Για τρίτη φορά οδηγήθηκε σε διακοπή, για τις 8 Μαΐου, η δίκη του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου για τη δολοφονία της Κάρολαϊν Κράουτς και τη θανάτωση της σκυλίτσας της στη μεζονέτα τους στα Γλυκά Νερά.
Με την έναρξη της σημερινής διαδικασίας ο κατηγορούμενος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος ζήτησε τον λόγο και είπε: «Να σας ενημερώσω ότι ο συνήγορος μου δεν μπορεί να παραστεί λόγω προβλήματος υγείας».
Το δικαστήριο ενημερώθηκε από συνεργάτιδα του γραφείου του συνηγόρου Αλεξάνδρου Παπαϊωαννίδη ότι ο δικηγόρος αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας και προσκόμισε έγγραφα από κλινική στην όποια εισήχθη την Παρασκευή.
Ο εισαγγελέας της έδρας πρότεινε τη διακοπή της δίκης με τον Αναγνωστόπουλο να ζητά να μην οριστεί η συνεδρίαση την περίοδο των πανελληνίων εξετάσεων, στις οποίες σκοπεύει να συμμετέχει.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην πρώτη δίκη ο πιλότος δεν κατάφερε να πείσει πως όλα έγιναν υπό το καθεστώς εντονότατης συναισθηματικής του φόρτισης, πως βρισκόταν εν βρασμώ. Δεν έπεισε επίσης ότι δικαιούται αναγνώρισης ελαφρυντικού.
Στη δίκη στο Εφετείο ο Αναγνωστόπουλος φιλοδοξεί να δώσει νέα μάχη, ελπίζοντας πως οι Εφέτες και οι ένορκοι θα καταλήξουν σε μία ευμενέστερη κρίση για τον ίδιο.
Το δικαστήριο θα έχει απέναντι του και την πλευρά του θύματος. Οι γονείς της 20χρονης Καρολάιν που εκπροσωπούνται από τον δικηγόρο τους ζητούν να μην αλλάξει η ποινή του 34χρονου. Να μην μειωθεί η ποινή του ανθρώπου που σκότωσε με απάνθρωπο τρόπο την κόρη τους και εν συνεχεία έκλαιγε στην αγκαλιά τους για τον χαμό της.
Ο Αναγνωστόπουλος σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, σκότωσε την 20χρονη σύζυγο του όταν εκείνη άρχισε να σκέφτεται και να συζητά τη «διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους» έχοντας «προβεί σε ενέργειες αναζήτησης κατοικίας».
Ο ίδιος ισχυρίζεται πως όλα έγιναν μετά από έναν καυγά κατά τη διάρκεια του οποίου το θύμα έκανε μία κίνηση που ο ίδιος την εξέλαβε ως ενδεχόμενη απειλή γα την μόλις 11 μηνών, τότε, κόρη τους. Ισχυρίζεται ότι εβρίσκετο σε βρασμώ και πως δεν κατάλαβε καν ότι η 20χρονη είχε ξεψυχήσει κάτω από την πίεση που της ασκούσε στο πρόσωπο με το μαξιλάρι.
Στο πρωτόδικο δικαστήριο ο κατηγορούμενος επιχείρησε να πείσει πως όλα όσα έγιναν στο σπίτι των Γλυκών Νερών, ήταν μία κακιά στιγμή, μία οδυνηρή παραφωνία στον γάμο του με την 20χρονη Βρετανή υπήκοο.
Οι δικαστές του ΜΟΔ δεν δέχθηκαν τίποτε από όλα αυτά, κρίνοντας πως το έγκλημα που συγκλόνισε την Ελλάδα και το εξωτερικό, ήταν σχεδιασμένο, οργανωμένο και εκτελεσμένο μεθοδικά από έναν δράστη που δεν λύγισε ούτε στιγμή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας η 20χρονη είχε έναν αγωνιώδη θάνατο από τα χέρια του πιλότου. Επί έξι λεπτά ο 34χρονος πίεζε στο κεφάλι της Καρολάιν το μαξιλάρι που της έφραζε την αναπνοή. Παρά τις προσπάθειες του θύματος, που λίγο πριν κοιμόταν, να γλυτώσει, ο 34χρονος δεν χαλάρωσε ούτε δευτερόλεπτο την πίεση.
Μετά, όπως αναφέρεται στη δικογραφία, ακούμπησε το μωρό τους στην πλάτη της νεκρής μητέρας και αφού κρέμασε την σκυλίτσα Ρόξυ της Καρολάιν, ειδοποίησε την Άμεση Δράση για ληστεία με φόνο.
Για 37 ημέρες μετά, ο πιλότος έδινε καταθέσεις για τους δράστες της ληστείας και τη σκληρότητα που έδειξαν στη γυναίκα του και στο σκυλάκι.
Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά είναι από εκείνα που προκάλεσαν αίσθηση όχι μόνο εξαιτίας της ιδιαίτερης σκληρότητας που μαρτυρούσαν τα πρώτα στοιχεία, αλλά κυρίως γιατί αποδείχθηκε πως αυτό που ο ίδιος ο δράστης εμφάνιζε ως μία άγρια εγκληματική ενέργεια που υπέστη, ήταν τελικά μια αλληλουχία αποτρόπαιων πράξεων από τον άνθρωπο που κλαίγοντας ζητούσε από της αρχές να πιάσουν τους δράστες.