημαντική ιστορία που είχε το brand.
Ο πρωτότοκος γιος του Χρήστου Βουράκη και της Μαρίας Κολυμπάδη, αποτελούσε επίσης εκλεκτό μέλος της αθηναϊκής υψηλής κοινωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλη η αφρόκρεμα της πρωτεύουσας έδωσε το «παρών» στα εγκαίνια του τελευταίου πολυτελούς καταστήματός του, που πραγματοποιήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Δίπλα στον Βουράκη βρισκόταν, με ένα πλατύ χαμόγελο, η σύζυγός του, Τζένη (Ζενεβιέβ Μπαλτάσαρ). Γνωρίστηκαν στην Αϊτή όταν ο πρώτος ταξίδεψε στη χώρα για επαγγελματικούς λόγους. Ερωτεύτηκαν, δημιούργησαν σχέση και τελικά εκείνη, η εξωτική κόρη εύπορου τοπικού εμπόρου, πήρε τη μεγάλη απόφαση να τον ακολουθήσει στην Ελλάδα. Αργότερα παντρεύτηκαν.
Τα πράγματα, όμως, με το κοσμηματοπωλείο δεν πήγαιναν καλά. Άρχισαν να συσσωρεύονται οφειλές, ενώ τα έσοδα ολοένα και έπεφταν. Ο Βουράκης, από την πλευρά του, είχε στραφεί στη σύζυγό του και ζητούσε τη γνώμη της προτού προχωρήσει σε οποιαδήποτε κίνηση. Υιοθετούσε όσα του έλεγε και υλοποιούσε τις προτάσεις της χωρίς ποτέ να τις αμφισβητεί.
Ωστόσο, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτού του είδους το «κόλλημα» μαζί της.
Εξέφρασαν την άποψη ότι ήταν μάλλον επικίνδυνο να εξαρτάται και να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στη δική της γνώμη και στο δικό της γούστο τη στιγμή που δραστηριοποιούταν σε έναν κλάδο τόσο ιδιαίτερο και απαιτητικό όσο εκείνος του κοσμήματος.
Επειδή όμως αντιλαμβάνονταν πως η κατάσταση δεν ήταν δυνατόν να αλλάξει (αφού ο Βουράκης δεν συμμεριζόταν τις επιφυλάξεις τους) και επιπλέον πως τα οικονομικά μεγέθη δεν ήταν καλά, έλαβαν την απόφαση να διαχωρίσουν τη θέση τους και να τραβήξουν διαφορετικούς δρόμους. Ο εξάδελφός του, Αντώνης Βουράκης, ο οποίος διατηρούσε το 40% της «Selection Vourakis», διαβλέποντας τα προβλήματα που επρόκειτο να προκύψουν λόγω των οικονομικών ζητημάτων, απλώς… ξέκοψε.
Διατήρησε μόνο το ιστορικό κατάστημα στην οδό Βουκουρεστίου και κρατήθηκε μακριά από την επιχείρηση.
Από την πλευρά της, η Λιάνα, η αδελφή του Βουράκη, προχώρησε στη ρευστοποίηση του δικού της μεριδίου. Έριξε το κεφάλαιο που απέκτησε σε άλλου είδους επιχειρηματική δραστηριότητα και οι πληροφορίες αναφέρουν πως δικαιώθηκε για την επιλογή της.
Έπειτα από την απεμπλοκή των συγγενών του, ο Βουράκης έμεινε μόνος του στην επιχείρηση. Γνώριζε ότι έπρεπε να διαχειριστεί μία εξαιρετικά άσχημη κατάσταση αφού το «άνοιγμα» ήταν μεγάλο. Το μόνο θετικό είναι ότι είχε καταφέρει να αποκρύψει από τους «απέξω» την κακή οικονομική του θέση.
Πάντως, ο χρόνος -και οι πιστωτές- άρχισαν να πιέζουν.
Οι περισσότεροι θα εφάρμοζαν «σφιχτή» πολιτική και θα προσπαθούσαν να περιορίσουν τα έξοδα. Ωστόσο, ο επιχειρηματίας όχι μόνο δεν αποφάσισε να παίξει… άμυνα αλλά πέρασε στην αντεπίθεση! Ήλπιζε ότι με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να ανατρέψει τα σε βάρος του δεδομένα.
Σύμφωνα με όσα είχαν κυκλοφορήσει εκείνη την περίοδο, δέχθηκε να πληρώσει περισσότερα από 2.000.000 δραχμές ως ενοίκιο για το «Selection Vourakis». Μάλιστα, διέθεσε πάνω από 70.000.000 δραχμές για τον «αέρα»! Επιπλέον, ανακαίνισε τις βιτρίνες όπου φιλοξενούσε μερικά μοναδικά κομμάτια της συλλογής «Tiffany & co», δαπανώντας συνολικά 150.000.000 δραχμές!
Ο τολμών νικά; Κάποιες φορές ίσως, στην περίπτωση του Βουράκη όμως, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Η έλλειψη ρευστότητας που ήρθε ως φυσική συνέπεια των επιλογών του, τον ανάγκασε να δει την πραγματικότητα όπως είχε και να εγκαταλείψει τις φιλόδοξες και γεμάτες ρίσκο ιδέες. Υποχρεώθηκε να πουλήσει ακίνητα για να ισορροπήσει εντούτοις δεν ήταν εύκολο να σταθεί όρθιος αφού τα προβλήματα γιγαντώνονταν.
Τότε υπέπεσε σε ένα ακόμη σοβαρό σφάλμα. Διαπιστώνοντας ότι δεν υπήρχαν άλλες διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης, κατέφυγε σε τοκογλύφους. Τα πράγματα πέρα από άσχημα έγιναν πλέον και επικίνδυνα καθώς άπαντες γνωρίζουν ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν χαρίζονται σε κανέναν που δεν αποδεικνύεται συνεπής απέναντί τους.
Τίποτα, όμως, δεν φαινόταν ικανό να ανατρέψει τα δεδομένα.
Τότε ήταν που το ζευγάρι έλαβε την απόφαση να εξαφανιστεί από την Ελλάδα.
Αυτό το σχέδιο το οργάνωσαν σωστά.
Ένα βράδυ του Μαρτίου του 1996 τους έπιασαν όλους στον ύπνο. Υπό πλήρη μυστικότητα συγκέντρωσαν όσα μετρητά και τιμαλφή μπορούσαν και έφυγαν από τη χώρα. Όταν πλέον άπαντες αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί, οι δυο τους βρίσκονταν πολύ μακριά, για την ακρίβεια στην Αϊτή. Μάλιστα, λέγεται ότι άλλαξαν ακόμη και το όνομά τους, προφανώς για να μην μπορεί κάποιος να τους εντοπίσει.
Την ώρα που οι συνεργάτες τους, οι πελάτες και οι πιστωτές τους (ανάμεσά τους και οι τοκογλύφοι) στην Ελλάδα… έκλαιγαν τα λεφτά που έχασαν, εκείνοι έκαναν restart στην Καραϊβική.
Το θέμα με το «κανόνι» του Βουράκη πήρε διαστάσεις και για πολλές ημέρες απασχόλησε τον Τύπο και τα ΜΜΕ. Δημοσιεύματα εφημερίδων ανέφεραν πως ο επιχειρηματίας και η Τζένη εγκαταστάθηκαν στην πρωτεύουσα Πορτ – Ο – Πρενς.
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι ήρθαν σε επαφή με ορισμένους από τους πιστωτές τους στην Ελλάδα, στους οποίους έστειλαν χρήματα καλύπτοντας μέρος των οφειλών απέναντί τους!
Ωστόσο, ο Βουράκης και η σύζυγός του έμελλε να περάσουν μία ακόμη πολύ δύσκολη στιγμή. Ήταν το 2010 όταν η Αϊτή συγκλονίστηκε από σεισμό μεγέθους 7 Ρίχτερ, ο οποίος ισοπέδωσε τη χώρα. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, ο κοσμηματοπώλης υπέστη σημαντικές ζημιές και δοκιμάστηκε ξανά.
Εντούτοις, λόγω και της απόστασης δεν κατέστη δυνατόν να γίνει γνωστό το εύρος των απωλειών του και το αν και κατά πόσο αυτές έχουν επηρεάσει την ποιότητα της νέας ζωής του…