Ο Κώστας Κωστόπουλος, σκηνοθέτης του Σασμού, μίλησε για την επιτυχία της σειράς και για τους ήρωες που υποδύονται οι σπουδαίοι ηθοποιοί που πρωταγωνιστούν.
Κώστας Κωστόπουλος: «Αν δεν υπήρχαν οι Άγριες Μέλισσες, δεν θα υπήρχε ο Σασμός».
– Παράλληλα με τη δραστηριότητά σου στην Κύπρο επανήλθες και στην ελληνική τηλεόραση με μία επιτυχία, τον «Σασμό», για ποιο λόγο επέλεξες τη συγκεκριμένη δουλειά;
Μετά τη «Γαλάτεια» που σκηνοθέτησα στην Κύπρο και ενώ συζητώ τη συνέχεια της εκεί πορείας μου. Είχα την ανάγκη να κάνω κάτι και στην Ελλάδα και επέλεξα τον «Σασμό». Θα σου πω σχετικά με τη λέξη «επιτυχία» είναι πολύ μεγάλη κουβέντα. Γιατί είμαστε ακόμα στους δύο πρώτους μήνες της σεζόν, άρα έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Βέβαια το φαινόμενο «Σασμός» είναι πολύ ενθαρρυντικό. Αλλά για να υπάρξει η «επιτυχία» πρέπει να υπάρξει και το τέλος. Όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, μηδένα προ του τέλους μακάριζε… Αυτό δεν το λέω για να μειώσω τον ενθουσιασμό και τη χαρά που έχουμε για την αποδοχή της σειράς από τον κόσμο. Αλλά για να σου μεταφέρω το αίσθημα ευθύνης που έχουμε απέναντι στους συνεργάτες, τους συντελεστές, τους τηλεθεατές και στο κανάλι.
Το σημαντικότερο αν είναι απάντηση αυτό που με ρώτησες, πίστεψα τόσο πολύ στο βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη. Ώστε διάλεξα να κάνουμε μία προετοιμασία και έναν αγώνα για να υλοποιηθεί στην τηλεόραση, παρά να εμπλακώ σε οποιαδήποτε άλλη σειρά που μου είχαν προτείνει.
– Αυτά τα χρόνια που είσαι στην Κύπρο, τι έχει αλλάξει στη σκηνοθετική σου γραφή;
Θα μπορούσα να πω ότι είμαι πιο ώριμος. Η σκηνοθετική γραφή για πολλούς σχετίζεται μόνο με την εναλλαγή των πλάνων και το ρυθμό. Η σκηνοθεσία, όμως, είναι μία πολυσύνθετη διαδικασία γιατί ξεκινάει με την επιλογή των ηθοποιών. Την προσέγγιση στο κείμενο, τις μουσικές, τους φωτισμούς και το αισθητικό ύφος, τη φωτογραφία, το ρούχο. Όλα όσα απαιτούνται για να γίνει μία σειρά. Αυτό που έχει αλλάξει, είναι ότι έχοντας περισσότερη πείρα, προσπαθούμε να κάνουμε λιγότερα λάθη.
– Με ποια κριτήρια επιλέχθηκαν οι ηθοποιοί που πρωταγωνιστούν στη σειρά;
Η επιλογή των ηθοποιών είναι μία διαδικασία που εμπεριέχει πάρα πολύ την αίσθηση του timing. Δηλαδή μπορεί να θέλεις ένα ηθοποιό που έχει ήδη κλείσει σε άλλη σειρά, μπορεί να έχει θέατρο, μπορεί για χίλιους δύο λόγους να μη σε θέλει. Στην προκειμένη περίπτωση, παρέα με τη Μιράντα Ρωσταντή, που είναι η casting director έξι μήνες στοχεύσαμε σε ποιοτικούς ηθοποιούς. Οι οποίοι και λόγω της συγκυρίας του κορονοϊού ήταν διαθέσιμοι, προσπαθώντας να είναι ιδανικοί για τον κάθε ρόλο που είχαμε φανταστεί.
– Τι ακριβώς είχατε φανταστεί;
Βλέποντας στον περίγυρο τον τηλεοπτικό τι είναι αυτό που πραγματικά θα κέντριζε το κοινό, σκεφτήκαμε ότι θέλουμε να επικεντρωθούμε σε καλούς ηθοποιούς. Που ενδεχομένως να μην ήταν μεγάλα τηλεοπτικά ονόματα, αλλά να είναι ιδανικοί στους ρόλους τους και να ενσαρκώσουν τους ήρωες. Θέλαμε να έχει μία τέτοια ταυτότητα η σειρά, όχι για να τη βλέπει κάποιος επειδή παίζει μέσα κάποιος γνωστός τηλεοπτικά. Αλλά να τη βλέπει γιατί αυτός που παίζει το ρόλο είναι τόσο καλός που θέλει να τον βλέπει.
– Τα τελευταία χρόνια και μετά τις «Άγριες μέλισσες», οι θεατρικοί ηθοποιοί έχουν εισχωρήσει στον τηλεοπτικό χώρο. Τελικά υπάρχουν τηλεοπτικοί και θεατρικοί ηθοποιοί;
Όλοι οι άνθρωποι βολευόμαστε βάζοντας ταμπέλες. Είμαι 35 χρόνια στην τηλεόραση – κάποια από αυτά ήμουν βοηθός σκηνοθέτη – πάντα οι ηθοποιοί που έπαιζαν τηλεόραση έπαιζαν και θέατρο. Δηλαδή είναι λίγο αφελές να λέμε ότι ένας ηθοποιός που παίζει στο θέατρο, δεν παίζει τηλεόραση, είναι θεατρικός. Κάποιοι ηθοποιοί διάλεγαν να μην κάνουν τηλεόραση και να κάνουν μόνο θέατρο, με αυτή την έννοια ίσως προέκυπτε μία κατηγοριοποίηση.
– Εξήγησέ μου…
Υπάρχει ένα δίκιο πάνω σε αυτό, ας πούμε και πολλοί σκηνοθέτες έκαναν θέατρο και δεν έκαναν τηλεόραση ή έκαναν κινηματογράφο. Όμως σίγουρα ανάμεσα στους ηθοποιούς που ενδεχομένως διάλεγαν να κάνουν θέατρο, υπάρχουν πολλοί που έχουν επενδύσει στην τέχνη τους, έχουν περάσει πολύ χρόνο στο σανίδι, έχουν απαιτήσεις από τους ρόλους που θα ενσαρκώσουν και πρέπει να υπάρχουν και εκείνες οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες που να τους προκαλέσει κάτι για να κάνουν τηλεόραση.Υπάρχει η μετάβαση, ναι! Ναι, αν δεν υπήρχαν οι Άγριες Μέλισσες, δεν θα υπήρχε ο Σασμός και είναι πραγματικά πολύ επωφελές για το τηλεοπτικό κοινό να υπάρχουν καλοί ηθοποιοί που να διαλέγουν να κάνουν και ποιοτική τηλεόραση.
– Μου είπες ότι οι ηθοποιοί επέλεγαν, ωστόσο σε παλιότερες συζητήσεις που είχα με στελέχη της τηλεόρασης και οι άνθρωποι της τηλεόρασης ήταν πάρα πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στους θεατρικούς ηθοποιούς…
Οι καιροί όμως αλλάζουν, οι καταστάσεις αλλάζουν. Βιώσαμε μία οικονομική κρίση από το 2010, βιώσαμε έναν εγκλεισμό δύο χρόνια, υπάρχουν άλλες συνθήκες. Η τηλεόραση επίσης είναι ένα ευαίσθητο μέσο και στα κοινωνικά και στα οικονομικά φαινόμενα και πιστεύω είναι θετική η εξέλιξη που προκύπτει από αυτή τη συγκυρία και για εμάς τους δημιουργούς και για τους ηθοποιούς και για το τηλεοπτικό κοινό. Το σωστό είναι να ακολουθείς τη ροή και να εξελίσσεσαι.
– Ο«Σασμός» έχει μεγάλη απήχηση στον κόσμο. Ποιο είναι το συναίσθημα που νιώθεις όταν συνειδητοποιείς αυτό που έχει συμβεί;
Για πρώτη φορά βιώνω αυτή την αποδοχή, με την έννοια ότι κάνεις μία καλή δουλειά και αυτό ξεφεύγει από το μέτρο του λογικού. Μόνο ευθύνη μας γεμίζει απέναντι σε αυτό τον κόσμο που δεν θέλουμε να τον απογοητεύσουμε,και παράλληλα στους συνεργάτες και τους συντελεστές για το πώς θα το διαχειριστούμε, γιατί χρειάζονται πάρα πολύ λεπτοί χειρισμοί και πώς δεν πρέπει να τρομάξουμε εμείς οι ίδιοι ή να γίνουμε αλαζόνες, ώστε αυτό να συνεχιστεί όλη τη σεζόν και γιατί όχι και την επόμενη.
– Στη σειρά έχουν γίνει μετατροπές σε σχέση με το βιβλίο. Μέχρι ποιο βαθμό μπορεί να παρεκλίνει ένα σενάριο σε σχέση με το βιβλίο και τον άξονά του;
Η λέξη «άξονας» σαφώς είναι περιοριστική και σίγουρα δεν πρέπει να ξεφεύγει η σειρά, γιατί όταν μεταφέρεις ένα βιβλίο πρέπει να διατηρείς το πνεύμα του βιβλίου, την ατμόσφαιρά του, την ηθική του, τους χαρακτήρες, γιατί αλλιώς δεν έχει καμία σημασία. Από κει και πέρα, άλλο ένα βιβλίο άλλο μία τηλεοπτική σειρά. Είχα τη χαρά να συνεργαστώ, να υπηρετήσω και να βρίσκομαι δίπλα σε ανθρώπους που δημιούργησαν μεγάλες σειρές μεταφέροντας βιβλία στην τηλεόραση, όπως ο Κώστας Κουτσομύτης που μετέφερε τηλεοπτικά τις σειρές «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά»,«Κίτρινο φάκελο», «Η αγάπη άργησε μία μέρα» και ήξερα από τότε ότι αν θέλεις να κάνεις μία τηλεοπτική επιτυχία πρέπει να φτιάξεις ένα καινούργιο μέσον που λέγεται τηλεοπτική σειρά, το οποίο να γίνει αγαπητό από τον κόσμο.
– Οπότε;
Αυτό είναι μία συνταγή δύσκολη, γιατί πρέπει να υπάρχουν τα στοιχεία του βιβλίου που προανέφερα και αυτό προσπαθούμε να κάνουμε και στον «Σασμό». Για να γίνουνε, όμως, 160 επεισόδια ωριαία, θα υπάρχουν και άλλες ιστορίες, θα φωτιστούν κι άλλες πλευρές των χαρακτήρων. Για να φέρω ένα παράδειγμα, η Καλλιόπη στο βιβλίο, ο ρόλος που υποδύεται η κυρία Τζομπανάκη, στο βιβλίο εμφανίζεται σε πέντε σκηνές, στη σειρά όμως είναι κεντρική μορφή. Εμείς οι δημιουργοί έχουν την υποχρέωση να αναδείξουμε τις μυρωδιές του βιβλίου και να φτιάξουμε έναν καινούργιο κόσμο.
– Υπάρχει περίπτωση η σειρά να συνεχιστεί για δεύτερη σεζόν;
Είναι πολύ πρώιμο να το πούμε αυτό, είναι άλλωστε μία απόφαση του καναλιού, αν γίνει και της παραγωγής. Δικό μας μέλημα είναι να δημιουργήσουμε κάτι που έχει ενδιαφέρον και γοητεύει και επικοινωνεί με το κοινό.
– Πώς βλέπεις τον ανταγωνισμό; Απέναντί σας υπάρχει η «Γη της ελιάς» που η υπόθεση περιστρέφεται επίσης γύρω από μία βεντέτα, μανιάτικη, ενώ στο τελευταίο ημίωρο έχετε απέναντι και τις «Άγριες μέλισσες» που είναι σταθερά τηλεοπτική επιτυχία τις δύο προηγούμενες σεζόν. Είναι επομένως δυνατός ο ανταγωνισμός…
Είμαι παιδί της ελεύθερης τηλεόρασης από το ’90, άρα έχουμε γαλουχηθεί, έχουμε εκπαιδευτεί και έχουμε βιώσει την έννοια του ανταγωνισμού ή της ευγενούς άμιλλας. Όπως θα ήθελα να το λέω. Όταν δημιουργούμε μία σειρά το πρώτο που σκεφτόμαστε είναι πότε θα παίζει, ποιοι θα είναι οι απέναντι, τι άλλο υπάρχει στην κοινωνία. Τι είναι αυτά που αφορούν στη χώρα μας και το timing της εποχής. Στον σχεδιασμό που κάναμε με τον κύριο Καραγιάννη όταν ετοιμάζαμε τον «Σασμό», θέλαμε να φτιάξουμε μία σειρά που να έχει τέτοια στοιχεία δυνατά. Ώστε ο,τιδήποτε παίζει απέναντι, είτε κάποιο reality ή κάποια αντίστοιχη πολύ πετυχημένη σειρά. Να μπορεί ο «Σασμός» να αντεπεξέλθει και να κερδίσει το τηλεοπτικό κοινό.
Ακουμπώντας πάνω σε αυτό το σκεπτικό, θα πω ότι πάντα όταν παίζεται το επεισόδιό μας, δεν το βλέπω. Το επεισόδιό μου άλλωστε το ξέρω, βλέπω τον ανταγωνισμό. Το ότι απέναντι υπάρχει μία σειρά, η «Γη της ελιάς», στην οποία οι συντελεστές της είναι και φίλοι και γνωστοί και παλιοί συνεργάτες. Είναι μία για μένα ένα fair play και ένας ευγενής ανταγωνισμός. Από τη φύση μου όμως είμαι ένας άνθρωπος που ιδρώνει τη φανέλα. Δεν μου αρέσει να έρχομαι δεύτερος και σε αυτό παροτρύνω όλους τους συντελεστές. Γιατί θεωρώ ότι το να προσφέρεις κάτι που είναι πιο γοητευτικό από τον ανταγωνισμό, αποτελεί από μόνο του κίνητρο.
– Ας περάσουμε λίγο και στους ήρωες της σειράς. Δύο μορφές που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον είναι δύο άνδρες που βρίσκονται σε αναμονή για να ζήσουν τον έρωτα. Αναφέρομαι στον Μαθιό που είναι πιο ζωώδης και στον Αντώνη που δείχνει μία πιο τρυφερή στάση. Ωστόσο και οι δύο είναι, με τον τρόπο του ο καθένας, ρομαντικοί. Υπάρχει χώρος για τέτοιους ανθρώπους στην εποχή μας;
Ένας από τους βασικούς λόγους που εξακολουθώ μετά τόσα χρόνια να κάνω τηλεόραση, είναι για να μπορούμε να δώσουμε στον τηλεθεατή, κάτι που δεν έχει καταφέρει ο ίδιος να ζήσει. Και βέβαια υπάρχει χώρος και βέβαια έχει ανάγκη και ο τηλεθεατής και εμείς οι δημιουργοί να έχουμε τέτοιους ήρωες που να φωτίζουν. Να δίνουν ελπίδα, να είναι παρηγοριά, να μπορούν να τους αναγνωρίζουν τηλεθεατές και όχι να ταυτίζονται, αλλά να μοιράζονται εκείνη τη μία τηλεοπτική ώρα της ζωής τους. Αυτό είναι ευθύνη. Θα σου πω όμως ότι υπάρχει και ο Αστέρης που είναι ρομαντικός και επιφυλάσσει εκπλήξεις για το μέλλον. Θα σου πω ότι γενικά αλλά και σεναριακά είναι ζητούμενο όλοι οι ήρωες να είναι γοητευτικοί. Ανεξάρτητα από την ηλικία, ανεξάρτητα από το φύλο.
– Θα υπάρξει δικαίωση στην αναμονή τους για τον έρωτα;
Η λέξη «δικαίωση» νομίζω είναι λίγη. Αυτό με την έννοια ότι δεν υπάρχει κάποιος αγώνας που πρέπει κάποιος να νικήσει.Το μεγαλύτερο μέλημα της δημιουργικής ομάδας είναι να καταφέρουμε ν’ αποτυπώνει η σειρά την παράδοση της κρητικής κοινωνίας. Δηλαδή την παράδοση της συμφιλίωσης, της αγάπης, της λογικής ενάντια στον αχαλίνωτο εγωισμό και το πάθος και τον παρορμητισμό που φέρνουν σε αυτή τη χώρα απίστευτα δεινά.
Δηλαδή θέλουμε οι ήρωες της ιστορίας μας στο τέλος να μεταφέρουν στους τηλεθεατές ότι υπάρχουν αξίες για τις οποίες αξίζει να πεθάνεις, όχι όμως να πεθαίνεις για έναν παρορμητισμό ή κάτι ανούσιο. Η παράδοση μας εμπεριέχει και την αυτοδικία όμως εμπεριέχει και την αγάπη. Η έννοια της αγάπης ως υπέρτατη σημασία σε όλες τις σχέσεις και ότι ο σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή και την διαφορετικότητα. Η αποδοχή ότι ο άλλος μπορεί να ζήσει τη ζωή όπως θέλει, είναι πολύ πιο απελευθερωτικός. Και πιο σημαντικός από τους περιορισμούς που φέρνουν οι παραδόσεις περασμένων χρόνων.
συνέντευξη: Βίκυ Διαμάντη
πηγή: all4fun