Είναι ίσως ένας από τους δημοφιλέστερους χαρακτήρες της ποπ κουλτούρας και μετά την ταινία που κυκλοφόρησε φέτος, μάλλον κέρδισε και τη συμπάθεια του κοινού παρότι είναι «κακός».
«Η μητέρα μου πάντα μου λέει να χαμογελάω. Μου είπε να έχω έναν σκοπό. Να φέρνω χαμόγελα και χαρά στον κόσμο» ακούγεται να λέει ο Τζόκερ (Joker) στη διάρκεια της ταινίας του σκηνοθέτη Τοντ Φίλιπς που κυκλοφόρησε στις αρχές Οκτωβρίου στους κινηματογράφους, ενώ παράλληλα φοράει το κουστούμι του κλόουν. Aσυγκράτητο γέλιο. Τραυματισμένη όψη. Άνθρωπος του περιθωρίου που επιθυμεί την ένταξη, αλλά τον κλοτσούν με τη βία. Βύθιση στην τρέλα και το σκοτάδι.
Ο Τζόκερ είναι ίσως από τους πιο διάσημους, αξιομνημόνευτους, μυστηριώδεις και, πάνω απ’ όλα, πιο σατανικούς κακούς που γράφτηκαν ποτέ για κόμικς. Μέχρι και σήμερα παραμένει ένας από εκείνους τους χαρακτήρες που σε κάθε εποχή έχει πάντα κάτι καινούργιο για να ανακαλύψεις. Για πρώτη φορά παρουσιάστηκε στο τεύχος #1 του «Μπάτμαν» που κυκλοφόρησε στις 25 Απριλίου 1940, έναν χρόνο σχεδόν μετά την πρώτη εμφάνιση του «Σκοτεινού Ιππότη» στο τεύχος #27 των Detective Comics. Τον Φεβρουάριο του 1951 στο τεύχος #168 των Detective Comics, σχεδόν μια δεκαετία μετά την πρώτη εμφάνισή του, ο Τζόκερ αποκτά την πρώτη του origin ιστορία ως ένας εργάτης εργαστηρίου, ο οποίος γίνεται ο Red Hood για να κλέψει ένα εκατομμύριο δολάρια από τον εργοδότη του. Αλλά, όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον Μπάτμαν, πέφτει μέσα σε χημικά απόβλητα και μετατρέπεται σε Τζόκερ.
Από την πρώτη κιόλας στιγμή αγαπήθηκε τόσο από το κοινό και από τότε έχει κάνει την εμφάνισή του σε αμέτρητα κόμικς, αλλά και σε σειρές, ταινίες ακόμα και σε video games. Ο Τζέρι Ρόμπινσον έχει αναφέρει πως πρώτα σκέφτηκε το όνομα και μετά τα χαρακτηριστικά του. «Ήθελα κάποιον οπτικά συναρπαστικό. Ήθελα κάποιον που να αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι του, όπως ο Κουασιμόδος στην “Παναγία των Παρισίων” ή άλλους κακούς οι οποίοι είχαν μοναδικά χαρακτηριστικά».
Σύμφωνα με την ταινία του σκηνοθέτη Τοντ Φίλιπς, πάντα μόνος ανάμεσα στο πλήθος, ο Άρθουρ Φλεκ αναζητά να συνδεθεί. Είναι ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει τη σκληρότητα και την απόλυτη περιφρόνηση της κοινωνίας, ταυτόχρονα με την αδιαφορία ενός συστήματος που του επιτρέπει να περνά από την ευπάθεια και την αδυναμία στην καταστροφή.
Καθώς περιφέρεται στην εχθρική πόλη Γκόθαμ, ο Άρθουρ φορά δύο μάσκες. Τη μία τη βάφει ο ίδιος στο πρόσωπό του, καθώς δουλεύει ως κλόουν το πρωί και ως stand up κωμικός τα βράδια. Τη δεύτερη δεν μπορεί να τη βγάλει ποτέ. Είναι η μεταμφίεση που κρύβει τη μάταιη προσπάθειά του να γίνει μέρος του κόσμου, και όχι απλώς ένας κακοποιημένος άντρας. Πολύ γρήγορα συνειδητοποιεί ότι ο περίγελος είναι ο ίδιος, και όχι αυτά που λέει ή κάνει. Το ανεξέλεγκτο γέλιο του, που ξεσπά τις λάθος στιγμές, αποδεικνύει ότι αδυνατεί να συντονιστεί με το κοινό του. Και όσο προσπαθεί να ελέγξει την κατάσταση τόσο περισσότερο γελοιοποιείται και αφήνει τον εαυτό του εκτεθειμένο, ακόμα και σε περιστατικά βίας.
https://www.youtube.com/watch?v=yPIwn-YtL-U
Ορφανός από πατέρα, ο Άρθουρ είναι αφιερωμένος στη φροντίδα της «εύθραυστης» μητέρας του, που τον φωνάζει «Happy», το «προσωνύμιο» που, σε συνδυασμό με την πάθησή του, του καλλιεργεί ένα μόνιμο, σπασμωδικό χαμόγελο. Καθρεφτίζει μια κοινωνία χωρίς ιδανικά. Στην κοινωνία υπάρχουν εξέγερση, ξεσπάσματα, και οι λιγότερο ευνοημένοι φορούν μάσκες κλόουν που υποδηλώνουν τα προσωπεία τους και αντιδρούν κατά της εξουσίας.
Ο Άρθουρ, από την άλλη, βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση της πατρικής αγάπης που δεν είχε ποτέ. Ψάχνει να τη βρει είτε στον πλούσιο επιχειρηματία Τόμας Γουέιν είτε στον παρουσιαστή της τηλεόρασης, Μιούρεϊ Φράνκλιν. Αλλά, κάθε φορά που τον περιγελούν, αυτός ο καλλιτέχνης σε αδιέξοδο εκτροχιάζεται ακόμα περισσότερο. Καθώς κινείται σε έναν υπαρξιακό φαύλο κύκλο, μεταξύ πραγματικότητας και τρέλας, αρκεί μια λανθασμένη επιλογή του για να προκαλέσει μια αλυσιδωτή αντίδραση κλιμακούμενων και, τελικά, ολέθριων γεγονότων.
Στον «Τζόκερ», ο Χοακίν Φίνιξ, ο οποίος ενσαρκώνει τον ομώνυμο χαρακτήρα, βρήκε, όπως ο ίδιος λέει, το πιο τολμηρό και γενναίο πορτρέτο χαρακτήρα που είχε φτάσει ποτέ στα χέρια του. «Σκέφτηκα ότι ήταν θαρραλέο, δεν έμοιαζε με τίποτα που έχω διαβάσει μέχρι τώρα» σχολιάζει για την πρώτη του αντίδραση στο σενάριο.
«Ήταν σίγουρα διαφορετικό από οποιαδήποτε ταινία του είδους των υπερηρωικών φιλμ, όπως και διαφορετικό από οποιοδήποτε δράμα είχα διαβάσει στο παρελθόν. Ένα σενάριο πολλαπλών αποχρώσεων και εντάσεων» σημειώνει, εξηγώντας τους λόγους που τον παρακίνησαν να παίξει στην ταινία. Ο Χοακίν Φίνιξ καταθέτει εδώ μια έντονα σωματική ερμηνεία, εναρμονισμένη με την ιδιοσυγκρασία και το ιδιότυπο φιζίκ του.
Για τον τρόπο που κατάφερε να προσεγγίσει τον ρόλο του παρανοϊκού κακοποιού Τζόκερ, ο ίδιος εξηγεί: «Είδα βίντεο που δείχνει άτομα που πάσχουν από παθολογικό γέλιο, μια ψυχική ασθένεια που κάνει κάποιον να γελάει ανεξέλεγκτα». Η συγκεκριμένη ασθένεια προκαλεί ακούσιο γέλιο ή κλάμα, χωρίς να υπάρχει κάποιο εξωτερικό ερέθισμα.