Κουρής-Τοπαλίδου:Στα δικαστήρια για το διαζύγιο
Κόντρα στα δημοσιεύματα που ήθελαν να βάζουν στην σχέση τους νέα θεμέλια και να “παγώνουν” το διαζύγιο, εμείς μαθαίνουμε δυστυχώς ακριβώς το αντίθετο για τον ηθοποιό Νίκο Κουρή και την […]
22 Μαΐου 2019 22:00
Σε ένα διάστημα λίγο μεγαλύτερο της δεκαετίας, ο Jamie Oliver μετέτρεψε την τηλεοπτική του φήμη και αναγνωρισιμότητα σε μια αλυσίδα brand εστιατορίων, μεταξύ των οποίων τα Jamie’s Italian, το steakhouse “Barbecoa”, καθώς και η “ναυαρχίδα” του στο Λονδίνο, “15”. Η KPMG ορίστηκε διαχειρίστρια προκειμένου είτε να βρει αγοραστή είτε να εκκαθαρίσει την αλυσίδα των 25 εστιατορίων.
“Είμαι ιδιαίτερα λυπημένος από αυτή την κατάληξη και θα ήθελα να ευχαριστήσω όλο το προσωπικό και τους προμηθευτές που αφιερώθηκαν ψυχή τε και σώματι σε αυτή την επιχείρηση εδώ και πάνω από δύο χρόνια”, αναφέρει ο ίδιος ο Όλιβερ, σε γραπτή δήλωσή του.
“Καταλαβαίνω απόλυτα πόσο δύσκολο είναι όλο αυτό για κάθε άνθρωπο ο οποίος επηρεάζεται από αυτή την εξέλιξη. Λάνσαρα το Jamie’s Italian το 2008 με την πρόθεση να ανατρέψω δημιουργικά την αγορά της εστίασης υψηλού επιπέδου και μέσου κόστους στο Ηνωμένο Βασίλειο, με προστιθέμενη αξία και υψηλή ποιότητα υλικών, σεβασμό όλων των κανόνων σεβασμού της ευζωίας των ζώων, με μια εντυπωσιακή ομάδα που μοιραζόταν το πάθος μου για φαγητό και εξυπηρέτηση υψηλής ποιότητας. Και ακριβώς έτσι κινηθήκαμε”, σημειώνει ακόμη.
Ο Oliver, διάσημος από την τηλεοπτική εκπομπή “Naked Chef” και ακτιβιστής της προσπάθειας για πιο υγιεινά σχολικά γεύματα, έκλεισε 12 εστιατόρια της αλυσίδας του μέσα στο 2018. Διοχέτευσε, μάλιστα, 13 εκατ. στερλίνες από την προσωπική του περιουσία για να μπορέσει να την σώσει.
Η βρετανική αγορά του χώρου της πολυτελούς εστίασης, αναφέρει το capital.gr, βιώνει το τελευταίο διάστημα φαινόμενα βίαιης αναδιάρθρωσης, με την Boparan Restaurant Group (BRG) να ανακοινώνει ότι θα κλείσει το ένα τρίτο των καταστημάτων Giraffe και Ed’s Easy Diner, ενώ και οι αλυσίδες Carluccio’s, Prezzo, Strada και Gourmet Burger Kitchen έκλεισαν καταστήματα εντός του 2018.
“Πρόκειται για το τελευταίο παράδειγμα μιας μεγάλης σειράς εστιατορίων που βρίσκονται σε κεντρικούς εμπορικούς δρόμους πόλεων τα οποία, παρά το ισχυρό brand τους, δεν κατάφεραν να διατηρήσουν τον βηματισμό τους και να προσαρμοστούν στα εξελισσόμενα γούστα των θαμώνων”, υπογραμμίζει ο Turon Miah, στέλεχος της νομικής εταιρείας Gowling WLG.