Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη σε μία συνέντευξη εξομολόγηση και αναφέρθηκε στις δύσκολες καταστάσεις που έχει βιώσει.
Η δημοφιλής ηθοποιός Καρυοφυλλιά Καραμπέτη αναφέρθηκε σε όλα τα δυσάρεστα που της έχουν συμβεί μέχρι σήμερα, ενώ αποκάλυψε γιατί αποφάσισε να γίνει ηθοποιός.
Η πρώτη εντύπωση που δίνεις είναι σαν να έχεις περισσότερη δύναμη από όση σου αντιστοιχεί.
Μπορεί να είναι μια εντύπωση που έχει δημιουργηθεί από τους ρόλους που έχω παίξει. Ξέρεις όμως πόσες φορές έχω χρειαστεί κι εγώ μια αγκαλιά και έναν ώμο να ακουμπήσω; Και πόσο έχω λυγίσει κατά εποχές κι εγώ; Η ψυχή μου το ξέρει και οι κοντινοί μου άνθρωποι. Έχω περάσει κι εγώ καταθλίψεις, πληγές, τραύματα και απώλειες. Δεν είναι μόνο χαρά, έρωτας και θάλασσα η ζωή.
Καρυοφυλλιά, γιατί έγινες ηθοποιός;
Ήταν τα βιώματα της παιδικής μου ηλικίας, η μαγεία που ένιωθα βλέποντας ταινίες, ακούγοντας θέατρο στο ραδιόφωνο και παίζοντας στις παραστάσεις του σχολείου. Από 9-10 χρόνων κατάλαβα πως ήθελα να γίνω κι εγώ κομμάτι αυτού του ονειρικού κόσμου. Όταν με ρωτούσαν «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;», ντρεπόμουν να πω «ηθοποιός». Πίστευα ότι οι ηθοποιοί είναι κάτι σαν πρίγκιπες, ότι ηθοποιός γεννιέσαι, δεν γίνεσαι. Αυτό νόμιζα. Και πώς εγώ, ένα παιδάκι από το χωριό, θα γινόμουν κάτι που δεν μπορούσα να γίνω; Οπότε έλεγα «γιατρός, δασκάλα» κάτι έπρεπε να πω. Μέσα μου όμως ήξερα πως ηθοποιός ήθελα να γίνω.
Στη Δόξα όπου μεγάλωσες, ένα ορεινό χωριό στο Διδυμότειχο, δεν θεωρούσαν ελαφρύ, ανυπόληπτο το επάγγελμα της θεατρίνας;
Όχι, καθόλου. Ήταν απλοί άνθρωποι, που είχαν μια αθώα, αγαπησιάρικη ματιά πάνω στα πράγματα και το θεωρούσαν μάλιστα και ιδιαιτέρως τιμητικό. Μπορεί αυτή η προκατάληψη να υπήρχε σε ένα μέρος της αστικής κοινωνίας, αλλά το 1976 που αποφάσισα εγώ να γίνω ηθοποιός δεν ήταν πια όπως στην εποχή της Κυβέλης που έπρεπε να παντρευτείς για να βγεις στο θέατρο. Είχαμε ήδη σπουδαίες ηθοποιούς στο Εθνικό Θέατρο, την Παξινού, τη Συνοδινού, τη Χατζηαργύρη, και βέβαια τη Λαμπέτη, τη Μελίνα, τη Μάγια Λυμπεροπούλου, τη Ρένη Πιττακή.
Υπήρχε κι ένα κοινό πολύ καλλιεργημένο, που πήγαινε στην Επίδαυρο, στα μεγάλα θέατρα, στο Εθνικό, ή στο Κρατικό στη Θεσσαλονίκη όπου ζούσαμε τότε. Ήξεραν ότι το θέατρο είναι τέχνη σοβαρή, δεν ήταν όπως στις παλιότερες εποχές που υπήρχε όλο αυτό το γαργαλιστικό στοιχείο με την επιθεώρηση και τα μπουλούκια. Εγώ δεν αντιμετώπισα καμιά προκατάληψη τέτοιου είδους στην οικογένειά μου. Ήταν μεν αγρότες από ένα χωριό όπου δεν είχαν τη δυνατότητα να δουν θέατρο, όμως λάτρευαν το σινεμά και τα αστέρια της εποχής, την Αλίκη, την Καρέζη, τον Κούρκουλο, τον Βέγγο, όλους, και τους δραματικούς και τους κωμικούς ηθοποιούς. Η οικογένειά μου το είχε καμάρι που θα γινόμουν ηθοποιός. Δεν εναντιώθηκαν καθόλου στη θέλησή μου.