Ο Κώστας Αποστολάκης, ο οποίος συμμετέχει στη νέα σειρά του ΣΚΑΙ «Γλυκάνισος», πιστεύει πολύ στον Θεό.
Ο ηθοποιός Κώστας Αποστολάκης παραχώρησε μια συνέντευξη στο περιοδικό «7 Μέρες Tv» και αναφέρθηκε στην πίστη του.
Παράλληλα, εξέφρασε την άποψη ότι ζούμε στην εποχή της εικόνας υπογραμμίζοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι νοιάζονται κυρίως για την εξωτερική τους εμφάνιση.
Ο Αποστολάκης τόνισε αρχικά: «Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι σήμερα επιδιώκουν να μείνουν νέοι, να μη μεγαλώσουν ποτέ. Νοιάζονται κυρίως για το σώμα και όχι για το πνεύμα…
Ο Πλάτωνας έλεγε ‘το να φοβάται το παιδί το σκοτάδι είναι λογικό, το να φοβάται ο μεγάλος το φως είναι παράλογο’.
Το φως είναι το πνεύμα. Δεν το βλέπεις, σαν τον άνεμο αλλά αυτό υπάρχει και το αισθάνεσαι.
Είναι φοβερό αλλά σήμερα όλοι νοιαζόμαστε για το φθαρτό, για το σώμα, αυτό που θα πάει στο χώμα και δεν νοιαζόμαστε για το πώς θα θρέψουμε την ψυχή μας η οποία θα ζήσει αιώνια, θα βγει από το σώμα και θα ταξιδέψει».
Και ο ηθοποιός κατέληξε επισημαίνοντας: Τη θλίψη δεν τη φέρνει η φτώχεια αλλά η επιθυμία και η απληστία. Γιατί όσα ποτάμια και αν χυθούν στη θάλασσα, αυτή δεν γεμίζει.
Ζούμε πιο πολύ από ποτέ στην εποχή της εικόνας. Όμως και η εξωτερική εμφάνιση είναι επίσης φθαρτή.
Όλος αυτός ο αγώνας για τη νεότητα, με κάθε είδους επέμβαση, αν δεν σου φέρει αυτά που επιθυμείς, στο τέλος θα σε ρίξει σε μεγαλύτερη θλίψη.
Δεν ξέρω αλλά ζωή χωρίς Χριστό και πίστη είναι τραγωδία, ταλαιπωρία, ένα δράμα χωρίς τελειωμό».
Πριν από λίγες ημέρες, ο Αποστολάκης παραχώρησε συνέντευξη στην εκπομπή «Love it» του ΣΚΑΪ και δεν δίστασε να μιλήσει και πάλι για την πίστη του, λέγοντας: «Η πίστη είναι πολύ προσωπικό θέμα.
Υπάρχει συγκεκριμένη γραφή για το πώς πιστεύεις, το Ευαγγέλιο. Αν βγω και πω ‘πιστεύω στον Θεό’ τη ‘σκοτεινή δύναμη’ δεν την ενοχλεί αυτό το πράγμα.
Αν βγω και πω ‘πιστεύω στον Ιησού Χρηστό’… θα πουν ‘κάπως πυροβολημένος είναι αυτός. Κάτι του έτυχε, κάτι του συνέβη.
Ο δικός μου δρόμος είναι ένας δρόμος ψαξίματος, που τον ζήτησα. Το Ευαγγέλιο πήγα να το διαβάσω 29 φορές και… 29 φορές νύσταζα και το έκλεισα στην πρώτη ή στη δεύτερη σελίδα.
Δεν ήμουν και έτοιμος να το κάνω.
Σε αυτό με οδήγησε το γεγονός ότι η ψυχή μου είχε κορεστεί πλέον από τον λεγόμενο πλεονασμό της υποκριτικής ζωής.
Δηλαδή, και από μένα και από τους άλλους. Τώρα, όμως, η υποκρισία των άλλων δεν με ενδιαφέρει.
Δεν την παρατηρώ, ενώ πριν την έβαζα μέσα μου και έκανα κι εγώ το ίδιο για να μπορέσω να επιβιώσω. Όλα αυτά τα φέρνει ο φόβος της επιβίωσης …».