Πέθανε ο Κώστας Καζάκος

Συντάκτης: Newsroom

13 Σεπτεμβρίου 2022 20:40

Κώστας Καζάκος: «Δεν αισθάνθηκα ποτέ σταρ του σινεμά»

Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών ο σπουδαίος ηθοποιός Κώστας Καζάκος. Τους τρεις τελευταίους μήνες ο Κώστας Καζάκος νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός όπου είχε εισαχθεί με κορωνοϊό, εξαιτίας του οποίου επιβαρύνθηκαν σημαντικά τα χρόνια αναπνευστικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Η κατάστασή του κρίθηκε εξαρχής σοβαρή και επιδεινωνόταν με το πέρασμα του χρόνου.

Σημειώνεται ότι τον περασμένο Απρίλιο ο Κώστας Καζάκος αποχώρησε από την παράσταση όπου επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει και αντικαταστάθηκε από άλλον ηθοποιό. Η παράσταση ήταν τα «Ματωμένα Χώματα» της Διδώς Σωτηρίου.

Κώστας Καζάκος: «Δεν αισθάνθηκα ποτέ σταρ του σινεμά»

Ο Κώστας Καζάκος γεννήθηκε το 1935 στον Πύργο Ηλείας. Στα 18 του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει παιδαγωγικά ωστόσο η αριστερή κληρονομιά του πατέρα του έγινε λόγος αρνητικής αντιμετώπισής του από το πανεπιστήμιο. Του ζητούσαν χαρτί κοινωνικών φρονημάτων και επειδή δεν το είχε, δεν του επέτρεψαν την εγγραφή του στη σχολή. Έτσι, άλλαξε αποφάσισε να αλλάξει σταδιοδρομία και φοίτησε στην Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου (1953-1956) και στην Δραματική Σχολή Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν (1954-1957).

Υπήρξε αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου και Πρόεδρος της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης. Παράλληλα ήταν ιδρυτικό μέλος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου και μέλος της Επιτροπής Αδείας Άσκησης του Επαγγέλματος του Ηθοποιού.

Τιμήθηκε με τον «Χρυσό Απόλλωνα», βραβείο ηθοποιού Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών το 1967, και Α΄ Χρυσό Βραβείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1973 για την αρτιότερη θεατρική παραγωγή («Λυσιστράτη»). Ακόμη τιμήθηκε ακόμα με το Βραβείο της Ένωσης Θεατρικών Συγγραφέων και Κριτικών για το σύνολο της προσφοράς του. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 και του Οκτωβρίου 2009 εκλέχθηκε βουλευτής με το ΚΚΕ, ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας.

Αλέξανδρος Καζάκος: Ο «άγνωστος» 22χρονος γιος του Κώστα Καζάκου και της Τζένης Κόλλια
Από το 1968 μέχρι το 1992 υπήρξε παντρεμένος με την ηθοποιό Τζένη Καρέζη, με την οποία απέκτησε τον γιο τους, τον επίσης ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο (γενν. 1969). Το 1997 παντρεύτηκε με την ηθοποιό Τζένη Κόλλια. Μαζί απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Αλέξανδρο (γενν. 1997), την Άρτεμι-Γεωργία (γενν. 1998), την Ηλέκτρα (γενν. 2002) και τη Μάγια (γενν. 2008). Η Άρτεμις-Γεωργία έχασε τη ζωή της στις 25 Ιουνίου 1999, σε ηλικία 8 μηνών και μία εβδομάδα μετά την βάπτισή της, πάσχοντας από μία σπάνια ασθένεια.

Η πρώτη εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι

Ο Κώστας Καζάκος ήταν ένα από τα μεγάλα ταλέντα που πέρασαν το κατώφλι του Θεάτρου Τέχνης. Η πρώτη του εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι έγινε το 1957 στο έργο του Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία».

Τα επόμενα χρόνια έπαιξε σημαντικούς ρόλους σε σπουδαία έργα συγγραφέων όπως ο Ιάκωβος Καμπανέλλης («Η αυλή των θαυμάτων»), ο Άρθουρ Μίλερ («Ψηλά απ’ τη γέφυρα»), ο Κάρλο Γκολντόνι («Λοκαντιέρα»), ο Ζαν-Πολ Σαρτρ («Νεκροί χωρίς τάφο»), ο Τενεσί Ουίλιαμς («Γυάλινος Κόσμος»), αλλά και σε έργα του Σοφοκλή («Αντιγόνη») και του Αριστοφάνη («Όρνιθες») στο Θέατρο Τέχνης και στους θιάσους της Κυρίας Κατερίνας, του Αλέκου Αλεξανδράκη, της Άννας Συνοδινού και της Έλλης Λαμπέτη.

Το 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο κινηματογραφικό πανί και συγκεκριμένα στην σατιρική ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου «Η αρπαγή της Περσεφόνης», σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη.

Τα επόμενα χρόνια πρωταγωνίστησε στις ταινίες «Το μπλόκο» του Άδωνι Κύρου (1965), «Το παρελθόν μίας γυναίκας» (1968) του Γιάννη Δαλιανίδη, «Η λεωφόρος του μίσους» (1968) του Νίκου Φώσκολου, «Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα» (1969) του ίδιου σκηνοθέτη, «Κονσέρτο για πολυβόλα» (1967) και «Μια γυναίκα στην Αντίσταση» (1970) του Ντίνου Δημόπουλου, «Λυσιστράτη» (1972) του Γιώργου Ζερβουλάκου, «Ιφιγένεια» (1977) του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» (1980) του Νίκου Τζήμα, «Ο δραπέτης» (1991) του Λευτέρη Ξανθόπουλου και άλλες.

Ταινία σταθμός το «Κονσέρτο για πολυβόλα»

Η ταινία-σταθμός στη ζωή του – και τεράστια επιτυχία της εποχής – ήταν το πολεμικό δράμα του Ντίνου Δημόπουλου σε σενάριο Νίκου Φώσκολου «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), όπου στα γυρίσματα γνώρισε, ερωτεύτηκε και τελικά παντρεύτηκε την συμπρωταγωνίστρια του Τζένη Καρέζη, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον γνωστό ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο.

Μέχρι το θάνατο της σπουδαίας ηθοποιού το 1992 θα είναι ένα από τα δύο καλλιτεχνικά ζευγάρια που θα δεσπόζουν στο εγχώριο σταρ-σίστεμ (το άλλο ήταν το ζευγάρι Βουγιουκλάκη – Παπαμιχαήλ).

Η πρώτη εμφάνιση Καζάκου – Καρέζη ως θιασάρχες έγινε το 1968 με το ιστορικό έργο του Γεώργιου Ρούσσου «Θεοδώρα η μεγάλη». Η συγκεκριμένη παράσταση όπως επίσης και η θρυλική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» αποτέλεσαν από τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους.

Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 22 Ιουνίου 1973 στο θέατρο «Αθήναιον» της οδού Πατησίων, που βρισκόταν απέναντι από το Πολυτεχνείο. Ο κόσμος αμέσως το αγκάλιασε και το αγάπησε. Το έργο έγινε σύμβολο του αγώνα κατά της χούντας.

Η αλληγορία του κατόρθωσε έξυπνα να διαφύγει της λογοκρισίας, δίνοντας αποφασιστικά χτυπήματα κατά της δικτατορίας. Ανάμεσα στον κόσμο υπήρχαν και «εκπρόσωποι» του στρατιωτικού καθεστώτος, που κατέγραφαν και ενημέρωναν τους προϊσταμένους τους για τις αντιδράσεις των θεατών.

Μάλιστα τον Οκτώβριο του 1973 η χούντα διέκοψε βίαια το έργο και συνέλαβε τον Κώστα Καζάκο και την Τζένη Καρέζη. Έναν μήνα αργότερα και συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου συνελήφθησαν εκ νέου.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ (Πλάνα από την παράσταση)

Παρά τις δύο συλλήψεις ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη δεν κάμφθηκαν και ανέβασαν εκ νέου το «Μεγάλο μας τσίρκο», με ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Μόλις έγινε η Μεταπολίτευση, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των σκηνών που εíχαν λογοκριθεí κι ενός τραγουδιού («Το Προσκύνημα») στο φινάλε της παράστασης, για να τιμήσει τους νεκρούς του Πολυτεχνείου.

Άλλες κοινές του ζευγαριού που ξεχώρισαν ήταν οι παραστάσεις των έργων «Κυρία δεν με μέλλει» του Βικτοριέν Σαρντού (1970), «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» (1982) του Έντουαρντ Άλμπι σε σκηνοθεσία του Ζιλ Ντασέν και «Διαμάντια και μπλουζ» (1990) της Λούλας Αναγνωστάκη, που ήταν και η τελευταία κοινή τους εμφάνιση.

Στην τηλεόραση πρωτόπαιξε με την Τζένη Καρέζη το 1973 στη σειρά «Μαρίνα Αυγέρη», σε σενάριο της Καρέζη, το οποίο υπέ­γραφε με το ψευδώνυμο Παυλίνα Μπόταση, κι έπειτα στις σειρές «Η μεγάλη περιπέτεια» (1976) και «Μαύρη χρυσαλλίδα» (1990) -και οι δύο με την Τζένη Καρέζη- και «Ο μεγάλος ξεσηκωμός» (1977) στο ρόλο του Οδυσσέα Ανδρούτσου.

Μετά το θάνατο της Τζένης Καρέζη, ο Κώστας Καζάκος πρωταγωνίστησε κυρίως σε θεατρικές παραστάσεις, όπως «Ο θάνατος του εμποράκου» (1993) του Άρθουρ Μίλερ και «Η όπερα της πεντάρας» (1993) του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Ζιλ Ντασέν, «Αντιγόνη» (1995) του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Μίνωα Βολανάκη, «Βασιλιάς Λιρ» (1996) του Σέξπιρ, «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ (1997), κ.ά. Το 2004 συμμετείχε στο σίριαλ του Mega «Βέρα στο δεξί», από τις μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες της εποχής εκείνης.

Το ΚΚΕ αποχαιρετά τον Κώστα Καζάκο

Με βαθιά θλίψη και συγκίνηση αποχαιρετούμε έναν από τους μεγάλους του θεάτρου, τον αγαπημένο, τον πολύτιμο σύντροφό μας στα μικρά και τα μεγάλα, στα εύκολα και τα δύσκολα, στις χαρές και τις πίκρες της ζωής και του αγώνα, Κώστα Καζάκο.

Ο Κώστας Καζάκος δεν ήταν μόνο προικισμένος ηθοποιός, σκηνοθέτης και μεταφραστής θεατρικών έργων. Ήταν μια γενναιόψυχη προσωπικότητα, με διεισδυτικό στοχασμό και βαθιά συνείδηση της κοινωνικής αποστολής της τέχνης να εξανθρωπίζει τον άνθρωπο. Όσα σπουδαία κατάφερε στον χώρο της τέχνης δεν τα όφειλε απλά στα δώρα που του χάρισε η φύση, την κραταιά φωνή, την αγέρωχη αρρενωπή μορφή, το επιβλητικό παράστημα, αλλά κυρίως στις ψυχικές και πνευματικές αρετές, που σμιλεύτηκαν κι ωρίμασαν κοπιαστικά και με θυσίες από τα νεανικά του χρόνια στο καμίνι της βιοπάλης και μέσα από το πάθος του για τη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια.

Η αγωνιστική κληρονομιά του πατέρα του και τα προσωπικά του βιώματα τον τοποθέτησαν από νωρίς στην πλευρά των αδικημένων, στην πλευρά εκείνου «του τμήματος του λαού που κουβαλάει το μεγαλύτερο κοινωνικό βάρος», όπως έλεγε ο ίδιος αναφερόμενος στην εργατική τάξη και τον ρόλο της στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης.

Η επιλογή του θεατρικού δρόμου ήταν συνειδητή, δεμένη άρρηκτα με την πορεία της ταξικής και ιδεολογικής του συνειδητοποίησης. Από την πρώτη του θεατρική εμφάνιση μετά την αποφοίτησή του από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν, στο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία», αλλά και σε όλη τη διαδρομή του στο θεατρικό σανίδι και τον κινηματογράφο, ο Κώστας Καζάκος διένυσε μια εμβληματική πορεία, με πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έργα σπουδαίων συγγραφέων, κατορθώνοντας να «δαμάσει» με καθαρό και γι’ αυτό ουσιαστικά λαϊκό τρόπο, θεατρικά κείμενα -κλασσικής και σύγχρονης δραματουργίας- που απευθύνονται στα πιο μύχια συναισθήματα και στις πιο υψηλές σκέψεις της ανθρωπότητας. Ως θιασάρχης και σκηνοθέτης επέλεγε προσεκτικά τα έργα που ανέβαζε, με κριτήριο να είναι κοινωνικά και ιστορικά χρήσιμα, όπως η παράσταση – σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα «Το μεγάλο μας τσίρκο».

Το 2023 θα συμπλήρωνε 70 χρόνια προσφοράς στο θέατρο. Ακατάβλητος μέχρι το τέλος υπηρέτησε τη δραματική τέχνη με πίστη και πάθος θεμελιωμένα στη βαθιά εκτίμηση για τη δύναμή της, στην άποψή του ότι το θέατρο «παρέχει παιδεία και είναι η πιο λαϊκή, επίκαιρη, άμεσα κατανοητή και ζωντανή τέχνη», στην πεποίθησή του ότι «το θέατρο σίγουρα δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, μπορεί όμως να αλλάζει τους ανθρώπους» όπως έλεγε.

Πιστός στον δημιουργικό και διαπαιδαγωγητικό ρόλο της προοδευτικής τέχνης και έχοντας εμπιστοσύνη στις αστείρευτες δυνατότητες του εργαζόμενου λαού, ο Κώστας Καζάκος αφιέρωσε όλη του τη ζωή, τη σκέψη, το συναίσθημα και το ταλέντο του στο να μας βοηθήσει «να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας, να ανεβάσουμε το ηθικό μας και αποφασιστικά να αποκεφαλίσουμε το ανθρωπόμορφο τέρας που μας καταστρέφει τη ζωή».