Οι περισσότεροι τη θυμόμαστε ως παρουσιάστρια σε εκπομπές ψυχολογίας, ξαφνικά όμως εξαφανίστηκε τόσο από τη μικρή οθόνη όσο και από τη δημόσια ζωή. Τι συνέβη στη γνωστή ψυχολόγο;
Η ίδια σε συγκλονιστική εξομολόγηση περιγράφει πώς μετά μια γεμάτη καριέρα με δημοσιότητα και επαφές έφτασε στην εξαθλίωση του αλκοολισμού και τελικά κατάφερε να βγει νικήτρια.
Στα 30 της χρόνια είχε φτάσει να διοικεί μεγάλα νοσηλευτικά ιδρύματα, υπήρξε σύμβουλος υπουργών, ταξίδευε ως εκπρόσωπος της χώρας στη Γενική Σύνοδο της Χάγης, συμμετείχε σε μεγάλα παγκόσμια συνέδρια και όταν σε κάποια ενημερωτική εκπομπή ή δελτίο ειδήσεων χρειάζονταν την άποψη ψυχολόγου, την καλούσαν να μιλήσει.
Η όμορφη και γοητευτική Γεωργία Σιδέρη που έκανε καριέρα και ως τηλεψυχολόγος, με τα φώτα της δημοσιότητας να πέφτουν πολύ γρήγορα πάνω της και εξαργυρώνοντας τη φήμη της σε χρήμα καθώς στον μαύρο δερμάτινο καναπέ του γραφείου της στο Κολωνάκι ξάπλωναν εκατοντάδες αναγνωρίσιμοι και μη Αθηναίοι, βρέθηκε ξαφνικά ένα βήμα πριν από τον αλκοολισμό. Και τελικά κύλησε.
Όπως εξομολογείται στο «ΘΕΜΑ», όλα ξεκίνησαν μια ηλιόλουστη και συνηθισμένη μέρα, την εποχή που κατείχε τη θέση της προϊσταμένης στην Κεντρική Αρχή Διακρατικών Υιοθεσιών, ως προσωπική επιλογή υπουργού.
Εκείνη τη μέρα λοιπόν παρέλαβε στο γραφείο της έναν κλειστό φάκελο, μέσα στον οποίο υπήρχε μια υπουργική εντολή που την έθετε σε αργία. Της καταλόγιζαν παρατυπίες στη διαχείριση τεχνικών έργων…
Στη συγκλονιστική της εξομολόγηση αναφέρεται στις κρύες νύχτες που κοιμόταν στα παγκάκια, ανήμπορη να βοηθήσει τον εαυτό της, στις επιληπτικές κρίσεις που πάθαινε, στη νοσηλεία της σε πολλά νοσοκομεία, για το τέρας της κατάθλιψης που την έσπρωξε ακόμη πιο βαθιά στον αλκοολισμό, αλλά και για τη μεγάλη της νίκη να επιστρέψει καθαρή.
Ο κατήφορος
Το 2012 λόγω αυτής της υπόθεσης απομακρύνθηκε από το υπουργείο Υγείας και επέστρεψε σπίτι της. Παράλληλα, για διαφορετικούς όμως λόγους, πήρε διαζύγιο από τον σύζυγό της έπειτα από 12 χρόνια έγγαμου βίου μέσα σε κλίμα αμοιβαίας κατανόησης.
Ωστόσο για την υπόθεση των παρατυπιών το διάστημα όπου βρισκόταν στο τιμόνι της Κεντρικής Αρχής Διακρατικών Υιοθεσιών, παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη και στη συνέχεια καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 18-20 χρόνων για κακουργηματική απιστία εις βάρος του Δημοσίου.
«Τι εφιάλτης! Έπρεπε να αρχίσω να απολογούμαι για να αποδείξω ότι δεν έφταιγα, καθώς ακολούθησα πολιτική βούληση», λέει η Γεωργία.
Και συνεχίζει: «Στα 33 μου χρόνια, μέσα στις φιλοδοξίες και την έπαρσή μου, λόγω της υψηλής θέσης που κατείχα, υπάκουσα εντολές και έτσι φάνηκε ότι εγώ ήμουν ο φταίχτης». Ήταν άραγε;
Η ίδια δεν θέλει να επεκταθεί περισσότερο σε αυτό το θέμα.
Η ουσία είναι ότι η αναγνωρίσιμη ψυχολόγος από εκεί που έδινε εντολές και συνδιαλεγόταν με υπουργούς και υφυπουργούς βρέθηκε στον εισαγγελέα ξεκινώντας τις πολύωρες απολογίες της.
«Μέσα σε αυτό το κακό άρχισα να κλείνομαι στον εαυτό μου και να πέφτω σε κατάθλιψη, που με έκανε να μη βγαίνω από το σπίτι, να κρύβομαι στα σκοτεινά και να προσπαθώ να βάλω σε μια τάξη το θολωμένο μου μυαλό πασχίζοντας να γράψω την απολογία μου», συμπληρώνει.
Στο διαμέρισμά της τα παντζούρια ήταν συνήθως ερμητικά κλειστά. Δεν απαντούσε στα τηλέφωνα φίλων, ενώ στην πορεία βίωσε έντονα το συναίσθημα της εγκατάλειψης, καθώς οι φίλοι της, ο ένας μετά τον άλλον, άρχισαν να φεύγουν από τη ζωή της.
«Βλέπεις, δεν ήμουν πια η επιτυχημένη ψυχολόγος που βγαίνει στα κανάλια, που έχει χρήματα, που κατέχει υψηλές θέσεις και μπορεί και εξυπηρετεί σε θέματα υγείας. Ήμουν πλέον μια κατηγορούμενη για κακούργημα», λέει η Γεωργία εξηγώντας παράλληλα ότι τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ξεκίνησαν και τα σοβαρά προβλήματά της με το ποτό.
Κοιμόταν στα παγκάκια
Γι’ αυτή τη μαύρη σελίδα στη ζωή της τολμά και εκφράζεται με ωμή ειλικρίνεια, σαν να αυτομαστιγώνεται για τις λάθος επιλογές της. Λέει χαρακτηριστικά:
«Ξυπνούσα νωρίς το πρωί και περίμενα να ανοίξουν τα μαγαζιά για να αγοράσω αλκοόλ. Μεγάλη ξεφτίλα. Ήταν η εύκολη λύση και συνάμα μία από τις χειρότερες μορφές εξάρτησης που πουλάει ελεύθερα το κράτος για πάρα πολλούς λόγους. Την κατάστασή μου την έβλεπαν όλοι. Από τη γειτονιά που σώπαινε αλλά με κοίταζε περίεργα, τους συγγενείς που με κουτσομπόλευαν, μέχρι τα υπονοούμενα που λάμβανα στα social media. Δεν θα ντραπώ να πω ότι εγώ η Γεωργία Σιδέρη μερικές νύχτες από το χάλι μου με τα ποτά και τα μεθύσια που επακολουθούσαν, βρέθηκα να κοιμάμαι ξεχασμένη σε παγκάκια, όπου με έβρισκαν τελικά οι γείτονές μου και με έφερναν σπίτι».
Και το κατρακύλισμα δεν είχε τέλος. «Πάρα πολλές φορές έπεφτα μέσα στο σπίτι, με κίνδυνο να τραυματιστώ όπως και έγινε αρκετές φορές χτυπώντας στο κεφάλι», λέει και προσθέτει: «Υπήρξαν δυο-τρεις φορές που στην προσπάθειά μου να κόψω το ποτό, σε κατάσταση στέρησης, πάθαινα επιληπτικές κρίσεις και νοσηλευόμουν».
Μάλιστα, χρειάστηκε να νοσηλευτεί αρκετές φορές στην προσπάθειά της να «καθαρίσει». «Η ουσία όμως δεν είναι να καθαρίσεις μόνο από το αλκοόλ, αλλά και να καταλάβεις τι είναι αυτό που σε κάνει να πίνεις, να ερμηνεύσεις ποιο κενό σού καλύπτει το ρημάδι το αλκοόλ», υπογραμμίζει η ψυχολόγος.
Μέσα στη μοναξιά της και την εξάρτηση από το ποτό, που οδήγησε στην κατάρρευση της ωραιοποιημένης της εικόνας, μόνο δύο άνθρωποι στάθηκαν δίπλα της: η κόρη της και ο σύντροφός της. Η πρώτη, ενώ έκανε μεγάλη υπομονή, κάποια στιγμή λύγισε και πήγε να ζήσει μαζί με τον πατέρα της, γεγονός που κατανόησε απόλυτα η μητέρα της, και ο δεύτερος συνέχιζε να στέκεται δίπλα της, ακούραστος, δυνατός αλλά και απογοητευμένος.
Το 2016 η Γεωργία Σιδέρη μπήκε με τη θέλησή της στο Αιγινήτειο, σε μια ύστατη προσπάθεια να νικήσει τους δαίμονές της. Επί έναν ολόκληρο μήνα έδινε τη δική της μάχη. Κάποια στιγμή και ενώ φάνηκε να βγαίνει νικήτρια, τηλεφώνησε στον πατέρα της ο οποίος νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό», λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας.
«Του τηλεφωνώ και με τρεμάμενη φωνή με ρωτάει: “Κορίτσι μου, είσαι καθαρή;”. “Ναι, πατερούλη μου”, του απαντώ “και περιμένω να βγεις κι εσύ”», λέει η ψυχολόγος. Ωστόσο ο πατέρας της δεν τα κατάφερε. Και αυτός ήταν ο λόγος που ξανακύλησε στο ποτό. Η ψυχολόγος αισθανόταν σαν πυγμάχος δίχως χέρια μέσα στο ρινγκ, αντιμέτωπη με τον πιο δύσκολο αντίπαλο που τα έβαλε ποτέ. Τα χτυπήματα που δεχόταν ήταν απανωτά. Έναν μήνα μετά τον θάνατο του πατέρα της πέθανε και ο αδελφός της από την ίδια αιτία -έμφραγμα- στα 47 του χρόνια. Πού άραγε να βρει τη δύναμη και να σηκωθεί από το καναβάτσο;
Η απεξάρτηση
Λίγες μέρες μετά, έχοντας πλέον πιάσει πάτο, με όσες δυνάμεις τής είχαν απομείνει, έπαιξε το τελευταίο της χαρτί: απευθύνθηκε για βοήθεια στο 10ο Τμήμα του Συμβουλευτικού Σταθμού Απεξάρτησης Αλκοολικών 18 Άνω. Για τρεις ολόκληρους μήνες έπρεπε σε καθημερινή βάση να δίνει το «παρών» και να υποβάλλεται σε αλκοτέστ. Τα κατάφερε και αμέσως εγκρίθηκε η ένταξή της σε κλειστό πρόγραμμα που εδρεύει στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, ακόμη πιο σκληρό από το προηγούμενο, καθώς δεν της επιτρεπόταν η παραμικρή επαφή με συγγενικά και φιλικά της πρόσωπα. Τα μέλη της θεραπευτικής ομάδας παρείχαν αμέριστη και πολύτιμη βοήθεια όχι μόνο στην ίδια, αλλά και σε όλους τους ασθενείς.
«Δεν σου θύμιζαν δημόσιους υπαλλήλους. Δεν υπολόγιζαν οκτάωρα. Ήταν πολύ σκληροί και συνάμα πολύ βοηθητικοί απέναντί μας. Εκεί μέσα κατάλαβα γιατί έπινα. Έπινα για όλα τα συναισθήματα που δεν είχα εκφράσει έως τα 42 μου χρόνια, για τους λάθος ρόλους στη ζωή μου, έπινα για την καταπίεσή μου, για τη Γεωργία που έτρεχε να πάρει τα εύσημα και να αισθανθεί σημαντική στη ζωή της», συμπληρώνει η ίδια.
Φέτος στις 23 Ιουλίου βγήκε από το πρόγραμμα με ψηλά το κεφάλι και επίσημα απεξαρτημένη από το αλκοόλ. Ευχαριστεί προσωπικά τον υπεύθυνο του προγράμματος, Μάρκο Πεταλωτή, έναν άνθρωπο-βράχο για χιλιάδες αλκοολικούς που τα κατάφεραν, όπως χαρακτηριστικά λέει.
Πλέον είναι νηφάλια, αισθάνεται συνειδητοποιημένη, ξέρει τι πρέπει να κάνει για τον εαυτό της, ότι εκείνη είναι που παίρνει τις αποφάσεις και όχι για να αποδείξει στους άλλους κάτι. Φοβερή σύμπτωση, το γεγονός ότι την ίδια μέρα αθωώθηκε από το Κακουργιοδικείο. Στο τέλος της απολογίας της οι δικαστές τη ρώτησαν αν έχει κάτι άλλο να προσθέσει και εκείνη με θάρρος τούς είπε για την προσπάθεια που είχε καταβάλει για να απεξαρτηθεί.
Και καταλήγει: «Όλη αυτή την εξομολόγηση που κάνω σήμερα την κάνω όχι για να ξεφτιλιστώ, αλλά για να δώσω το παράδειγμα. Από εκεί που είσαι ψηλά μπορεί σε μια μέρα να πέσεις στα χαμηλά. Όταν συμβεί αυτό, επιβάλλεται να σηκωθείς ξανά. Προσπάθησε να καταλάβεις όχι γιατί έπεσες, αλλά πώς εσύ οδήγησες τη ζωή σου σε αυτό το σημείο. Είμαι η Γεωργία και είμαι πολύ καλύτερη ψυχολόγος πια. Για μια φορά έπεσα και δέκα σηκώθηκα».