Κώστας Χαρδαβέλλας: Ο Ρεπόρτερ έφυγε
Όταν η τηλεόραση είχε ακόμη έντονες δόσεις ρομαντισμού, την δεκαετία του ’80, θυμάμαι ως παιδί να βλέπω έναν κύριο στην οθόνη που αν και ένιωθα πως με κάποιο τρόπο κοιτούσε […]
11 Νοεμβρίου 2024 15:07
Παρόλο που η αύξηση του σωματικού λίπους έχει ως βάση το θετικό ενεργειακό ισοζύγιο (τρώμε παραπάνω από ό,τι ξοδεύουμε), οι αίτιες που μας οδηγούν εκεί είναι πολύ πιο πολύπλοκες από ότι πιστεύαμε παλιότερα. Σχεδόν το 70% οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες. Κι ενώ θεωρούσαμε ότι αυτές οι αλλαγές στο DNA των ανθρώπων με παχυσαρκία αφορούσαν τον μεταβολισμό και τον λιπώδη ιστό, οι νεότερες μελέτες δείχνουν ότι οι περισσότερες αλλαγές αφορούν τον εγκέφαλο και σχετίζονται με την όρεξη και τον κορεσμό, το σύστημα ανταμοιβής και ηδονής και γενικά πως επεξεργάζεται ο εγκέφαλος μας την σχέση με το φαγητό. Το υπόλοιπο 30% σχετίζεται με το περιβάλλον μας, το οποίο ευνοεί την κατανάλωση επεξεργασμένων υπερθερμιδικών τροφίμων (εύκολη πρόσβαση σε γρήγορο φαγητό, ακρίβεια στα λαχανικά και φρούτα), την έλλειψη κίνησης (εύκολη πρόσβαση σε μέσα μαζικής κυκλοφορίας, ευκολία ηλεκτρονικών συναλλαγών) και τους έντονους ρυθμούς της καθημερινότητας που οδηγούν σε άγχος, κακή ποιότητας ύπνου, άστατα ωράρια γευμάτων και έλλειψη προσωπικού χρόνου.
Η αδυναμία μας να αναγνωρίσουμε την παχυσαρκία ως νόσο δυσκολεύει την αντιμετώπισή της. Ακόμα χειρότερα υπάρχει η πεποίθηση ότι οι άνθρωποι με παχυσαρκία φταίνε που έχουν αυξημένο σωματικό βάρος ή που δυσκολεύονται να χάσουν κιλά. Ως εκ τούτου οι ασθενείς διστάζουν να ζητήσουν βοήθεια και οι επιστήμονες υγείας να προσφέρουν θεραπεία. Η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας έχει διπλή υπόσταση, την πρόληψη και την θεραπεία. Για θεραπεία μιλάμε όταν υπάρχουν εγκατεστημένες επιπλοκές (σακχαρώδης διαβήτης, δυσλιπιδαιμία, λιπώδες διήθηση ήπατος, οστεοαρθρίτιδα, σύνδρομό υπνικής άπνοιας, υπογονιμότητα κ.λπ.) αλλιώς πρόκειται για πρόληψη.
Η θεραπευτική προσέγγιση της παχυσαρκίας εξατομικεύεται ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς ακριβώς όπως θα γινόταν και με μια άλλη νόσο όπως π.χ. την αρτηριακή υπέρταση. Ένας ασθενής με ήπια αυξημένη αρτηριακή πίεση αρχικά θα αντιμετωπιστεί με συστάσεις αλλαγής της διατροφής και περισσότερη άσκηση. Αν δεν μειωθεί η πίεση με αυτόν τον τρόπο ο γιατρός θα συστήσει φαρμακευτική αγωγή. Αν το αρχικό φάρμακο δεν καταφέρει να ρυθμίσει την πίεση, θα γίνει αλλαγή ή θα προστεθεί και δεύτερο σκεύασμα. Σε έναν ασθενή με υψηλή αύξηση της αρτηριακής πίεσης ο γιατρός θα χορηγήσει από την αρχή φαρμακευτική αγωγή συγχρόνως με τις αλλαγές στην δίαιτα. Με την ίδια ακριβώς λογική αντιμετωπίζουμε και έναν ασθενή με παχυσαρκία ανάλογα με τον δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ) και αν έχει επιπλοκές ή όχι.
Δεν χρειάζεται να περιμένουμε για να ξεκινήσουμε φαρμακοθεραπεία. Τα αποτελέσματα της θεραπείας διαφέρουν όχι μόνο ανάλογα με το σκεύασμα αλλά και ανάλογα με τον άνθρωπο. Η παχυσαρκία είναι μια πολύπλοκη νόσος που σημαίνει ότι δίνοντας το ίδιο φάρμακο ένας ασθενής ίσως χάσει περισσότερα κιλά και κάποιος άλλος λιγότερα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η αγωγή δεν αποδίδει. Και παρόλο που η φαρμακευτική αγωγή βοηθάει να μειώσουμε τις ποσότητες που τρώμε δεν επηρεάζει τι τρώμε ούτε γιατί τρώμε, ούτε μας κάνει να κινούμαστε περισσότερο.
Εκεί χρειάζεται συμπεριφοριακή θεραπεία (coaching, γνωσιακή ψυχοθεραπεία). Σε πολλές περιπτώσεις τρώμε χωρίς πραγματικά να πεινάμε, από συνήθεια, βαρεμάρα, άγχος ακόμα και κατάθλιψη. Το φαγητό λειτουργεί ως “επιβράβευση” για την δύσκολη ημέρα που πέρασε. Η επανάληψη δημιουργεί μια συνήθεια τόσο δυνατή που γίνεται αυτόματα χωρίς να το σκεφτούμε. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δυσκολευόμαστε να κρατήσουμε μια δίαιτα και μετά τα παρατάμε γιατί νιώθουμε απογοήτευση. Η συνήθεια είναι ένας αυτοματισμός και η διακοπή της θέλει χρόνο. Οι υποτροπές είναι και αυτές μέρος της θεραπείας. Ότι σήμερα φάγαμε κάτι που δεν “έπρεπε” δεν ακυρώνει την προηγουμένη προσπάθεια μας. Απλώς συνεχίζουμε. Αν αυτές οι υποτροπές είναι συχνές τότε μάλλον το θεραπευτικό μας πρόγραμμα (δίαιτα/φάρμακα) αρχίζει να μην μας καλύπτει. Το βασικότερο είναι να μην τα παρατήσουμε αλλά να δούμε τον γιατρό μας ώστε να γίνει επανεκτίμηση της αγωγής.
Η θεραπεία δεν ολοκληρώνεται μόλις φτάσουμε το επιθυμητό βάρος. Συνεχίζεται για να παραμείνουμε εκεί. Κάθε φορά που χάνουμε κιλά ο οργανισμός μας προσπαθεί να μειώσει την απώλεια ενέργειας και να επιστρέψει στο προηγούμενο βάρος. Αυτό είναι μια φυσιολογική διαδικασία. Γι’ αυτό αν μετά την απώλεια βάρους ξαναγυρίσουμε στις παλιές μας συνήθειες θα ξαναπάρουμε τα κιλά που χάσαμε. Η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας είναι όπως ένας μαραθώνιος. Η απώλεια βάρους είναι το εύκολο σημείο της διαδρομής.
Παναγιωτάκου Αργυρώ, MD, MSc, EBEEDM
Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος
HEALTH COACH
Scope Fellow (World Obesity Federation)