Βιταμίνη D3 και Καρκίνος
[quote class = “quote-3”]Ο Στυλιανός Γιασσάς, Παθολόγος – Ογκολόγος, Διευθυντής Γ΄ Ογκολογικής Κλινικής Μαιευτηρίου «ΙΑΣΩ» και Δ/ντής Γ’ Ογκολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «METROPOLITAN GENERAL», μας ενημερώνει για την σχέση βιταμίνης D3 και καρκίνου.[/quote]
Η βιταμίνη D3 έχει ουσιαστικό ρόλο στη διατήρηση της ομοιόστασης του ασβεστίου και του φωσφόρου και κατά συνέπεια, στη διατήρηση της υγείας των οστών και των δοντιών. Επιπλέον η βιταμίνη D3 εμπλέκεται στο μεταβολισμό των ιστών και η παρουσία της σε επαρκή ποσότητα, είναι ουσιώδης για την διαφοροποίηση των κυττάρων και τη διατήρηση της λειτουργικότητας των μεμβρανών, καθώς και για τη λειτουργία διαφόρων οργάνων, όπως το δέρμα, οι μύες, το πάγκρεας, τα νεύρα, ο παραθυρεοειδής αδένας και το ανοσοποιητικό σύστημα.
Η D3 πέραν της αντιφλεγμονώδους δράσης της, δρα κατασταλτικά στο κυτταρικό πολλαπλασιασμό, την κυτταρική διαφοροποίηση, και νεοαγγειογένεση των νεοπλασματικών κυττάρων, προωθώντας την απόπτωσή τους, επηρεάζοντας αποτρεπτικά με αυτό τον τρόπο τον κίνδυνο των μεταστάσεων (1,2).
Θα μπορούσε η χορήγηση της D3 να επηρεάζει την εμφάνιση νεοπλασματικών νοσημάτων και να έχει προληπτική χρήση;
Υπάρχουν πολλές επιδημιολογικές μελέτες που υποδεικνύουν ότι με επίπεδα βιταμίνης D3 κάτω των 20ng/mL υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης νεοπλασματικών, αυτοάνοσων και καρδιαγγειακών νοσημάτων καθώς και λοιμώξεων, ενώ έχουμε μείωση αυτού του κινδύνου με την αύξηση των επιπέδων της. Από την άλλη, μη πειστικά και ενδεχομένως αντικρουόμενα, είναι τα αποτελέσματα τυχαιοποιημένων μελετών, αναφορικά με την χορήγηση βιταμίνης D3 για μείωση κινδύνου, ή πρόληψη νεοπλασματικών, αυτοάνοσων, καρδιαγγειακών και μεταβολικών νοσημάτων, αλλά και σοβαρών λοιμώξεων (4-8). Μια ανασκόπηση εννέα προοπτικών μελετών που συμμετείχαν 11.656 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, μείωσαν κατά 12% τον κίνδυνο εμφάνισης διηθητικού καρκίνου του μαστού με κάθε αύξηση 5ng/mL της βιταμίνης D3, έχοντας επίπεδα ασφαλείας μεταξύ 27ng/mL και 35ng/mL (3). Δεν αναδείχθηκε όφελος στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Η VITAL είναι η μεγαλύτερη τυχαιοποιημένη διπλή τυφλή μελέτη(9) με 25.871 συμμετέχοντες, που αφορά, την πρωτογενή πρόληψη της χορήγησης βιταμίνης D3 σε νεοπλασματικά και καρδιαγγειακά νοσήματα. Η πρόσφατη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της μελέτης ήταν αρνητική για το όφελος χορήγησης της D3 ως πρόληψη νεοπλασματικών και καρδιαγγειακών νοσημάτων. Σε υποαναλύσεις της μελέτης που δεν είχαν προκαθοριστεί στο αρχικό πρωτόκολλο, φάνηκε μείωση της συνολικής θνητότητας από νεοπλασματικά νοσήματα μετά από 2 χρόνια λήψης βιταμίνη D3 2000 IU.
Δεν μπορεί να ξεκαθαριστεί κάποια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ επιπέδων βιταμίνης D3 και Καρκίνου του Προστάτη(9-10).
Φαίνεται όμως ότι τα υψηλά επίπεδα βιταμίνης D ενδεχομένως να μπορούν να καθορίσουν μια λιγότερο επιθετική νόσο(11-12).
Υπάρχει σχέση όσον αφορά την έλλειψη της βιταμίνης D3 και του κινδύνου εμφάνισης Καρκίνου Παχέος Εντέρου(3), όπως προκύπτει από τις δημοσιεύσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO). Τα δεδομένα αυτά υποστηρίζονται από 17 κοχόρτης μελέτες με 5706 ασθενείς πάσχοντες από καρκίνο Παχέος Εντέρου(13), όπου αναδεικνύεται ότι, επίπεδα βιταμίνης D3 <12ng/ml, έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου ενώ, τιμές >30ng/ml και κυρίως μεταξύ 35ng/ml και 40ng/ml, έχουν μειωμένο κίνδυνο.
Αναδείχθηκε συσχέτιση των επιπέδων της βιταμίνης D3 αναφορικά με την πρόγνωση στον Μεταστατικό Καρκίνο Παχέος Εντέρου(15-16). Στην αναδρομική ανάλυση της μελέτης φάσης lll(14) CALGB(Alliance) 80405 με 1043 ασθενείς με Μεταστατικό Κολοορθικό Καρκίνο, που έλαβαν χημειοθεραπεία και βιολογικούς παράγοντες και στα δύο σκέλη της μελέτης, το σκέλος που έπαιρνε υψηλά επίπεδα βιταμίνης D3, είχε στατιστικά σημαντικό όφελος στην συνολική επιβίωση, έναντι του σκέλους με τις χαμηλές δόσεις D3 (32,6 έναντι 24,6 μηνών). Ίδιο στόχο είχε η ανάδειξη προγνωστικού ρόλου χορήγησης υψηλών δόσεων βιταμίνης D3, στη μελέτη φάσης II SUNSHINE με 139 ασθενείς και Μεταστατικό Κολοορθικό Καρκίνο, που έπαιρναν χημειοθεραπεία 1ης γραμμής(17). Το 2017 στο Παγκόσμιο Συνέδριο ASCO στο Σικάγο, έγινε προκαταρτική αναφορά στην μελέτη SUNSHINE για την στατιστικά σημαντική διαφορά που είχε το σκέλος με τα υψηλά επίπεδα βιταμίνης D3, σχετικά με το διάστημα χωρίς πρόοδο της νόσου PFS (12,4 έναντι 10,7 μηνών). Έχει σχεδιαστεί για τον λόγο αυτό μεγάλη μελέτη φάσης III προς επιβεβαίωση της SUNSHINE.
Τα δεδομένα των μελετών αναφορικά με την προληπτική δράση των επιπέδων της βιταμίνης D3 στα νεοπλασματικά νοσήματα είναι αντικρουόμενα.
Για τώρα δεν υπάρχει σύσταση λήψης της βιταμίνης D3 με στόχο την πρόληψη.
Το όφελος της βιταμίνης D3 είναι δεδομένο για την υγεία του σκελετού και υπάρχουν δεδομένα για την συμμετοχή της στην καλύτερη έκβαση των νεοπλασματικών νοσημάτων. Η διόρθωση των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D3 είναι απαραίτητη για τους παραπάνω λόγους για όλο τον πληθυσμό και ειδικότερα στην περίπτωση πρωτοδιαγνωσθείσας Μεταστατικής Νόσου Παχέος Εντέρου. Τα επιθυμητά επίπεδα είναι μεταξύ 30ng /ml και 40ng/ml. Αυτό επιτυγχάνεται με την διατροφή, την έκθεση στον ήλιο τηρώντας τις ιατρικές οδηγίες ασφάλειας και τα συμπληρώματα βιταμίνης D3, με αθροιστική ημερήσια δόση >1.000 IU.
Στυλιανός Γιασσάς Παθολόγος, Oγκολόγος,
Δ/ντής Β’ Ογκολογικής Κλινικής Μαιευτηρίου «ΙΑΣΩ» και Δ/ντής Γ’ Ογκολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «METROPOLITAN GENERAL»