Ο διάσημος και καταξιωμένος Chef Λευτέρης Λαζάρου μίλησε στην εφημερίδα Παραπολιτικά για τις οικονομικές δυσκολίες που θα αντιμετωπίζουν από δω και πέρα λόγω του δεύτερου lockdown
Λόγω της ραγδαίας αύξησης των κρουσμάτων κορονοϊού, αποφασίστηκε να κλείσει και η εστίαση και να μείνει ανοικτό μόνο το delivery και το take away για έναν μήνα. Σας απογοήτευσε η απόφαση αυτή ή θεωρείτε ότι πρέπει να γίνουν τα πάντα για την υγεία;
Το σίγουρο είναι ότι η υγεία προέχει. Τώρα όμως μην μπούμε στη διαδικασία οι κοινωνικές ομάδες να συγκρούονται μεταξύ τους. Θεωρώ ότι όσον αφορά τον χώρο της εστίασης, το 1 με 2 τοις εκατό δεν υπάκουσε στις νόρμες και στους κανόνες για να παραμείνουμε ανοιχτοί. Σεβαστήκαμε τις αποστάσεις, σεβαστήκαμε τους εργαζόμενους, για να νιώσουν ασφαλείς, και φυσικά και τους επισκέπτες. Κάναμε απολυμάνσεις κάθε 20 ημέρες (μπορείς να δεις και τα πιστοποιητικά), κάτι το οποίο επιβαρύνει πολύ το λειτουργικό μου κόστος, αλλά είπαμε: «Οχι, αν είναι να νιώσουμε ασφαλείς, ας κάνουμε και αυτό». Αγοράστηκαν με επενδύσεις μηχανήματα UVC για την ανανέωση του αέρα και τώρα ερχόμαστε ξαφνικά σε ένα δεύτερο lockdown. Σίγουρα προέχει η υγεία, αλλά θα μπορούσαμε να το έχουμε αποφύγει αυτό. Θα μπορούσαμε να έχουμε ελέγξει τις πλατείες, τις παραλίες, τους όρθιους. Αν αυτά τα είχαμε πετύχει, νομίζω ότι η κατάσταση θα ήταν πολύ καλύτερη, γιατί μέχρι και σήμερα ο κόσμος κάνει μπάνιο στη θάλασσα. Οι θερμοκρασίες δεν βοηθούν την ανάπτυξη του COVID-19. Άρα ως χώρα έχουμε κάθε βοήθεια από τη φύση. Είναι λάθος το ότι το αφήσαμε και ξέφυγε και από τη στιγμή που έγινε αυτό, ήταν μοιραίο να συμβεί. Και αν έκλεισαν τα εστιατόρια, είναι γιατί δεν ήθελαν να υπάρχει μια κόντρα και αντίδραση από τα bar-restaurants, τις καφετέριες και μας πήρε όλους και μας σήκωσε.
-Αν είχατε μπροστά σας τον πρωθυπουργό, πώς θα προσπαθούσατε να τον πείσετε να αλλάξει άποψη; Τι θα του λέγατε;
Καταρχάς, δεν θα ήθελα να είμαι σήμερα ούτε πολιτικός ούτε οικονομολόγος ούτε γιατρός. Αυτό που πάντα έλεγα, όχι μόνο σε αυτή την κρίση, αλλά και στην προηγούμενη, είναι ότι σε αυτές τις μεγάλες επιτροπές καλό είναι να έχουν λόγο και οι επαγγελματίες του χώρου, που έχουν κάνει πολλά χιλιόμετρα δουλειάς. Είναι και άλλοι συνάδελφοι που μπορούν να βοηθήσουν. Εμείς δεν θέλουμε να λειτουργεί μια χώρα χωρίς τη δική μας βοήθεια. Την αγαπάμε την Ελλάδα, γι’ αυτό και επιμένουμε εδώ. Κλείνοντας την εστίαση δημιουργείς ένα τεράστιο πρόβλημα στον πρωτογενή τομέα: αμπελουργία, αλιεία, κτηνοτροφία, γεωργία. Φαντάσου τώρα τι θα γίνει με αυτό το δεύτερο lockdown – που εγώ προσωπικά πιστεύω ότι δεν θα τελειώσει 30 Νοέμβρη, αλλά θα πάμε σε βάθος χρόνου, γιατί είμαστε καταμεσής του χειμώνα. Φοβάμαι ότι θα πάμε τρίμηνο. Δεν ξέρω πόσοι εστιάτορες θα αντέξουν για να ανοίξουν και τι θα γίνει με τους εργαζόμενους. Στον χώρο όπου βρίσκεσαι τώρα, Σάσα, και κάνουμε αυτήν την ωραία κουβέντα δουλεύουν 75 άτομα.
-Ψυχολογικά πώς είστε; Ήσασταν προετοιμασμένος;
Δεν ήμουν προετοιμασμένος και μπορώ να σου πω ότι είναι πιο στενάχωρο τώρα από ό,τι την πρώτη φορά. Γιατί τώρα υπάρχει και η θλίψη. Υπάρχει και η κούραση. Την Τρίτη στις 12 το μεσημέρι είχα όλες τις βάρδιες των εργαζομένων και τους έκανα μια ομιλία. Ηθελα να τους πω: «Είμαι εδώ». Ξέρω ποιες είναι οι ανάγκες τους, γιατί δεν είναι εργαζόμενοι – είναι συνεργάτες μου πολλά χρόνια. Με έναν εργαζόμενο στον χώρο της εστίασης ζεις περισσότερο απ’ ό,τι με τη γυναίκα σου. Μας δένουν άλλες σχέσεις. Ξέρω τις οικογένειές τους, τα παιδιά τους, τις υποχρεώσεις τους. Εγώ θα είμαι κοντά τους και ό,τι χρειαστούν θα προσπαθήσω να το κάνω.
-Οικονομικά πώς είστε;
Άσχημα όπως είναι όλοι, γιατί όλο αυτό το τρίμηνο που ήμασταν κλειστά και το επόμενο τρίμηνο που εργαστήκαμε δεν προλάβαμε να συγκεντρώσουμε κάποια χρήματα.
-Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή μέχρι σήμερα;
Αυτό που περνάμε τώρα είναι το πιο δύσκολο. Γιατί είναι αχαρτογράφητο και δεν μπορείς να το υπολογίσεις. Εχεις να κάνεις με την υγεία, με την ίδια τη ζωή και αυτό που με πικραίνει είναι ότι «η απόσταση δεν είναι ένδειξη αγάπης». Θέλω να τον αγκαλιάσω τον άλλον, να τον φιλήσω, να βγούμε να πιούμε ένα ποτήρι κρασί, να τσουγκρίσουμε τα ποτήρια μας και το βράδυ που θα χωρίσουμε να αγκαλιαστούμε.