Τα “παιδιά – γονείς”
Φράσεις γνωστές – οικείες ….
“Εσύ είσαι δυνατός!“. “Εσύ θα τα καταφέρεις!”. “Τι ανάγκη έχεις εσύ!“.
“Εσύ θα το πετύχεις!“. “Δεν ανησυχώ για εσένα!“. “Εσύ μπορείς!“.
“Εσένα δεν σε φοβάμαι!“. “Εσύ δεν τρομάζεις!“
“Ξέρεις να τα βγάζεις πέρα!“ ή αλλιώς το “παιδί-γονιός“.
Σε μια παιδική χαρά ακούω ένα τρίχρονο κοριτσάκι να φωνάζει στη μαμά του κλαίγοντας “πονάω… πονάω!“.
Η μητέρα του στην προσπάθειά της να το ανακουφίσει του λέει “Εσύ είσαι δυνατή! Θα σου περάσει αμέσως!“.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι σε συνειδητό επίπεδο η πρόθεση του γονιού είναι το νοιάξιμο και η φροντίδα του παιδιού του.
Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι στο παιδί οι γονείς πιστεύουν πως εάν δείχνουν συνέχεια ενθάρρυνση συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας υψηλής αυτοεκτίμησης. Το παιδί μαθαίνει ότι πρέπει πάντα να τα καταφέρει. Μεγαλώνοντας όμως νιώθει ότι έχει μια μόνο επιλογή να μη φοβάται, να είναι δυνατό… και αυτό το δεσμεύει.
Εγκλωβίζεται στα θέλω του άλλου και όχι στα θέλω της δικής του προσωπικότητας. Η προσωπική του νοηματοδότηση αντικαθίσταται με τις νοηματοδοτήσεις τρίτων προσώπων.
“Εσύ είσαι δυνατό παιδί!“. “Δεν σε φοβάμαι!“. “Εσύ τα καταφέρνεις!”…. Φράσεις καλά τυπωμένες στο υποσυνείδητο του παιδιού. Φράσεις που κάνουν πολύ περήφανους τους γονείς. Τι κρύβεται όμως πίσω από αυτές τις << δυνατές φράσεις >> ;
Τα “παιδιά – γονείς” εκπαιδεύονται ασυνείδητα στο να είναι ευαισθητοποιημένα στη φροντίδα των άλλων.
“Όλους τους καταλαβαίνουν“…Πριν τους ζητήσουν βοήθεια μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των άλλων. Συγκεκριμένα υιοθετούν το ρόλο του δυνατού και προσφέρουν φροντίδα στους άλλους χωρίς να αναγνωρίζουν τις δικές τους ανάγκες ή να τις διεκδικούν .
Με αυτόν τον τρόπο πιστεύουν ότι κατοχυρώνουν την αγάπη των γονιών τους. Το παιδί γίνεται “ ο άνθρωπος που έχουν ανάγκη” οι άλλοι και αυτό του εξασφαλίζει την ύπαρξή του.
Αναπτύσσουν – αποκτούν την πεμπτουσία της ενσυναίσθησης, που αφορούν τις ανάγκες των ανθρώπων γύρω τους αισθανόμενοι συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση των άλλων, καθώς και την κατανόηση συμπεριφοράς αλλά και τα κίνητρά τους.
Θεωρούνται από όλους “καλά παιδιά“, όμως μέσα τους νιώθουν πολύ θυμωμένα, εξαντλημένα, κουρασμένα και ανεπαρκή, λόγω της υποχρέωσης προς το γονιό με τον οποίο έχουν εμπλακεί.
Τις δικές τους ανάγκες δεν τις εκφράζουν αν και θα ήθελαν. Πιστεύουν ότι οι γύρω τους θα τους ανταποδώσουν τη φροντίδα. Ο τρόπος όμως που τους φροντίζουν τους κάνουν ανθρώπους εξαρτημένους και ανήμπορους με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταποκριθούν “ισάξια” στους ίδιους.
Πολλές φορές αντιστρέφονται οι ρόλοι γονιού-παιδιού. Όταν το παιδί προσφέρει ως γονιός μέσα στην οικογένεια θεωρείται “γονεοποιημένο”. Όταν αυτό γίνεται με την υποστήριξη των ενηλίκων και χωρίς να επιβαρύνεται συναισθηματικά το παιδί, αυτή η εμπειρία μπορεί να αποβεί θετική.
Σε αντίθεση όταν υπάρχει έλλειψη περιορισμού στη συμπεριφορά ( όρια ) τότε το παιδί κατά κανόνα λειτουργεί σαν να ανήκει στην προηγούμενη γενιά. Αποτέλεσμα αυτών να εγκυμονεί κινδύνους το παιδί να αναπτύξει διαταραχές.
Πώς ο τρόπος που λειτουργεί η οικογένεια συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός τέτοιου παιδιού;
Πολλές φορές οι γονείς καμαρώνοντας γι΄ αυτά τα παιδιά λένε “μεγάλωσε, δεν μας χρειάζεται” ή “είναι ώριμο αυτό το παιδί”.
Τη στιγμή εκείνη δεν συνειδητοποιούν ότι είναι δική τους η ανάγκη να αντιμετωπίζουν αυτό το παιδί σαν δυνατό, έως ότου τελικά γίνεται . Όταν το παιδί αναλαμβάνει το ρόλο του γονέα μετατρέπεται σε “παιδί-γονιός”. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των παιδιών είναι η διαίσθηση των αναγκών και των αγωνιών των γονιών τους και γι αυτό το λόγω προσφέρουν τον εαυτό τους εκούσια για τη μέριμνα αυτών.
Αποτέλεσμα αυτού, το δυνατό παιδί γίνεται αναγκαστικά υπεύθυνο, ανεκτικό, ανεξάρτητο, επαρκές. Έτσι χάνει την παιδικότητά του γιατί η συμπεριφορά του ανταποκρίνεται σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Το παιδί ενθουσιάζεται επειδή αποκτά περισσότερη εξουσία και εισπράττει την εκτίμηση και το καμάρι των γονιών του.
Απόρροια αυτού να γίνονται “υπεργονείς”. Επωμίζονται την ευθύνη να αποφασίζουν, να καθοδηγούν, να φροντίζουν, να μεσολαβούν όπου οι γονείς δεν μπορούν.
Τι μαθαίνουν αυτά τα παιδιά για τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους ;
Τα παιδιά για τα οποία καμάρωσαν οι γονείς τους, αναμενόμενο θα ήταν μεγαλώνοντας να έχουν μια πολύ καλή σχέση με τον εαυτό τους και μια ισχυρή αυτοπεποίθηση. Η αλήθεια είναι ότι αυτή η διεργασία έχει συνέπειες όχι μόνο στην παιδική αλλά και στην ενήλικη ζωή .
Έχοντας το ρόλο του δυνατού δεν μπορούν να έχουν ισότιμες σχέσεις με τα αδέρφια τους. Πώς να έχουν;
Ο δυνατός δεν μπορεί να μαλώσει, να θυμώσει, να κλάψει, να ζηλέψει. Αποτέλεσμα των προσδοκιών του ρόλου είναι η σύγκρουση με τις ανάγκες της ηλικίας του. Συμπεριφέρεται ως ενήλικας χάνοντας την ζωντάνια και την ξενοιασιά. Αργότερα ως γονιός, σύντροφος, εργαζόμενος είναι ήδη κουρασμένος και εξαντλημένος.
Σ’ ένα άλλο επίπεδο, το παιδί αυτό μαθαίνει ότι έχει αξία μόνο αν παρέχει φροντίδα. Έτσι, οι διαπροσωπικές του σχέσεις στηρίζονται στην παροχή φροντίδας. Ακούν τις ανάγκες των άλλων, γιατί αυτό έμαθαν να κάνουν από πολύ νωρίς. Τις περισσότερες φορές παρουσιάζουν αδυναμία να νιώσουν τις δικές τους ανάγκες επειδή έμαθαν ότι δεν ήταν ποτέ σημαντικές, απότοκος αυτού να μένουν ακάλυπτες. Τελικά, ως ενήλικες δείχνουν δυνατοί και ικανοί να γίνουν “θυσία” για τους άλλους. Αυτό, άλλωστε είναι κάτι που κάνουν για πολλά χρόνια.
Όλα τα ανωτέρω ανατρέπουν τη γενεαλογική εξέλιξη. Ας αφήσουμε τα παιδιά να ζήσουν την παιδική τους αθωότητα, το δικό τους μαγικό κόσμο και αν χωράμε… Ας εισέλθουμε… Ας το δούμε ως μια πρόκληση…
Στέφανος Γ. Σκουτέλας M.Sc.
Ψυχολόγος