Ο Βαγγέλης Αλεξανδρής μίλησε για τα αισθήματά του όπως και για εκείνα των υπόλοιπων συντελεστών των «Άγριων μελισσών» στο τέλος των γυρισμάτων της σειράς του ΑΝΤ1.
Ο ηθοποιός Βαγγέλης Αλεξανδρής υποδύθηκε τον «Κυριάκο» στις «Άγριες μέλισσες». Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό «7 μέρες tv» αναφέρθηκε στην ξεχωριστή εμπειρία που βίωσε στη σειρά που έγραψε ιστορία.
«Ήταν το σίριαλ που άφησε εποχή στην ελληνική μυθοπλασία, μια σειρά ορόσημο», είπε αρχικά ο ηθοποιός.
Και πρόσθεσε: «Η ιδέα για τη δημιουργία της από τους σεναριογράφους Μελίνα Τσαμπάνη και Πέτρο Καλκόβαλη, το σίριαλ ως ολότητα, με την αισθητική και τη σκηνοθεσία του Λευτέρη Χαρίτου, η απόφασή τους να ασχοληθούν με γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, οι μεγάλες αλλαγές στην πορεία των ηρώων, το δυνατό θεατρικό καστ έκαναν τις ‘Άγριες Μέλισσες’ μια παραγωγή που σπάνια πραγματοποιείται ακόμη και σε εκατό χρόνια».
Για μένα ο ρόλος του Κυριάκου ήταν τόσο πολυδιάστατος, που δεν περίμενα ποτέ ότι αυτός ο κλαριντζής του κάμπου θα έφτανε να δει το παιδί του βασανισμένο και εξόριστο στη Λέρο. Οι σεναριογράφοι και ο σκηνοθέτης μου έδωσαν μια μεγάλη ευκαιρία μέσα από τον Κυριάκο να βιώσω χιλιάδες συναισθήματα».
Αναφορικά με τις δύσκολες υποκριτικά στιγμές που είχε, ο Αλεξανδρής τόνισε: «Αδιαμφισβήτητα η ξεφτίλα και η ντροπή που ένιωσε ο Κυριάκος όταν η Ουρανία συνάντησε την αρραβωνιάρα του, τη Μαρίκα την τραγουδίστρια, ενώ ήταν ήδη παντρεμένος μαζί της.
Το σκίσιμο του διαζυγίου από την Ουρανία και η δεύτερη ευκαιρία που έδωσε στο γάμο τους, ο ερχομός του γιου του, του Μπάμπη, στο Διαφάνι και η μεταξύ τους κόντρα.
Η Λέρος όμως ήταν η βαθιά ωρίμανση του ήρωα, η πιο δυνατή του στιγμή. Το να βλέπει ένας πατέρας τον γιο του να βγαίνει από τα σίδερα μιας φυλακής μαυρισμένος από το ξύλο είναι Γολγοθάς.
Έρωτες, γάμοι, έρχονται στη ζωή και παρέρχονται.
Η σχέση γονέα και παιδιού, όμως, είναι καταλυτική και για πάντα.
Ποτέ ένας πατέρας δεν θα πάψει να είναι πατέρας. Σύζυγος μπορείς να πάψεις να είσαι κάποια στιγμή της ζωής σου, πατέρας ποτέ. Θυμάμαι ότι με τον Γιάννη Βασιλώττο, που υποδυόταν τον Μπάμπη στη σειρά, είχαμε να βρεθούμε καιρό γιατί δουλεύαμε με άλλα συνεργεία και σκηνοθέτες. Έτσι, όταν άνοιξε η πόρτα της φυλακής στη Λέρο, πραγματικά χάρηκε ο ένας που είδε τον άλλον και η σκηνή ήταν πιο αληθινή».
Σχετικά με τελευταίο γύρισμα στην πεδιάδα της Κωπαΐδας, αποκάλυψε: «Στην Κωπαΐδα τελειώσαμε όλοι τα γυρίσματά μας και έμειναν κάποια για την Κίτσου, τον Γκοτσόπουλο, τη Μιχαλάκη και την Τρίγγου. Ήταν πολύ ιδιαίτερα και συγκινητικά τα γυρίσματα εκεί, ανάμεσα στη χαρά και τη λύπη.
Όλοι μας αισθανόμασταν μεγάλη ευγνωμοσύνη που πήραμε μέρος στις ‘Άγριες Μέλισσες’ και ταυτόχρονα υπήρχε μια θλίψη για το ταξίδι που έφτασε στο τέλος του.
Από τη μία νιώθαμε τυχεροί και από την άλλη λυπημένοι που δεν θα βλέπαμε ξανά ο ένας τον άλλον στο Διαφάνι. Όλοι οι συντελεστές, από τους ηθοποιούς μέχρι τους τεχνικούς, ήταν ένας κι ένας.
Καλά παιδιά. Η ομάδα κέρδισε, η ομάδα ξεχώρισε. Ο ένας καμάρωνε για τον άλλον. Αυτό ήταν πρωτόγνωρο. Δεν υπήρχαν μονάδες σε αυτό το σίριαλ».