Η Duffy περιγράφει τον εφιάλτη που έζησε όταν στην απαγωγή της

10 Απριλίου 2020 12:00

Νταφ

Λεπτομέρειες για τον βιασμό και τις δραματικές στιγμές που βίωσε στα χέρια του απαγωγέα της αποκάλυψε για πρώτη φορά η διάσημη τραγουδίστρια Duffy.
H 35χρονη Ουαλή τραγουδίστρια είχε μιλήσει για πρώτη φορά για το περιστατικό τον περασμένο Φεβρουάριο, και τόνισε ότι δεν θα παραχωρούσε προσωπική συνέντευξη για τον εφιάλτη που βίωσε.
Τώρα επέλεξε να αναφερθεί με λεπτομέρειες στο περιστατικό μέσα από το site της. Σε ένα σοκαριστκό κείμενο η Duffy περιγράφει πώς κατά τη διάρκεια τεσσάρων εβδομάδων ήταν ναρκωμένη σε εστιατόριο που γιόρτασε τα γενέθλιά της, μεταφέρθηκε στο εξωτερικό και βιάστηκε εκεί από τον απαγωγέα της και στη συνέχεια επέστρεψε στην πατρίδα της και ήταν αιχμάλωτη μέσα στο ίδιο της το σπίτι.
«Ήταν τα γενέθλιά μου. Με νάρκωσαν σε ένα εστιατόριο και στη συνέχεια ήμουν ναρκωμένη για τέσσερις εβδομάδες και ταξίδεψα σε μια ξένη χώρα. Δεν μπορώ να θυμηθώ να μπαίνω στο αεροπλάνο και ανέκτησα τις αισθήσεις μου στο πίσω κάθισμα ενός οχήματος εν κινήσει. Με έβαλαν σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου και ο δράστης επέστρεψε και με βίασε. Θυμάμαι τον πόνο και την προσπάθεια να διατηρήσω τις αισθήσεις μου στο δωμάτιο αφού συνέβη. Ήμουν κλεισμένη μαζί του στον χώρο για μία ακόμη μέρα. Δεν με κοιτούσε, έπρεπε να περπατάω πίσω του, είχα κάποια συνείδηση αλλά ήμουν αποτραβηγμένη. Θα μπορούσε να με είχε ξεφορτωθεί.
Σκέφτηκα το ενδεχόμενο να το σκάσω για τη γειτονική πόλη ενώ κοιμόταν, αλλά δεν είχα χρήματα και φοβόμουν ότι θα καλούσε την αστυνομία επειδή έφυγα, και ότι ίσως με εντόπιζαν ως αγνοούμενο άτομο. Δεν ξέρω πώς βρήκα τη δύναμη να αντέξω εκείνες τις ημέρες, αισθανόμουν όμως μια παρουσία που με βοήθησε να παραμείνω ζωντανή.
Γύρισα πίσω αεροπορικώς μαζί του. Παρέμενα ήρεμη και όσο φυσιολογική θα μπορούσα να είμαι υπό αυτές τις συνθήκες και όταν γύρισα σπίτι, κάθισα, ζαλισμένη, σαν ζόμπι. Ήξερα ότι η ζωή μου ήταν σε άμεσο κίνδυνο, είχε κεκαλυμμένα εξομολογηθεί ότι ήθελε να με σκοτώσει.
Ο δράστης με νάρκωσε μέσα στο σπίτι μου τις τέσσερις εβδομάδες. Δεν ξέρω αν με βίασε εκεί το διάστημα εκείνο, θυμάμαι μόνο να συνέρχομαι στο αυτοκίνητο στην ξένη χώρα και την απόδρασή μου, η οποία θα συνέβαινε τις επόμενες ημέρες. Δεν ξέρω γιατί δεν με νάρκωσε στο εξωτερικό. Αυτό με κάνει να πιστεύω ότι μου χορήγησε ναρκωτικό πρώτης κατηγορίας, και ότι δεν μπορούσε να ταξιδέψει με αυτό».
Η τραγουδίστρια, της οποίας το πλήρες όνομα είναι Aimee Anne Duffy, περιγράφει πώς αμέσως μετά τον εφιάλτη που έζησε, ήταν τρομοκρατημένη για να καταγγείλει το περιστατικό στις Αρχές, επειδή φοβόταν ότι ο δράστης θα την έβρισκε.
«Αφού συνέβη, κάποιος που ήξερα πέρασε από το σπίτι μου και με είδε στο μπαλκόνι να κοιτάζω το κενό, τυλιγμένη με μια κουβέρτα. Δεν θυμάμαι να γυρίζω σπίτι. Το άτομο αυτό είπε ότι ήμουν κίτρινη σε χρώμα και έμοιαζα με νεκρή. Προφανώς φοβήθηκαν για εμένα αλλά δεν ήθελαν να παρέμβουν, δεν είχαν ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο. Συνεπώς δεν αισθανόμουν ασφαλής να πάω στην αστυνομία. Ένιωθα ότι αν κάτι πήγαινε στραβά, θα ήμουν νεκρή και θα με σκότωνε.

Γιατί δεν μίλησε για τον βιασμό
«Δεν θα μπορούσα να διακινδυνεύσω έναν λάθος χειρισμό ή να είμαι παντού στις ειδήσεις ενώ κινδυνεύω. Πραγματικά έπρεπε να ακολουθήσω το ένστικτο που είχα. Έχω μιλήσει σε δύο γυναίκες αστυνομικούς, κατά τη διάρκεια διαφορετικών απειλητικών συμβάντων την τελευταία δεκαετία, έχει καταγραφεί. Μία φορά κάποιος απείλησε να βγάλει την ιστορία μου και έπρεπε να πω σε γυναίκα αστυνομικό τι πληροφορίες είχε για εμένα και γιατί ο εκβιασμός ήταν τόσο τρομακτικός. Το δεύτερο περιστατικό ήταν όταν τρεις άνδρες προσπάθησαν να εισέλθουν στο σπίτι μου ως εισβολείς, είπα σε δεύτερη γυναίκα αστυνομικό για τον βιασμό επίσης τότε. Την ταυτότητα του βιαστή θα πρέπει να τη χειρίζεται μόνο η αστυνομία, και αυτό είναι μεταξύ εμού και αυτών. Το πρώτο άτομο που το είπα ήταν μία ψυχολόγος, μήνες αργότερα, μία κορυφαία ειδική στο Ηνωμένο Βασίλειο στα σύνθετα τραύματα και τη σεξουαλική βία».
Συνεχίζοντας η Duffy εξηγεί πόσο τυχερή νιώθει που την βρήκε χρόνια πριν. «Χωρίς αυτή, μπορεί να μην τα κατάφερνα», ανέφερε και τόνισε τον κίνδυνο που υπήρχε να διαπράξει αυτοκτονία. «Με γνώρισε, με είδε ως άνθρωπο, έμαθε για μένα και με οδηγούσε. Το έκανε πολύ ήπια. Δεν μπορούσα να την κοιτάξω στα μάτια για τις πρώτες οκτώ συνεδρίες, η επαφή με τα μάτια ήταν κάτι για το οποίο αγωνίστηκα. Η σκέψη να αναρρώσω ήταν σχεδόν αδύνατη. Κατά συνέπεια, δεν θα έβλεπα κάποιον, ούτε άνθρωπο, μερικές φορές για εβδομάδες και εβδομάδες και εβδομάδες τη φορά, παραμένοντας μόνη. Θα έβγαζα τις πιτζάμες και θα τις πετούσα στη φωτιά και μετά θα έβαζα άλλο ζευγάρι. Τα μαλλιά μπερδεύονταν τόσο που δεν τα χτένιζα, ενώ θρηνούσα, που τα έκοψα όλα».
Εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους μοιράστηκε τώρα την ιστορία της η Duffy τόνισε: «Το μοιράζομαι τώρα αυτό γιατί ζούμε σε έναν κόσμο που πληγώνει και δεν νιώθω πλέον ντροπή που κάτι με πλήγωσε βαθιά. Πιστεύω ότι αν μιλήσετε μέσα από την καρδιά σας, η καρδιές των άλλων θα απαντήσουν. Όσο σκοτεινή κι αν είναι η ιστορία μου, μιλάω μέσα από την καρδιά μου, για τη ζωή μου, για τις ζωές άλλων που υπέφεραν το ίδιο. Δεν ντρέπομαι να σας πω ότι πέρασα σχεδόν 10 χρόνια εντελώς μόνη μου και ακόμα πονάει την καρδιά μου να το γράφω. Το οφείλω στον εαυτό μου να το πω, αισθάνομαι υποχρεωμένη να εξηγήσω πόσο πραγματικά δύσκολη ήταν η ανάρρωση και τελικά η αποκάλυψη. Ελπίζω ότι σας παρηγορεί να νιώθετε λιγότερο ντροπή εάν νιώθετε μόνοι».
Τελικά, η τραγουδίστρια χρειάστηκε να μετακομίσει συνολικά πέντε φορές πριν αρχίσει να αισθάνεται ότι ανακτά μία αίσθηση ασφάλειας. «Χρειάστηκε τόσος πολύς χρόνος για να μιλήσω γιατί μετά τον βιασμό και την αιχμαλωσία, δραπέτευσα», γράφει. «Μετακόμισα πέντε φορές μέσα στα αμέσως επόμενα τρία χρόνια, χωρίς να αισθάνομαι ποτέ ασφαλής από τον βιαστή, προσπαθούσα να ξεφύγω τόσο πολύ καιρό». Όσον αφορά στο τελευταίο σπίτι της η τραγουδίστρια έγραψε: «Ένιωσα ότι δεν θα μπορούσε να με βρει στο 50 σπίτι αισθάνθηκα ασφαλής. Νιώθω ασφαλής τώρα».
«Μπορώ τώρα να αφήσω αυτή τη δεκαετία πίσω. Εκεί που ανήκει στο παρελθόν. Ας ελπίσουμε ότι δεν υπάρξουν πλέον ” τι συνέβη στη Duffy ερωτήσεις”, τώρα ξέρετε… και είμαι ελεύθερη», καταλήγει.