Κόντρα στα δημοσιεύματα που ήθελαν να βάζουν στην σχέση τους νέα θεμέλια και να “παγώνουν” το διαζύγιο, εμείς μαθαίνουμε δυστυχώς ακριβώς το αντίθετο για τον ηθοποιό Νίκο Κουρή και την […]
Στη δικαιοσύνη προσέφυγε η Ηλιάνα Παπαγεωργίου – Τι ζητά από την Έλενα Χριστοπούλου
Στα άκρα φαίνεται πως βρίσκονται οι σχέσεις της Ηλιάνας Παπαγεωργίου και της Έλενας Χριστοπούλου. Οι άλλοτε κολλητές και συνεργάτιδες θα βρεθούν σε απέναντι… στρατόπεδα, καθώς η παρουσιάστρια προσέφυγε στη δικαιοσύνη […]
Σολωμού για Mente Fuerte: «Είμαστε μαζί όταν θέλουμε. Έχει ερωτισμό η σχέση αλλά δεν είναι ερωτική»
Η Μαρία Σολωμού μίλησε για όλους και για όλα στην εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω και στον Νίκο Χατζηνικολάου. Η γνωστή ηθοποιός αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στη σχέση της με τον Mente […]
Τον τελευταίο καιρό μια σειρά από περιστατικά δολοφονιών έχουν
απασχολήσει τον τύπο της χώρας και την κοινή γνώμη λόγω της πρωτοφανούς
βιαιότητάς τους.
Η δολοφονία του 64χρονου στο Χαλάνδρι από τη σύζυγό του, η
δολοφονία του νηπίου στο Νέο Κόσμο από τη μητέρα του και το πρόσφατο έγκλημα
στο Ελληνικό και άλλα παρόμοια περιστατικά πριν μερικές δεκαετίες θα θεωρούταν
πρωτοφανή, ενώ πλέον γίνονται ολοένα και πιο συνηθισμένα.
Ίσως να μην μπορούμε να μιλήσουμε με ακρίβεια για το αν η
εγκληματικότητα έχει αυξηθεί σε σύγκριση με προηγούμενες εποχές, λόγω της
αδυναμίας σύγκρισης αξιόπιστων στοιχείων μεταξύ εποχών. Ακόμα πιο δύσκολα
μπορούμε να μιλήσουμε για μια επίδραση της κρίσης στο έγκλημα λόγω της ύπαρξης
πολλών ταυτόχρονων κοινωνικού χαρακτήρα μεταβολών που συνεμφανίστηκαν την
ίδια περίοδο και ενδεχομένως να διαφοροποιούν τους δείκτες εγκληματικότητας.
Αυτό ωστόσο που μπορούμε με βεβαιότητα να διαπιστώσουμε αφορά τη
διαφοροποίηση του προφίλ της εγκληματικότητας σε σχέση με παλαιότερες εποχές.
Πράγματι, σε παλαιότερες εποχές το έγκλημα πραγματοποιούταν κυρίως από άτομα
που η κοινωνία έθετε στο περιθώριο, όπως οι τοξικομανείς, οι αποφυλακισμένοι κ.α.
Πλέον το έγκλημα τελείται σε μεγαλύτερο σε σχέση με το παρελθόν βαθμό από
άτομα που δεν είναι κοινωνικά αποκλεισμένα και ανήκουν στην αστική τάξη. Η
πρώτη επομένως διαφορά του εγκλήματος σε σχέση με το παρελθόν αφορά το ότι
πραγματοποιείται δυνητικά από τον οποιονδήποτε και όχι αναγκαστικά από κάποιον
που ανήκει στο κοινωνικό περιθώριο.
Η δεύτερη διαφοροποίηση της εγκληματικότητας αφορά την ανισοβαρή
σχέση κινήτρου και δράσης. Σε παλαιότερες εποχές τα ελάχιστα αυτά εγκλήματα που
πραγματοποιούταν από οικογενειάρχες και φιλήσυχους κατά τα άλλα πολίτες είχαν
σε μεγάλο βαθμό κάποιο κρυφό κίνητρο που παρακινούσε το θύτη στην πράξη.
Χαρακτηριστικά θυμάμαι ως αστυνομικός την περίπτωση δολοφονίας μιας γυναίκας
από τον σύζυγο της λόγω της ύπαρξης ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου παχυλής
αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου. Κατά τη σύλληψη του ο δράστης είχε
ομολογήσει με ειλικρίνεια «Έπαιξα και έχασα». Η φράση αυτή ήταν συχνή από
εγκληματίες σε προηγούμενες εποχές και δήλωνε πράγματι την προσμονή ενός
μεγάλου οφέλους που παρακινούσε το δράστη στο έγκλημα. Αντίθετα, κατά τα
τελευταία έτη παρατηρούνται ολοένα και περισσότερα εγκλήματα στα οποία το
κίνητρο απουσιάζει ή δεν είναι τέτοιο που να δικαιολογεί την τέλεση του εγκλήματος.
Πρόκειται επομένως περισσότερο για οικογενειακά εγκλήματα που τελούνται εν
βρασμό ψυχής παρά για προμελετημένες ενέργειες.
Η πιο βασική ίσως παραδοχή για την αντιμετώπιση αυτής της μεταβολής είναι
η παραδοχή της άγνοιας της αιτίας της. Πράγματι, μετά από κάθε παρόμοιο
περιστατικό παρακολουθούμε τηλεοπτικές εκπομπές με ομιλίες ειδικών για τα
φαινόμενα αυτά και για τον τρόπο αντιμετώπισής τους. Ωστόσο, η συνεχής
επανάληψη παρόμοιων περιστατικών μάλλον οφείλει να μας οδηγήσει στη
διαπίστωση μιας νέας μορφής οικιακής εγκληματικότητας που δεν μπορεί να
επεξηγηθεί με βάση τα παλιά μέσα και τον παλιό τρόπο σκέψης. Η παραδοχή της
ανετοιμότητάς της κοινωνίας στην αντιμετώπιση της μεταβολής αυτής ίσως
αποτελέσει και την αφετηρία στοχασμού για τα αίτιά της από μηδενική βάση, μια
προϋπόθεση ενδεχομένως αναγκαία για την κατανόηση και αντιμετώπιση του
φαινομένου.