H Μαράια Κάρεϊ σοκάρει

23 Οκτωβρίου 2020 23:25

 

Η Μαράια Κάρεϊ είναι μια από τις πιο μεγάλες ντίβες της διεθνούς μουσικής σκηνής. Με τη βελούδινη φωνή της έχει κατακτήσει κοινό και κριτικούς, ενώ για δεκαετίες βρίσκεται στην κορυφή των charts.

Η ζωή όμως της διάσημης τραγουδίστριας, δεν ήταν το ίδιο λαμπερή όπως και η καριέρα της. Τα παιδικά της χρόνια, κάθε άλλο παρά ευτυχισμένα μπορούν να χαρακτηριστούν. Η λεκτική βία στην οικογένειά της, ήταν συχνό φαινόμενο. Η μικρή Μαράια, θα καθόταν εκεί, περιμένοντας φοβισμένη για την αναπόφευκτη στιγμή που «όλοι θα εκρήγνυντο σε ένα χείμαρρο λεκτικής κακοποίησης», η οποία πολύ συχνά θα μετατρεπόταν σε σωματική κακοποίηση.
Μετά από χρόνια, κατά τα οποία κρατούσε σιγήν ιχθύος για τη ζωή της πριν γίνει σταρ, η Μαράια Κάρεϊ, αποφάσισε να αποκαλύψει τις δυσκολίες και τις επικίνδυνες καταστάσεις που έζησε ως παιδί και έφηβη, σε ένα συγκλονιστικό νέο βιβλίο.
Μέσα από το «The Meaning Of Mariah Carey» λοιπόν, η Μαράια Κάρεϊ, μιλά για μια ζοφερή κατάσταση, όπου στην παιδική της ηλικία, κυριαρχούσαν η κακοποίηση, η απιστία, τα ναρκωτικά, ο ρατσισμός και γενικά η σκληρότητα.

Το τραγούδι για μένα είναι απόδραση
«Το τραγούδι ήταν μια μορφή απόδρασης για μένα και το γράψιμο ήταν μια μορφή επεξεργασίας», αποκαλύπτει η ίδια. «Υπήρχε χαρά σε αυτό, αλλά ήταν κυρίως επιβίωση (και εξακολουθεί να είναι)», προσθέτει η 50χρονη σήμερα Μαράια Κάρεϊ, η οποία μεγάλωσε σε ένα φτωχό νοικοκυριό που «έβραζε» και οι φυλετικές εντάσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο.
Το γεγονός ότι ο πατέρας της ήταν μαύρος και μητέρα λευκή, αλλά και ότι δεν έμοιαζε με κανέναν από αυτούς, της δημιούργησε τεράστια προβλήματα και την έκανε να απομονώνεται. Τα μεγαλύτερα αδέλφια της, απεχθάνονταν βαθιά τη Μαράια για το πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα και τα «ξανθά» μαλλιά της, τα οποία την έσωσαν πολύ (αν και όχι σε όλες τις περιπτώσεις) από τον ρατσισμό που υπέμειναν όλοι, μεγαλώνοντας στο προάστιο Long Island της Νέας Υόρκης.
«Από τη στιγμή που ήμουν μικρό παιδί, είχα αναπτύξει τα ένστικτα για να αισθανθώ πότε έρχεται η βία», λέει η ίδια. «Μπορούσα να καταλάβω πότε οι ενήλικες κραυγές είχαν φτάσει σε ένα συγκεκριμένο σημείο, που σήμαινε ότι έπρεπε να καλυφθώ».
Θυμάται χαρακτηριστικά έναν καβγά μεταξύ του πατέρα της, Άλφρεντ Ρόυ και του αδελφού της, Μόργκαν, που ήταν τόσο άγριος, ώστε χρειάστηκαν 12 αστυνομικοί για να τους χωρίσουν. «Όταν ο αδερφός μου ήταν γύρω, δεν ήταν ασυνήθιστο να δημιουργούντα τρύπες στους τοίχους από γροθιές ή να πετάνε στον αέρα διάφορα αντικείμενα», θυμάται.

Η γεμάτη βία παιδική ηλικία
Οι γονείς της, χώρισαν όταν η Μαράια Κάρεϊ ήταν τριών ετών και μετακόμισε με την αμελή μητέρα της, Πάτ, από το Μπρούκλιν στο Λονγκ Άιλαντ. Δεν είχαν ποτέ πολλά χρήματα και η σημερινή βασίλισσα της μουσικής με τις τρελές απαιτήσεις όπως λένε, φορούσε μεταχειρισμένα ρούχα. Ένα από τα πολλά σπίτια στα οποία έζησε μαζί με τη μητέρα της ήταν γνωστό στην περιοχή, ως «η καλύβα».
Σε μια άλλη περίπτωση, όταν η Μαράια Κάρεϊ ήταν έξι ετών, ο αδερφός της έριξε τη μητέρα τους σε έναν τοίχο με τέτοια δύναμη, που ακούστηκε «σαν πραγματικός πυροβολισμός». Η μικρή Μαράια τηλεφώνησε σε έναν φίλο – ο μόνος αριθμός τηλεφώνου που γνώριζε- και ευτυχώς έφτασε η αστυνομία.
«Ένας από τους αστυνομικούς, με κοίταξε, αλλά μιλώντας σε έναν άλλο αστυνομικό δίπλα του, είπε: “Αν τα καταφέρει αυτό το παιδί, θα είναι θαύμα”», θυμάται η ίδια.

«Θα σας σκοτώσω και θα σας βάλω στο ψυγείο»
Μια άλλη τρομακτική εμπειρία που περιγράφει η Μαράια Κάρεϊ, ήταν όταν ένας από τους συντρόφους της μητέρα της, απείλησε να τις σκοτώσει και τις δύο.
«Κρατούσε ένα μακρύ όπλο σε ένα από τα χέρια του. “Δεν πρόκειται να σας αφήσω να φύγετε. Θα σας κόψω και θα σας βάλω στο ψυγείο” μας έλεγε», όπως περιγράφει η τραγουδίστρια. Με κάποιο τρόπο, η Μαράια Κάρεϊ και η μητέρα της, κατάφεραν να φύγουν από το σπίτι.
Η αδερφή της, η Άλισον, η οποία είναι οκτώ χρόνια μεγαλύτερή της, κατά τη διάρκεια της παιδικής της ηλικίας, δεχόταν το μίσος ορισμένων Αμερικανών απέναντι σε οικογένειες μικτών φυλών. Αξίζει να σημειωθεί, πως η Ιρλανδο-Αμερικανή μητέρα τους, απομακρύνθηκε από την οικογένειά της, η οποία είχε σοκαριστεί με την απόφασή της να παντρευτεί έναν μαύρο.
Οι ρατσιστές γείτονες τους, έριχναν ωμό κρέας «γεμάτο με σπασμένο γυαλί» στα σκυλιά τους, ενώ έφτασαν στο σημείο ακόμα και να ανατινάξουν το αυτοκίνητό τους, λέει η Μαράια Κάρεϊ.

Ναρκωτικά και αυτοκτονικές τάσεις
Με αυτοκτονικές τάσεις και βυθισμένη στα ναρκωτικά, η Άλισον παντρεύτηκε στα 15 της, αφού έμεινε έγκυος. «Όταν ήμουν 12 χρονών, η αδερφή μου, με νάρκωσε δίνοντας μου Valium, μου πρόσφερε κοκαΐνη, μου προκάλεσε εγκαύματα τρίτου βαθμού και προσπάθησε να με πουλήσει σε έναν προαγωγό», γράφει η Μαράια Κάρεϊ και συγκλονίζει.
Όπως πιστεύει, η Άλισον, στρατολόγησε κορίτσια για τον φίλο της, Τζον, ενώ προμήθευσε κρυφά τη Μαράια – την οποία είχε βάλει κι αυτή στη λίστα – με τη δική της τηλεφωνική γραμμή, ώστε να μπορούσε να την καλέσει χωρίς να το γνωρίζει η μητέρα τους.
Μια μέρα, η Άλισον άφησε τη Μαράια Μάρεϊ μόνη με τον Τζον, ο οποίος προσπάθησε να τη βιάσει, στο αυτοκίνητό του. Σώθηκε την τελευταία στιγμή από έναν ηλικιωμένο άνδρα, ο οποίος παρατήρησε τι γινόταν μέσα στο αυτοκίνητο. «Το πρόσωπο αυτό του ανθρώπου, χαράκτηκε στη μνήμη μου», λέει η διάσημη καλλιτέχνιδα, η οποία του είναι ακόμα ευγνώμων μετά από τόσα χρόνια.
Σε μια άλλη περίπτωση, όταν είπε στον πατέρα τους ότι η Άλισον έμενε μαζί τους, η τελευταία πέταξε ζεστό τσάι πάνω της, προκαλώντας της εγκαύματα τρίτου βαθμού. «Η Άλισον με έχει κάψει με πολλούς τρόπους και περισσότερες φορές από ό, τι μπορώ να μετρήσω», γράφει η Μαράια Κάρεϊ.
Ενώ η Μαράια Κάρεϊ – η οποία είχε εμμονή με τη Μέριλιν Μονρόε ως κορίτσι – απέφυγε το χειρότερο από τη μισαλλοδοξία που αντιμετώπιζαν τα μεγαλύτερα αδέλφια της, τελικά απ’ ό,τι φάνηκε δεν τη «γλίτωσε» τελείως.
Όταν ήταν τεσσάρων ετών, χρησιμοποίησε ένα καφέ μαρκαδόρο για να φτιάξει τον πατέρα της, για μία οικογενειακή ζωγραφιά στο σχολείο. Μόλις την είδαν οι δάσκαλοι της, άρχισαν να «γελούν υστερικά», επιμένοντας ότι είχε χρησιμοποιήσει το λάθος χρώμα, επειδή είχαν γνωρίσει μόνο τη λευκή της μητέρα.
Όταν ήταν 13 ή 14 ετών, μαθεύτηκε ότι ο πατέρας της ήταν μαύρος. Μια ομάδα λευκών κοριτσιών στο σχολείο της, την κλείδωσαν σε ένα δωμάτιο στο σπίτι ενός φίλου τους στο Hamptons και την αποκαλούσαν με τη λέξη που αρχίζει από Ν, «ξανά και ξανά». «Δεν ήταν αυτή η συνηθισμένη μάχη με κακομαθημένα κορίτσια. Ήταν μια ύπουλη και βίαιη προμελετημένη επίθεση από κορίτσια που αποκαλούσα φίλες μου».
Αφού έγινε διάσημη, η Κάρεϊ πήγε τη μητέρα της πίσω – ντυμένη με ένα νέο γούνινο παλτό – για να δει το σπίτι όπου ο κύριος κακοποιός της έμενε ακόμα με την οικογένειά της και για να της επισημάνει τη διαφορά.
Όπως αναφέρει η τραγουδίστρια με την εντυπωσιακή φωνή, μερικές φορές την περιφρονούσαν στο σχολικό λεωφορείο και προκαλούσε μάχες επειδή ήταν μιγάδα. Στο γυμνάσιο, φρόντισε να βγει με το πιο σκληρό αγόρι για τη δική της προστασία.

Πώς την έσωσε το τραγούδι
Η Μαράια Κάρεϊ, είχε συνειδητοποιήσει ότι ήθελε να τραγουδάει από όταν ήταν μόλις τριών χρονών. Η μητέρα της, η οποία ήταν τραγουδίστρια της όπερας, εξασκούνταν σε μια άρια από το Ριγκολέτο μια μέρα, όταν συνέχιζε να κολλάει σε ένα σημείο.
«Της τραγούδια πίσω, σε τέλεια ιταλικά», υποστηρίζει η Μαράια Κάρεϊ, προσθέτοντας ότι «Πρέπει να ήμουν τριών χρονών. Με κοίταξε αποσβολωμένη, και εκείνη τη στιγμή, νομίζω με είδε πραγματικά. Ήμουν κάτι παραπάνω από ένα μικρό κοριτσάκι για αυτήν».
Σύντομα θα ήταν ένα οικογενειακό μηχάνημα μετρητών ή, όπως το θέτει, «ένα ΑΤΜ με περούκα».
Η Μαράια Κάρεϊ, παραδέχεται ότι οφείλει σε μεγάλο βαθμό την καριέρα της στον Τόμι Μότολα, το αφεντικό της Columbia Records και της Sony Music, αν και το κόστος που πλήρωσε, ήταν μεγάλο.
Συναντήθηκαν το 1988 σε ένα πάρτι της μουσικής βιομηχανίας στο Μανχάταν, με τον Μότολα να ψάχνει την τότε 18χρονη Μαράια για δύο εβδομάδες, αφού του είχε δώσει μια κασέτα demo, με την ίδια να τραγουδά.
Η δισκογραφική του εταιρεία δαπάνησε 1 εκατομμύριο δολάρια στο μάρκετινγκ του πρώτου της άλμπουμ, το οποίο τελικά έφτασε στην κορυφή των charts των ΗΠΑ για 11 εβδομάδες και πούλησε 15 εκατομμύρια αντίτυπα.
Η Μότολα – 21 χρόνια μεγαλύτερος της – ήταν ο πρώτος από τους πολλούς πλούσιους άντρες που, της έδωσαν πολυτέλεια παρά αγάπη.
Παντρεύτηκαν το 1993 σε έναν πλούσιο γάμο στη Νέα Υόρκη, με καλεσμένους όπως η Μπάρμπρα Στρέιζαντ, ο Μπρους Σπρίνγκστιν και ο Όζι Όσμπορν, ενώ ο Ρόμπερντ Ντε Νίρο, ήταν κουμπάρος του Μοτόλα.
«Το φόρεμα ήταν ένα γεγονός από μόνο του», λέει η λέει η Μαράια Κάρεϊ, εξηγώντας ότι εμπνεύστηκε από τον γάμο της πριγκίπισσας Νταϊάνα. «Ήταν κάτι τρελό για ένα κορίτσι που, πριν πολύ καιρό, είχε μόνο τρία πουκάμισα να αλλάζει».
Σήμερα, ο Τόμι Μοτόλα είναι παντρεμένος από το 2000, με τη διάσημη Μεξικάνα ηθοποιό και τραγουδίστρια, Thalia.

Το τέλος του γάμου της με τον Τόμι Μοτόλα – «Ενιωθα σαν φυλακισμένη»
Ωστόσο, η οκταετής σχέση τους, η οποία έληξε με διαζύγιο το 1997, επιδεινώθηκε ραγδαία λόγω διαφορών και της ελεγκτικής προσωπικότητας του Μοτόλα.
«Δεν υπήρχε ποτέ μια ισχυρή σεξουαλική ή σωματική έλξη», παραδέχεται η Μαράια Κάρεϊ. «Του έδωσα τη δουλειά και την εμπιστοσύνη μου».
Όπως υποστηρίζει, την είχε φυλακίσει κατά κάποιον τρόπο. Μάλιστα, ονόμασε την τεράστια έκταση των 50 στρεμμάτων στην περιφέρεια της Νέας Υόρκης όπου ζούσαν, αξίας 23 εκατομ. λιρών, «Sing Sing», όπως ονομάζεται δηλαδή η τοπική φυλακή.
Σχεδόν κάθε δωμάτιο είχε κάμερες ασφαλείας και ένοπλοι φρουροί περιπολούσαν έξω, ενώ γίνονταν η σκιά της Μαράια Κάρεϊ, ακόμα και όταν αυτή πήγαινε για ψώνια. Η τραγουδίστρια είπε ότι ένιωθε συνεχώς να παρακολουθείται. Ο Μοτόλα έλεγχε τα πάντα, από τη μουσική που άκουγαν στο αυτοκίνητο, μέχρι τη μουσική που τραγουδούσε στο στούντιο.
Η Μαράια Κάρεϊ, περιγράφει την παρουσία του ως «καταπιεστική». «Στην αρχή… Ήμουν πολύ προσεκτική στο να μην τον προσβάλλω… Στη συνέχεια χειροτέρευε και γινόταν ολοένα και πιο δύσκολο… Ποτέ δεν ήξερα πότε ή τι θα τον έκανε να ξεσπάσει και το άγχος ήταν αδιάκοπο».
Η Μαράια Κάρεϊ ένιωθε τόσο νευρική που φυλούσε κάτω από το κρεβάτι της ένα πορτοφόλι και μια τσάντα με τα απαραίτητα να φύγει, σε περίπτωση που έπρεπε να κάνει μια ξαφνική απόδραση.
Μερικές φορές, θα ξεγλιστρούσε πηγαίνοντας κάτω το βράδυ για να περάσει μόνη της λίγο χρόνο, αλλά μετά από λίγο χτυπούσε η ενδοεπικοινωνία με τον Μότολα να της λέει: «Τι κάνεις;»
Κατέληξε κρυφά να νοικιάσει ένα διαμέρισμα στο Μανχάταν δίπλα στον δάσκαλο της, ώστε να μπορεί να κοιμάται μόνη της (ενώ προσποιούταν ότι δούλευε με τον δάσκαλό της). Ή τουλάχιστον ως επί το πλείστον μόνη της. Συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Ντέρεκ Τζέτερ, πρωταθλητή στην ομάδα μπέιζμπολ Yankees και θαυμαστή της, σε ένα εστιατόριο με κεριά. Δέθηκε μαζί του, αφού έμαθε ότι είχε κι αυτός επίσης μια Ιρλανδο-Αμερικανίδα μητέρα και έναν μαύρο πατέρα.
Ξεκίνησαν μια σύντομη σχέση, (καθώς πάντα έπρεπε να ξεγλιστράει από τον οδηγό της και κατάσκοπό του Μοτόλα). «Ο Ντέρεκ ήταν μόνο το δεύτερο άτομο με το οποίο είχα κοιμηθεί ποτέ (συμπωματικά, ο αριθμός του ήταν το 2 στους Γιάνκις)», γράφει στο βιβλίο της Μαράια Κάρεϊ.
Τελικά, το τόλμησε και άφησε τον Μοτόλα, όταν ένα βράδυ κράτησε ένα μαχαίρι στο πρόσωπό της και το έσυρε αργά και απειλητικά κάτω από το μάγουλό της με οργή, λόγω της επιθυμίας της να χωρίσουν.
Μετά το διαζύγιο, η Μαράια Κάρεϊ, εγκατέλειψε επίσης τη Sony Music, αλλά ο εκδικητικός σύζυγός της «χρησιμοποίησε όλη του τη δύναμη και τις συνδέσεις του για να την τιμωρήσει». Έβαλε μάλιστα να απομακρύνουν ό,τι διαφημιστικό είχε να κάνει με αυτήν στα δισκοπωλεία, ακόμη και τις χάρτινες φιγούρες της.
Όταν, εξαντλημένη από τον ασταμάτητο φόρτο εργασίας της, αποσύρθηκε σε ένα σπίτι στο Κολοράντο που αγόρασε για τη μητέρα της, η τελευταία κάλεσε την αστυνομία και μαζί με τον αδερφό της Μαράι Κάρεϊ, έστειλε την τραγουδίστρια σε κλινική αποτοξίνωσης.
Η τραγουδίστρια, διαμαρτύρεται ότι η οικογένειά της, την είδε μόνο ως μηχανή μετρητών και την εκμεταλλευόταν. «[Η οικογένεια μου] ισχυρίζεται ότι ήμουν ασταθής και προσπάθησε να με με κλείσει σε ίδρυμα, αμέσως αφότου είχα υπογράψει τη μεγαλύτερη συμφωνία σε μετρητά, για έναν σόλο καλλιτέχνη στην ιστορία».
Μετά από πολλά σκαμπανεβάσματα στην προσωπική της ζωή, κι αφού πίστεψε ότι δεν θα κάνει ποτέ παιδιά, γνώρισε τον κωμικό Νικ Κάνον. Παντρεύτηκαν το 2008 κι απέκτησαν μαζί δίδυμα, προτού χωρίσουν το 2016. Τα 9χρονα παιδιά τους, ο Μορόκαν και η Μονρόε, απολαμβάνουν μια ζωή, πολύ πιο διαφορετική από αυτή της μητέρας τους, όταν ήταν στην ηλικία τους.
Η τραγουδίστρια είπε πρόσφατα ότι ήταν «αιώνια 12 χρονών» και γνωρίζοντας τώρα πώς ήταν η ζωή της σε αυτήν την ηλικία, είναι κατανοητό ότι μπορεί να θέλει να έχει την παιδική της ηλικία ξανά.