Κουρής-Τοπαλίδου:Στα δικαστήρια για το διαζύγιο
Κόντρα στα δημοσιεύματα που ήθελαν να βάζουν στην σχέση τους νέα θεμέλια και να “παγώνουν” το διαζύγιο, εμείς μαθαίνουμε δυστυχώς ακριβώς το αντίθετο για τον ηθοποιό Νίκο Κουρή και την […]
11 Μαΐου 2021 14:40
Μια ζωή πρωταγωνίστρια, γεμάτη λάμψη, δόξα κι επιτυχίες, και μια ζωή πίσω από την κουίντα, γεμάτη πίκρες, στενοχώριες και κρυμμένα μυστικά,
όπως η αποτυχία που της κόστισε μισό εκατομμύριο ευρώ και η άτυχη εγκυμοσύνη από τον Μάριο Πλωρίτη.
Αν η Κάτια Δανδουλάκη αποφάσιζε να εκδώσει την βιογραφία της, η αλήθεια είναι πως πάρα πολλοί άνθρωποι θα περίμεναν στις ουρές για να την διαβάσουν.
Πολλοί θα ήταν χαρούμενοι γιατί θα έβλεπαν το όνομα τους και τις ιστορίες που μοιράστηκαν με την δημοφιλή πρωταγωνίστρια.
Υπάρχουν όμως και κάποιοι που δεν θα ήθελαν με τίποτα να κυκλοφορήσει ένα τέτοιο βιβλίο,
γιατί θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με αλήθειες που θα τους έφερναν σε πολύ δύσκολη θέση.
Τελικά οι πιο τυχεροί από όλους, αποδεικνύονται οι λιγότεροι, της τρίτης κατηγορίας.
Γεγονός που, για όσους γνωρίζουν τον τρόπο που σκέφτεται και λειτουργεί η Κάτια Δανδουλάκη, δεν μοιάζει διόλου παράξενο, αφού η θιασάρχης, πάντα προτιμούσε να κρατάει τα εν οίκω, μακριά από το… δήμο.
Παρ’ όλα αυτά, μέσα στα χρόνια, είτε από δικές της εξομολογήσεις, είτε συχνότερα, από ιστορίες που κυκλοφόρησαν από άλλους, αρχίσαμε να μαθαίνουμε αρκετά… «μυστικά» για την απίθανη ζωή της, πίσω από κάμερες και φώτα.
Η Δανδουλάκη είναι μια Σαλονικιά, μεγαλωμένη στην Αθήνα, με πατέρα κρητικό και μικρασιάτισσα μητέρα.
Το μοναχοπαίδι μιας μαμάς εκπαιδευτικού και ενός μπαμπά τελωνειακού. Εκρηκτικό μείγμα και απολύτως καλλιτεχνική φύση από παιδί.
Γεννημένη στις 16 Μαΐου του ’48 στη Θεσσαλονίκη, όπου έμεινε ως τα τέσσερα.
Η ίδια περιγράφει πάντα τα παιδικά της χρόνια ως έναν ιδιότυπο συνδυασμό μεγάλης αγκαλιάς και πειθαρχίας.
Αγάπη και κανόνες με ίδια δοσολογία και συχνότητα. «Δεν υπήρχε πιθανότητα να κάνω κάτι απρεπές και να μην το πληρώσω.
Θυμάμαι τη μαμά να μου λέει: ‘Σ’ αγαπάω πάρα πολύ, αλλά είμαι υποχρεωμένη να σε τιμωρήσω.
Θεωρούσε πως αν δεν οριοθετήσουν οι γονείς το παιδί τους, θα το κάνει αργότερα ο λάθος άνθρωπος: ο εκπαιδευτικός, ο σύντροφος, ο εργοδότης» έλεγε σε παλιότερη συνέντευξη της στην δημοσιογράφο Ματούλα Κουστένη. «Από παιδί ήμουν πάντα ακραία εγωίστρια και περήφανη.
Στην Αθήνα μεγάλωσε στους Αμπελόκηπους. Μέχρι τα 20 της, που μετακόμισε στο Κολωνάκι.
Εκεί μένει έκτοτε. Τα πρωινά πήγαινε στο Αμερικάνικο κολλέγιο. Αλλά το απόγευμα έπαιζε με τα αγόρια στις αλάνες.
Μήλα και ποδόσφαιρο. «Ούτε να γυρίσω να τα δω ήθελα, τα κοριτσίστικα παιχνίδια. Οι κούκλες μού προέκυψαν μετά τα 20.
Σήμερα ζω μέσα στους αρκούδους και κοιμάμαι με ένα λούτρινο μικρό σκυλάκι που δεν αποχωρίζομαι ποτέ.
Συμβολίζει όλες μου τις αγάπες» παραδέχεται ακομπλεξάριστα.
Έδωσε στη Νομική. Μόνο και μόνο γιατί το ήθελαν οι γονείς της.
«Όταν τους ανακοίνωσα ότι θα δώσω εξετάσεις και σε δραματική σχολή, κόντεψαν να αυτοκτονήσουν.
Ο μπαμπάς μου έβαλε τα κλάματα, πήγε στο άλλο δωμάτιο, χωρίς να πει κουβέντα, και επιστρέφοντας μου ανακοίνωσε:
«Κάνε ό,τι θέλεις». Για να αλαφρώσω την ψυχή τους έδωσα και στα δύο, και πέρασα και στα δύο» εξιστορούσε με ένα πικρό χαμόγελο δεκαετίες μετά.
«Παρακολούθησα Νομική ένα έτος –έβαζα κάτω από τα βιβλία για το Δίκαιο τα θεατρικά του Μίλερ– και στη συνέχεια αφοσιώθηκα στην υποκριτική.
Με τα χρόνια μαλάκωσαν και καμάρωναν πολύ την προσπάθειά μου.
Στην πρώτη μου παράσταση στο θέατρο Διονύσια ο μπαμπάς, φτιαγμένος πολύ πριν από εμένα, στεκόταν πανέτοιμος στην πόρτα και μου φώναζε:
‘Έλα, έλα, αργούμε, πρέπει να φύγουμε’» αποκάλυψε πριν λίγα χρόνια για μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας της.
Σπούδασε στο υπόγειο του Κάρολου Κουν, στο περίφημο Θέατρο Τέχνης. Αποφοιτώντας, συνέχισε στο London School of Dramatic Art.
Στο Λονδίνο έπαιξε σε τηλεταινίες και σε ραδιοφωνικές παραγωγές του BBC. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, άρχισε με πρώτους ρόλους και σπουδαίους συνεργάτες.
Η καριέρα της ξεκίνησε δυναμικά. Στην δεύτερη της ταινία παίζει δίπλα στον Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
Που έχει πλέον χωρίσει, αλλά όχι επίσημα. Στον Παπαφλέσσα.
Οι ιστορίες από εκείνες τις μέρες και τις νύχτες, θα τις ενώσουν χρόνια μετά, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Αλλά για χρόνια, εκείνη θα είναι κι η μόνη γυναίκα στην οποία είχε εξομολογηθεί την σχέση της με τον συμπρωταγωνιστή της.
Η σχέση άλλωστε δεν έγινε ποτέ γνωστή από την Δανδουλάκη. Ο Παπαμιχαήλ την αποκάλυψε, λίγο πριν πεθάνει, στην βιογραφία του.
Η Κάτια Δανδουλάκη πάντως πάντα μιλούσε με απέραντο θαυμασμό για τον σπουδαίο ηθοποιό. Όχι όμως και για τον Παπαφλέσσα.
«Ήταν η δεύτερη ταινία μου. Τα γυρίσματα διήρκεσαν τρεις μήνες. Ήταν ό,τι πιο κουραστικό έχω κάνει στη ζωή μου.
Υπέφερα. Μιλάμε για στρατιωτική πειθαρχία. Ήμουν πάρα πολύ νέα και νόμιζα ότι οφείλω να αντέχω.
Ήταν μια κακουχία.
Πηγαίναμε στα Αμπελάκια αξημέρωτα μέσα στο κρύο, στις πιο αντίξοες συνθήκες, να ψάχνουμε στα βουνά άυπνοι για να πετύχουμε το ιδανικό φως.
Δεν υπήρχε τότε ξενοδοχείο στο χωριό και μέναμε στη Λάρισα, οπότε έπρεπε να υποστούμε και τις μετακινήσεις.
Θυμάμαι, ο Παπαμιχαήλ πηγαινοερχόταν με ελικόπτερο, γιατί έπαιζε στην Αθήνα με την Αλίκη».
Η σχέση δεν θα κρατήσει πολύ. Αλλά η Δανδουλάκη θα βρει έναν σπουδαίο νέο σύντροφο. Τον σύντροφο της ζωής της.
Για τον Μάριο Πλωρίτη, κανείς δεν μπορεί να περιγράψει καλύτερα τι σχέση τους,
από ότι η ίδια στις κατά καιρούς εξομολογήσεις της, μετά τον θάνατο του.
«Η παρουσία του Μάριου Πλωρίτη ήταν ο ήλιος που με φώτισε, αλλά ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι χάρη σε αυτόν πορεύτηκα.
Ζήσαμε μαζί 30 χρόνια, τα 12 παντρεμένοι. Ήταν καθηγητής μου στη δραματική.
Πάντα μού είχε μια σχετική αδυναμία και με κοιτούσε με μια γλύκα, καθώς ήμουν η καλή μαθήτρια.
Αντιθέτως, εγώ, με το που τον είδα, είπα αυτός ο άνθρωπος θα σφραγίσει τη ζωή μου.
Ερωτικά βρεθήκαμε δέκα χρόνια μετά τη σχολή, όταν κατά σύμπτωση, έκανε τη μετάφραση στο δεύτερο θεατρικό που ανέβασα στο Μουσούρη.
Ήταν ένας έρωτας που περιλάμβανε τα πάντα, γι’ αυτό και διήρκεσε τόσες δεκαετίες.
Δεν καταλάβαινα καν τη διαφορά ηλικίας μας, δεν την έβλεπα.
Εκεί όπου τελείωνε ο ένας άρχιζε ο άλλος.
Ούτε οι παρέες του ένιωσα ποτέ να με αμφισβητούν.
Έτρωγα στο ίδιο τραπέζι με τον Πατσιφά, τον Κακογιάννη, τη Μελίνα, τον Ντασέν, τον Χατζιδάκι
και ήταν σαν να έχω γεύμα με τους 12 θεούς του Ολύμπου.
Με ρωτάνε καμιά φορά γιατί δεν ξαναφτιάχνω τη ζωή μου.
Μα, ήταν φτιαγμένη η ζωή μου κι αυτό που είχα δεν θέλω να το αντικαταστήσω».
«Ήθελα πάρα πολύ να κάνω παιδί. Δεν ήταν επιλογή μου, ήταν επιλογή των συνθηκών.
Το ήθελα πάρα πολύ, γιατί ο Μάριος Πλωρίτης ήταν ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο που θα ήθελα με αυτόν να έχω παιδί.
Δεν ήθελα ένα παιδί γενικώς. Ήθελα ένα παιδί με αυτόν τον άντρα. Όταν λοιπόν δεν μπόρεσα να το έχω…
Υπήρξε εγκυμοσύνη, αλλά αυτά είναι πολύ λεπτά πράγματα. Είναι και θέμα τύχης.
Καμιά φορά το άγχος δεν σε αφήνει να το κάνεις. Από την άλλη ίσως το κάρμα μου ήταν να μην έχω παιδί.
Δεν αισθάνομαι ελλιπής χωρίς αυτό. Αυτό είναι πολύ σημαντικό» αποκάλυψε πριν λίγα χρόνια η ηθοποιός.
«Ξέραμε και οι δυο όταν πλησίαζε το τέλος.
Εκείνος το αντιμετώπισε όπως πάντα, με αυτήν τη σπάνια και φιλοσοφημένη θλίψη του.
Από την ώρα που διεγνώσθη με καρκίνο, προχωρήσαμε μαζί χέρι-χέρι, ενωμένοι, χωρίς άχρηστες λύπες.
Πέθανε το 2006 και μου πήρε επτά χρόνια να μάθω να μιλώ τη νέα γλώσσα και να ξαναπιάσω τη ζωή από την αρχή.
Σερνόμουν από την κατάθλιψη. Έβγαινα στον κόσμο κι ένιωθα να μην καταλαβαίνω τη γλώσσα που μιλούσαν.
Ζήτησα βοήθεια για την ψυχή μου, είδα σύμβουλο αυτογνωσίας και άρχισα να μαθαίνω το αλφάβητο του σήμερα.
Αποφάσισα ότι δεν ήθελα να κυλήσω προς τα πίσω και να καταλήξω στην απομόνωση.
Ο θρήνος υπήρξε μια μακρά διαδικασία που δεν σταμάτησε ποτέ, απλώς σήμερα έχει διαφορετική έκφραση.
Μία μόνο αγωνία έχω: αν μετά τον θάνατό του η ψυχή του έχει μείνει κάπου εδώ γύρω,
θα ήθελα να βλέπει ότι είμαι πια ένας χαρούμενος άνθρωπος.
Όχι μια παραιτημένη» παραδέχτηκε πριν λίγο καιρό για την σκληρή εμπειρία της με την απώλεια.
«Δεν φανταζόμουν ότι η στεναχώρια μπορεί να έχει τόσο βάθος. Κόντεψα να χάσω την ψυχή μου, δεν ήξερα ποια είμαι.
Δεν ήταν θέμα αυτοκτονικών τάσεων, δεν καταλάβαινα γιατί υπήρχα.
Βεβαίως κατάλαβα ότι έχω ανάγκη από γιατρό και πήγα αμέσως γιατί δεν είμαι άνθρωπος της αρρώστιας, είμαι άνθρωπος της ζωής.
Και γλίτωσα πολύ γρήγορα, μέσα σε ένα χρόνο. Στη δουλειά πήγαινα με πάρα πολύ ζόρι.
Έβλεπα κόσμο στο θέατρο από κάτω κι έλεγα “Χριστέ μου, ο κόσμος που με ανακούφιζε πρώτα, τώρα μου δημιουργεί πανικό;”.
Είναι φοβερό πράγμα η ανισορροπία της ψυχής. Μετά τον Μάριο, το χάος».
Η Κάτια Δανδουλάκη πάντα λέει πως ακολουθεί το ένστικτο της σε όλη την καριέρα της, κι αυτό την έχει οδηγήσει καλά πάντοτε, ειδικά στο θέατρο.
«Ακόμα κι όταν δεν υπήρχε χημεία, το ένιωθα από την στιγμή που ξεκινούσαμε τις πρόβες πως αυτό το έργο δεν θα πετύχει.
Βέβαια πλέον δεν ήταν δυνατό να αλλάξω έργο.
Αλλά και πάλι ήξερα» εξηγούσε σε ένα θεατρικό εργαστήρι σε μαθητές και συναδέλφους της.
«Όταν, ας πούμε, ανεβάσαμε το «Παιχνίδι των Θεών» με τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο, κατάλαβα ότι ήταν λάθος
να παίξω σε ένα θέατρο 700 θέσεων ένα έργο που απευθύνεται σε κοινό Δευτερότριτου.
Αλλά ακόμα και γι’ αυτό δεν μετανιώνω, γιατί ήταν μια μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία.
Εγώ υποκλίνομαι στους παραγωγούς που ρίσκαραν βάζοντας τους κόπους μιας ζωής στο θέατρο.
Και πραγματικά θεωρώ μεγάλη μου επιτυχία ότι έφτασα έπειτα από τόσα χρόνια να πω ότι πια δεν χρωστάω σε κανέναν.
Η «θεατρική παραγωγή» είναι μια πονεμένη ιστορία, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά παγκοσμίως. Δεν υπάρχει παραγωγός που να είναι πλούσιος.
Ο Αντριου Λόιντ Βέμπερ, που έχει υπογράψει τα μεγαλύτερα μιούζικαλ και είχε δικό του θέατρο, το έδωσε, γιατί δεν ήθελε να πεθάνει στην ψάθα.
Τότε με το «Παιχνίδι των Θεών» έχασα 500.000 ευρώ.
Θυμάμαι, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, που τα συζητούσαμε, μου έλεγε ότι πρέπει να κάνεις έξι επτά επιτυχίες για να πληρώσεις μία αποτυχία.
Το ήξερε καλά, γιατί το είχε πληρώσει κι εκείνη ακριβά.
Ευτυχώς, τότε υπήρχαν ακόμα οι υψηλές αμοιβές στην τηλεόραση και την ευγνωμονώ,
γιατί με βοήθησε να κάνω παραστάσεις που ονειρευόμουν στο θέατρο.
Την αγάπησα πολύ την τηλεόραση και νιώθω ότι με αγάπησε κι εκείνη».