Κουρής-Τοπαλίδου:Στα δικαστήρια για το διαζύγιο
Κόντρα στα δημοσιεύματα που ήθελαν να βάζουν στην σχέση τους νέα θεμέλια και να “παγώνουν” το διαζύγιο, εμείς μαθαίνουμε δυστυχώς ακριβώς το αντίθετο για τον ηθοποιό Νίκο Κουρή και την […]
Συντάκτης: Newsroom
2 Αυγούστου 2022 18:15
Υπάρχει τρόπος να προβλέψουμε πόσα χρόνια θα ζήσουμε και πόσο υγιείς θα γεράσουμε; Ναι απαντούν οι έρευνες.
Μπορεί κάποιος να είναι μεγαλύτερος σε ηλικία, αλλά να μην αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα υγείας. Ενώ κάποιος νεότερος να υποφέρει από σοβαρότερες παθήσεις. Επομένως, η χρονολογική ηλικία η ηλικία δηλαδή που αναγράφεται στην ταυτότητά μας δεν αποτελεί ακριβή ένδειξη νεότητας. Αλλά και της πραγματικής κατάστασης της υγείας μας.
Την πραγματική κατάσταση της υγείας μας αποτυπώνει ένας άλλος δείκτης, η βιολογική ηλικία. Πρόκειται για ένα εργαλείο που μας λέει όχι «πόσο είμαστε», αλλά «πόσο φαινόμαστε». Και το οποίο θα μπορούσε να προβλέψει πόσες πιθανότητες έχουμε να ζήσουμε υγιείς μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Για τους μελετητές από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας και Επιστήμης Ανθρώπινης Μακροζωίας Herbert Wertheim του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, δεν είναι η χρονολογική. Αλλά η βιολογική (επιγενετική) ηλικία ενός ατόμου που μπορεί να δώσει σημαντικές πληροφορίες για το προσδόκιμο ζωής του. Παράλληλα και τις πιθανότητες που έχει να γεράσει χωρίς εκπτώσεις στη γνωστική και εγκεφαλική του λειτουργία.
Η χρονολογική ηλικία υπολογίζεται από την ημερομηνία γέννησης ενός ατόμου. Η επιγενετική ηλικία, από την άλλη, αναφέρεται στην ηλικία των κυττάρων, των ιστών και των συστημάτων οργάνων. Εάν η επιγενετική ηλικία κάποιου είναι μεγαλύτερη από την πραγματική του ηλικία, το άτομο υφίσταται επιγενετική επιτάχυνση ηλικίας, η οποία, σύμφωνα με τους ερευνητές, σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου, καρδιαγγειακής νόσου, νόσου του Πάρκινσον και άλλων ασθενειών.
Η έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο JAMA Network Open, μελέτησε τα δεδομένα 1.813 ηλικιωμένων γυναικών, που συμμετείχαν στην Πρωτοβουλία για την Υγεία των Γυναικών, μια μακροπρόθεσμη εθνική μελέτη υγείας που ξεκίνησε το 1993. Η διάμεση ηλικία θανάτου ήταν τα 90 έτη. Οι συμμετέχουσες ήταν ηλικίας 70 – 72 ετών κατά την έναρξη της μελέτης και παρακολουθήθηκαν τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 90 ετών ή έως τη στιγμή του θανάτου τους.