Το άλλοτε ευτυχισμένο ζευγάρι, φτάνει πια σε τρίτο δικαστήριο, που θα αποφασίσει οριστικά για τον τελικό τόπο διαμονής των παιδιών τους.
Κανείς δεν περίμενε το «σίριαλ» του διαζυγίου και της δικαστικής διαμάχης μεταξύ της Τζίνας Αλιμόνου και του Παύλου Βαρδινογιάννη να λήξει γρήγορα ή εύκολα. Οι δύο πλευρές, είδαν δείξει εξαρχής, αλλά και κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων τους για το διαζύγιο και την κηδεμονία των παιδιών τους, πως δεν είναι διατεθειμένοι να υποχωρήσουν «έτσι απλά».
Η τελευταία εξέλιξη στην υπόθεση όμως, δείχνει να φέρνει τα πράγματα μπροστά σε ένα οριστικό τέλος. Οι δικαστικές διενέξεις μεταξύ τoυς έχουν αντικείμενο τον τόπο διαμονής των τεσσάρων ανήλικων παιδιών τους, δηλαδή αν θα μείνουν στην Ελλάδα ή στις ΗΠΑ.
Στο νέο επεισόδιο ο επιχειρηματίας κατηγορεί την πρώην σύζυγό του ότι έχει απαγάγει τα παιδιά και τα κατακρατεί παράνομα στην Ελλάδα από τις 3 Σεπτεμβρίου του 2016 και ζητάει να υποχρεωθεί η Τζίνα Αλιμόνου να επιστρέψει στον τόπο της συνήθους διαμονής τα παιδιά τους (επί των οποίων έχει και ο ίδιος αναγνωρισμένο δικαίωμα επιμέλειας) που είναι οι ΗΠΑ, καθώς από τον Αύγουστο του 2014 έχει μετοικήσει εκεί.
Η κατηγορία περί «απαγωγής» κι η αθώωση της μητέρας
Η πλευρά του Παύλου Βαρδινογιάννη καταλογίζει στην ηθοποιό ότι, εφόσον παράνομα κατακρατεί τα παιδιά, και πως έχει διαπράξει το αδίκημα της «διεθνούς απαγωγής παιδιών», όπως αυτή καταγράφεται στη Διεθνή Σύμβαση της Χάγης του 1980 «για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών», που έχει κυρωθεί στην Ελλάδα με τον νόμο 2102/1992.
Σε πρώτο και δεύτερο βαθμό (Πρωτοδικείο και Εφετείο) η Δικαιοσύνη τάχθηκε υπέρ των θέσεων της Τζίνας Αλιμόνου. Αντίθετα, ο Aρειος Πάγος είχε άλλη άποψη και αναίρεσε την εφετειακή απόφαση υπέρ του επιχειρηματία και ανέπεμψε την υπόθεση για νέα κρίση στο Εφετείο.
Το love story κι ο γάμος
Οι δυο τους γνωρίστηκαν το 2005 σε ένα καλοκαιρινό πάρτυ στον «Αστέρα» Βουλιαγμένης. Η σχέση τους όμως έγινε γνωστή στη Μύκονο, σε ένα αυγουστιάτικο πάρτυ που είχε δώσει ο επιχειρηματίας για τη γιορτή του. Από εκεί έφυγαν μαζί, με το σκάφος του για διακοπές στην Ελούντα.
Αμέσως μετά και για όλο το διάστημα της σχέσης τους έμεναν μαζί στο πολυτελές και καλαίσθητο διαμέρισμά του στο Κολωνάκι. Η είδηση του επερχόμενου γάµου χάρισε στην ηθοποιό τον τίτλο της «νέας πριγκίπισσας της Αθήνας».
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης και η Τζίνα Αλιμόνου ανέβηκαν τα σκαλιά της εκκλησίας του Αγίου Διονυσίου στη Βάρη στις 26 Ιουλίου του 2006. Κουμπάρος ήταν ο Γιώργος Βαρδινογιάννης. Ακολούθησε δεξίωση στο «Island» του Σουνίου, με την παρουσία ηχηρών ονομάτων του επιχειρηματικού και καλλιτεχνικού κόσμου.
Τότε η ηθοποιός είχε χαρακτηρίσει τον γάμο της με τον επιχειρηματία «θείο δώρο», λέγοντας: «Εγώ ένιωσα ότι το 2006 παντρεύτηκα τον σύντροφό μου, όχι έναν άνθρωπο με το επώνυμο Βαρδινογιάννης. Κι έτσι εκτίμησα ακόμα περισσότερο την οικογένειά του για τον τρόπο που με αγκάλιασε. Προσωπικά, ήθελα πάντα να κάνω οικογένεια και νομίζω πως όλοι έχουμε από ένα ταίρι. Ο γάμος με τον Παύλο είναι δώρο Θεού.
Ο άνδρας μου με στηρίζει στις επαγγελματικές επιλογές μου και με ενθαρρύνει να διατηρώ την ισορροπία ανάμεσα στην προσωπική και την επαγγελματική μου ζωή.
Στηρίζει κάθε μου προσπάθεια, όπως πιστεύω ότι κάθε σύντροφος πρέπει να κάνει». Μετά τον γάμο το ζευγάρι μετακόμισε στην Εκάλη. Τον Μάρτιο του 2009 απέκτησαν ένα παιδί και τον Ιούνιο του 2013 τρίδυμα. Το 2014 αποφάσισαν να ξενιτευτούν στις ΗΠΑ λόγω «της επιγενόμενης οικονομικής κρίσης», όπως αναφέρει η αρεοπαγιτική απόφαση.
Το κρίσιμο ταξίδι στην Αμερική
Ετσι, την 1η Αυγούστου του 2014 μετακόμισαν στις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκαν σε μισθωμένη τετραώροφη πολυτελή οικία 1.200 τ.μ. μέσα σε δάσος στην πιο αρχοντική αμερικανική Πολιτεία, το Κονέκτικατ, ενώ παράλληλα διατήρησαν τη μισθωμένη κατοικία τους στην Εκάλη. Μάλιστα, τους ακολούθησε «το υπηρετικό και βοηθητικό προσωπικό που χρησιμοποιούσαν οι σύζυγοι» και «μεταφέρθηκε στο εξωτερικό ολόκληρη η οικοσκευή τους», όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι αρεοπαγίτες, σε μια προσπάθεια να καταδείξουν την πρόθεση του ζεύγους να παραμείνει μόνιμα στην Αμερική.
Ο επιχειρηματίας πηγαινοερχόταν στην Ελλάδα, ενώ η σύζυγός του είχε μοναδική και αποκλειστική απασχόληση την ανατροφή των ανηλίκων παιδιών τους. Κάποια καλοκαίρια έκαναν πολυήμερες διακοπές στα ελληνικά νησιά.
Στις αρχές του Ιουνίου του 2016 το ζευγάρι είχε έρθει και πάλι για διακοπές στην Ελλάδα. Στο τέλος των διακοπών αυτών ο επιχειρηματίας επέστρεψε μόνος του στις ΗΠΑ. Αντίθετα, η τότε σύζυγός του παρέμεινε στην πατρίδα της με
τα παιδιά, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θέλει να πάει στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, ενώ παράλληλα εξέφρασε την πρόθεση παραμονής της στην Ελλάδα κοντά στους γονείς της.
Από τότε άρχισαν τα πρώτα σύννεφα στις σχέσεις του ζευγαριού.
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης στην εκπνοή του Αυγούστου του ίδιου έτους (2016) έστειλε στην τότε σύζυγό του εξώδικη δήλωση απαιτώντας τη μετακίνησή τους (της ίδιας και των παιδιών) στο Κονέκτικατ.
Μάλιστα είχε προγραμματίσει την επιστροφή τους αεροπορικώς στις 3 Σεπτεμβρίου.
Μετά το εξώδικο αυτό οι σχέσεις τους διαταράχθηκαν αρκετά, με τον επιχειρηματία δύο μήνες μετά (25/11) να ασκεί αγωγή διαζυγίου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επικαλούμενος ισχυρό κλονισμό του γάμου τους.
Από τότε ξεκίνησαν ατέρμονες δικαστικές διαμάχες, κόντρες, αγωγές και αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων για την επιμέλεια των παιδιών, το ύψος της διατροφής κ.λπ. Τελικά, ύστερα από περίπου δυόμισι χρόνια δικαστικής διαμάχης εκδόθηκε το διαζύγιο.
Η πρώτη κατάθεση στην ελληνική Δικαιοσύνη
Ωστόσο, τον Φεβρουάριο του 2017 και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι έτρεχαν οι διαδικασίες έκδοσης του διαζυγίου, ο επιχειρηματίας κατέθεσε ενώπιον της Ελληνικής Δικαιοσύνης αίτηση για το ζήτημα της χώρας διαμονής των παιδιών τους, εφόσον «αμφότεροι οι γονείς είχαν από κοινού τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων τους, σύμφωνα με το άρθρο 1510 του Αστικού Κώδικα, αλλά και σύμφωνα με το Δίκαιο της Πολιτείας του Κονέκτικατ».
Ο επιχειρηματίας υποστήριξε ότι, εφόσον η μητέρα των παιδιών του τα παρακρατεί στην Ελλάδα, τότε πρόκειται για «διεθνή απαγωγή παιδιών νεότερων των 16 ετών με τη μορφή
της παράνομης κατακράτησης, σύμφωνα με το άρθρο 3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιού». Παράλληλα, προσκόμισε στοιχεία της Πολιτείας του Κονέκτικατ τα οποία ανέφεραν ότι εκεί ήταν ο τόπος της συνήθους διαμονής των τεσσάρων ανήλικων παιδιών προτού μεταφερθούν από τη μητέρα τους στην Ελλάδα και κατακρατηθούν.
Η εξέλιξη στα δικαστήρια
Το Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε ως αβάσιμη την αίτηση του Παύλου Βαρδινογιάννη με την οποία ζητούσε την επιστροφή των παιδιών στον τόπο της συνήθους διαμονής τους (Κονέκτικατ) και δέχτηκε την ένσταση της ηθοποιού, η οποία υποστήριζε ότι η επιστροφή των παιδιών στις ΗΠΑ «θα τα εκθέσει σε φυσική και ψυχική δοκιμασία και θα τα περιαγάγει σε αφόρητη κατάσταση, δοθέντος ότι πλέον έχουν προσαρμοστεί στο νέο τους περιβάλλον».
Η διένεξη για τον τόπο διαμονής των παιδιών οδηγήθηκε στο Εφετείο Αθηνών, το οποίο
δέχτηκε ότι πράγματι συντρέχει μεν περίπτωση διεθνούς απαγωγής των παιδιών, αλλά
απέρριψε ως αβάσιμη την αναίρεση κατά της πρωτόδικης απόφασης και επικύρωσε την απόφαση του Πρωτοδικείου.
Το Εφετείο, στο σκεπτικό της απόφασής του, από τη μία πλευρά δέχεται ότι η μετακίηνση των ζευγαριού «στην Πολιτεία του Κονέκτικατ, παρότι δεν είχε μόνιμο χαρακτήρα, ωστόσο, η επί διετία παραμονή της οικογένειάς τους και η σύνδεσή της με τη χώρα αυτή δύναται να της προσδώσουν την έννοια του τόπου της συνήθους διαμονής τους».
Από την άλλη πλευρά όμως αποδείχθηκε, σύμφωνα με το Εφετείο, ότι η επιστροφή των παιδιών στις ΗΠΑ «θα τα εκθέσει σε φυσική και ψυχική δοκιμασία και θα τα περιαγάγει σε αφόρητη κατάσταση, δοθέντος ότι πλέον έχουν προσαρμοστεί στο νέο τους περιβάλλον, ειδικά η Α., η οποία έχει αποκτήσει δεσμούς φιλίας με τους συμμαθητές της στο σχολείο όπου φοιτά, ενώ τα τρίδυμα, λόγω της νηπιακής τους ηλικίας, έχουν απόλυτη ανάγκη από τις φροντίδες της μητέρας τους, η οποία προσπαθεί να καλύψει όλες τις ανάγκες τους και να τους εξασφαλίσει ένα ισορροπημένο οικογενειακό περιβάλλον».
Αλλωστε, συνεχίζουν οι εφέτες, «τα ανήλικα τέκνα από της γεννήσεώς τους μεγαλώνουν έχοντας την αμέριστη αγάπη και τη φροντίδα που τους δείχνει η μητέρα τους, η οποία έχει τη δυνατότητα να φροντίσει για την ομαλή ψυχοσωματική τους ανάπτυξη, ενώ επιπλέον ο πατέρας τους, παρά τη διαμονή του στις ΗΠΑ τα επισκέπτεται συχνά λόγω των επαγγελματικών του υποχρεώσεων, καθόσον οι εταιρείες συμφερόντων του, που σχετίζονται με φυσικό αέριο, πετρέλαιο, εμπορία ελαιολάδου και υπηρεσίες μηχανογράφησης, δραστηριοποιούνται κυρίως στον ελλαδικό χώρο».
Η συνέχεια στον Άρειο Πάγο
Ωστόσο, τους αρεοπαγίτες δεν τους έπεισε το νομικό σκεπτικό της εφετειακής απόφασης,
καθώς είδαν ότι υπάρχουν αντιφάσεις.
Σύμφωνα με το Α1 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, «το Εφετείο, αφού δέχτηκε ότι ο
Παύλος Βαρδινογιάννης έχει αναγνωρισμένο δικαίωμα επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων του,
ότι ο τόπος της προηγούμενης συνήθους διαμονής
τους ήταν η πόλη Κονέκτικατ της Βορειοανατολικής Πολιτείας των ΗΠΑ, όπου κατοικούσαν οικογενειακώς από το 2014 και ότι η Κωνσταντίνα Αλιμόνου κατακρατεί στην Ελλάδα τα ανήλικα τέκνα τους από 3/9/2016, απέρριψε την από 9/2/2017 αίτησή του (σ.σ.: του επιχειρηματία) με την οποία ζητούσε να διαταχθεί η επιστροφή των παιδιών στον άνω τόπο,
με επάλληλες αιτιολογίες και συγκεκριμένα διότι ο Παύλος Βαρδινογιάννης ενέκρινε με ενέργειές του εκ των υστέρων την κατακράτηση των παιδιών στην Ελλάδα, αλλά και διότι
η επιστροφή των παιδιών στις ΗΠΑ θα τα εκθέσει σε φυσική και ψυχική δοκιμασία και θα
τα περιαγάγει σε αφόρητη κατάσταση», όπως υποστηρίζει η πρώην σύζυγος του.
Πέρα από αυτό, συνεχίζει ο Αρειος Πάγος, οι ισχυρισμοί της Τζίνας Αλιμόνου, τους οποίους αποδέχτηκε το Εφετείο, περί φυσικής και ψυχικής δοκιμασίας κ.λπ. των παιδιών σε περίπτωση επιστροφής τους στο Κονέκτικατ, αφενός δεν αρκούν, αφετέρου δεν θεμελιώνουν περιστατικά «από τα οποία να προκύπτουν οι συγκεκριμένες εξωτερικές καταστάσεις που θα αντιμετωπίσουν τα ανήλικα μετά την επιστροφή τους στον τόπο της συνήθους διαμονής τους, τις ΗΠΑ, από τις οποίες να προκύπτει ότι υφίσταται κίνδυνος να εκτεθούν σε φυσική και ψυχική δοκιμασία και να τα περιαγάγει σε αφόρητη κατάσταση», όπως απαιτεί η Διεθνής Σύμβασης της Χάγης.
Ούτε όμως, συμπληρώνουν οι αρεοπαγίτες, η εφετειακή απόφαση «περιέχει αιτιολογίες από τις οποίες να προκύπτει εάν είναι δυνατή ή όχι η προσαρμογή των παιδιών στο εκεί περιβάλλον και ιδίως αν το περιβάλλον όπου θα επιστρέψουν, καθώς και αυτοί που θα τα φροντίζουν παρέχουν ή όχι τα εχέγγυα να προσφέρουν σε αυτά τις συνθήκες εκείνες που θα συμβάλουν στην ομαλή ψυχοσωματική τους υγεία, ή αν εξαιτίας της επιστροφής τους θα βιώσουν καταστάσεις και ποιες που θα επιφέρουν ισχυρό πλήγμα στην ψυχική τους υγεία, υπό την έννοια ότι θα προκληθούν σε αυτά αισθήματα άγχους, ανασφάλειας και εγκατάλειψης, με περαιτέρω δυσμενή επίδραση στη μετέπειτα εξέλιξή τους».
Εξάλλου, προσθέτει ο Αρειος Πάγος, «δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε τα αποδεικτικά στοιχεία κατά τη μόρφωση του αποδεικτικού του πορίσματος ότι ο Παύλος Βαρδινογιάννης ενέκρινε εκ των υστέρων την παραμονή των παιδιών στην Ελλάδα».
Κατόπιν αυτών, οι αρεοπαγίτες κατέληξαν ότι «με αυτά που δέχτηκε το Εφετείο και έτσι που έκρινε παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 13 της Διεθνούς Σύμβασης της Χάγης» και ανέπεμψε την υπόθεση για νέα κρίση στο Εφετείο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός αυτών που δίκασαν την πρώτη φορά.
Πηγή: περιοδικό Ciao