Το πολυσυζητημένο show του Ηλία Ψινάκη, «Γηροκομείο» που μετρά εκατομμύρια views στο Youtube, έρχεται τώρα και στις τηλεοπτικές οθόνες μέσα από τη συχνότητα του Mega.
Ο Ηλίας Ψινάκης αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο, το οποίο αφορά στη ζωή του ωστόσο, η πρωτοτυπία αυτού του βιβλίου είναι ότι δεν γράφεται με μολύβι και χαρτί, αλλά μαγνητοσκοπείται σαν ταινία.
Τα επεισόδια που έχουν αναρτηθεί το προηγούμενο διάστημα στο Youtube έχουν σπάσει κάθε ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς τα views είναι εκατομμύρια.
To Γηροκομείο πρόκειται να κάνει πρεμιέρα στο Mega στις 21 Ιουνίου και θα προβάλλεται για δύο εβδομάδες, κάθε Τρίτη και Πέμπτη.
Ηλίας Ψινάκης: «Αν ευχαριστήθηκα την περίοδο Ρουβά; Πάρα πολύ»
Ο Ηλίας Ψινάκης στην πρόσφατη συνέντευξή του μίλησε για την πολυτάραχη αλλά και δημιουργική ζωή του και την απόφασή του από μικρός να πάει κόντρα στις απαιτήσεις της οικογένειάς του
Ο Ηλίας Ψινάκης αποκάλυψε λεπτομέρειες από τη σχέση που είχε με διάφορα πρόσωπα της τέχνης και της πολιτικής. Ενώ έκανε αναφορά στο δημοσίευμα που πυροδότησε φήμες για εκείνον και τον Σάκη Ρουβά.
«Σε αυτή τη ζωή αποφάσισα από μικρός ότι θέλω να κάνω πάντα την πλάκα μου. Γιατί δεν υπάρχει χρόνος. Μπορεί να έχεις τα πάντα αλλά χρόνο δεν έχει ποτέ κανείς μας, άσχετα με το πόσο διάσημος ή πλούσιος είσαι. Η μάνα μου ήταν από πολύ καλή οικογένεια, τραπεζίτες, ακαδημαϊκοί, ο μπαμπάς της ήταν αρχίατρος του βασιλιά.
Ο πατέρας μου είχε βγάλει πάρα πολλά λεφτά γιατί είχε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε μπαζούκας, στο σπίτι μας ήταν από τον Πίτσο και τον Βαγιωνή μέχρι τον Ωνάση και την Κάλλας. Η μάνα της ήταν συμμαθήτρια με τη γιαγιά μου. Κάθε φορά που χώριζε η Κάλλας, ερχόταν σπίτι μας και έκλαιγε. Μου έλεγαν “θα γίνεις μηχανολόγος, θα γίνεις γιατρός”. Εγώ τους έβλεπα όλους γύρω μου να είναι χάλια. Και έλεγα “αν πετύχω, θα είμαι έτσι χάλια κι εγώ;”.
Έτσι, αποφάσισα ότι στη ζωή μου θα περνάω καλά με ό,τι κάνω. Είχαμε το σπίτι στη Νέα Υόρκη, σπούδασα εκεί γιατί ήταν το κέντρο του κόσμου. Πήγαινα συνέχεια στο Studio 54, τους είχα γνωρίσει όλους. Ήταν και αρκετοί Έλληνες εκεί. Μετά μπήκε στη ζωή μου ο Ρουβάς, εξού και το μανατζαριλίκι. Δεν έχω μανατζάρει κανέναν άλλο ποτέ, μόνο τον Σάκη και τον εαυτό μου. Όποιος όμως μου ζητούσε τη βοήθειά μου του την έδινα».
Η περίοδος με τον Σάκη Ρουβά
«Αν ευχαριστήθηκα την περίοδο Ρουβά; Πάρα πολύ. Ζήσαμε 17 υπέροχα, ευτυχισμένα και έντονα χρόνια. Απολαμβάναμε ακόμα και τις μεγάλες δυσκολίες που συναντήσαμε και τις κακοήθειες που γράφονταν από τότε για μας. Ο Σάκης έγινε ο νούμερο 1 σταρ».
«Θεωρώ ότι απλά του κέρδισα χρόνο. Είχα τα μέσα, τις γνωριμίες, τα λεφτά, τα πάντα. Σε αυτή τη δουλειά δεν μπορείς να επιβιώσεις μόνο με χάρες αν δεν το αξίζεις. Δεν έγινε σταρ επειδή του έκαναν χάρες».
Η γνωριμία με τον Ανδρέα Παπανδρέου
«Όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου μου είχε πει “ένα σκάνδαλο ξεπερνιέται με ένα μεγαλύτερο”, μου ξεκλείδωσε τον εγκέφαλο. Μέχρι τότε δεν τον ήξερα καλά, έκανα πιο πολλή παρέα με τον Καραμανλή –που δεν χωνευόντουσαν. Με τον Ιόλα, τον Τσαρούχη, τον Μάνο, τον Χορν. Τον συναντούσα όμως στον Αστέρα Βουλιαγμένης ή στην Ελούντα, όπου πήγαινε και με τον Αραφάτ, και χαιρετιόμασταν. Μου λέει λοιπόν αυτή τη φράση ο Ανδρέας σε μια στιγμή που είχα πάθει κοκομπλόκο. Ο Σάκης τότε τραγουδούσε στην Παραλιακή. Έχουμε μπει στο σκάφος στον Φλοίσβο να κοιμηθούμε εκεί και να ξυπνήσουμε στις Σπέτσες.
Με παίρνει η Ζωή Λάσκαρη από τον ασύρματο του σκάφους του Λυκουρέζου και μου λέει “είδες το Λοιπόν; “Όχι” λέω “τι γράφει;”. “Πάρ’ το να το δεις μόνος σου” απαντάει και μου το κλείνει στα μούτρα. Λέω στον καπετάνιο “σταμάτα στην Ύδρα τώρα”. Κατεβαίνω και με κοιτάζουν καλά καλά ακόμα και οι πέτρες. Φτάνω στο περίπτερο και διαβάζω “παντρεύτηκε ο Ρουβάς τον Ψινάκη” με φωτογραφία μοντάζ να είμαστε αγκαλιά. Τότε με κάτι τέτοια σε κρεμούσαν στο Σύνταγμα.
Δεν είναι σαν και τώρα που, αν τον παίρνεις, είναι και λίγο της μόδας. Λέω στον καπετάνιο “πάμε τώρα απέναντι, να μείνουμε αρόδο απέναντι από το σπίτι του Κοντομηνά”. Να έχω πάθει πανικό, να σκέφτομαι “τι θα γίνει με την οικογένειά μου;” Παρεμπιπτόντως, με αποκλήρωσαν και τότε, όπως με είχαν αποκληρώσει πολλές φορές. Μια φορά, μάλιστα, ο μπαμπάς μου με είχε αποκληρώσει δύο φορές την ίδια μέρα. Του λέω “δεν γίνεται, βρε μπαμπά, με έχεις ήδη αποκληρώσει το πρωί! Θα με αποκληρώσεις πάλι το ίδιο βράδυ;».